Με το κλείσιμο της χειρότερης σεζόν των τελευταίων δεκαετιών για τον ελληνικό τουρισμό (η συρρίκνωση εσόδων σε σχέση με το 2019 υπολογίζεται γύρω στο 85%), οι προβλέψεις του οίκου Moody's ψαλιδίζουν τις ελπίδες για ισχυρή τουριστική ανακάμψη το 2021 και εντείνουν την ανησυχία και για τον επόμενο χρόνο.
Ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης προβλέπει ότι η πτώση του τουρισμού στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου (συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας) είναι πιθανόν να διαρκέσει και πέραν του 2020. Συνακόλουθα η πρόβλεψη του Moody's θέτει σε αμφισβήτηση τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης για ραγδαία ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2021, εφόσον ο βασικός της παράγοντας θα χωλένει.
Ειδικότερα, ο οίκος σημειώνει ότι περισσότερο εκτεθειμένες από τις ευρωπαϊκές χώρες στην πτώση του τουρισμού - λόγω της σημασίας του τομέα στις οικονομίες τους - είναι η Πορτογαλία, η Ελλάδα, η Μάλτα, η Ισπανία, η Κύπρος, η Κροατία και η Ιταλία.
«Η ζήτηση για τον τουρισμό θα παραμείνει αδύναμη και πέρα από την ταξιδιωτική περίοδο του 2020. Παρά την άρση των ταξιδιωτικών απαγορεύσεων μεταξύ των χωρών της ΕΕ, οι συνεχιζόμενες ανησυχίες των καταναλωτών σχετικά με την υγεία και την ασφάλεια, οι κανόνες της καραντίνας και η οικονομική ύφεση λόγω της κρίσης σημαίνουν ότι η τρέχουσα πτώση είναι όλο και περισσότερο πιθανό να διαρκέσει και μετά την περίοδο του καλοκαιριού του 2020», σημειώνει ο Moody's, ενώ προσθέτει ότι το υψηλό ποσοστό οδικών αφίξεων τουριστών στην Κροατία και το σχετικά υψηλό ποσοστό εγχώριου τουρισμού περιορίζουν τους κινδύνους για την Ιταλία και την Ισπανία.
Ο οίκος τονίζει ότι το πλήγμα στον τουρισμό έχει σημαντική αρνητική επίπτωση στην απασχόληση, το δημόσιο χρέος και την οικονομική ανάπτυξη των παραπάνω χωρών, αλλά προσθέτει ότι η ενίσχυση του πιστοληπτικού προφίλ τους μετά την κρίση χρέους της Ευρωζώνης διατηρείται. «Αυτός είναι ο λόγους που δεν έχουν αλλάξει οι πιστοληπτικές αξιολογήσεις των χωρών αυτών μετά την έναρξη της πανδημίας και γιατί διατηρήσαμε τις θετικές προοπτικές για την Πορτογαλία, την Κύπρο και την Κροατία», σημειώνει. Για παράδειγμα, προσθέτει, πολλές από αυτές τις χώρες εισήλθαν στην πανδημία έχοντας επιτύχει πολύ σημαντικές μειώσεις στα διαρθρωτικά δημοσιονομικά ελλείμματά τους, «κάτι που τις φέρνει σε καλή θέση να αντιστρέψουν, έγκαιρα, τουλάχιστον ορισμένες από τις αυξήσεις χρέους λόγω του κορονοϊού».
Επιπλέον, η παρατεταμένη περίοδος χαλαρής νομισματικής πολιτικής στην Ευρώπη θα αποτρέψει μία σημαντική επιδείνωση στη δυνατότητα εξυπηρέτησης του χρέους τα επόμενα χρόνια παρά την αύξηση του βάρους του.
Αν και οι χώρες αυτές θα μπορούσαν να κάνουν και άλλα για να ενισχύσουν την αναπτυξιακή προοπτική τους, η νέα ισορροπία που πέτυχαν πολλές από τις οικονομίες αυτές μετά την κρίση ήταν σημαντική, τονίζει ο οίκος, ενώ προσθέτει ότι πολλή δουλειά μένει να γίνει για την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων και την ενίσχυση του εποπτικού πλαισίου στην Ευρώπη.