Περίπου το 35% του προσφυγικού πληθυσμού είναι άντρες και γυναίκες που επέζησαν από βασανιστήρια, αναφέρει η ΑΡΣΙΣ - Κοινωνική Οργάνωση Υποστήριξης Νέων με αφορμή την 26η Ιουνίου, που έχει καθιερωθεί ως Διεθνής Ημέρα κατά των βασανιστηρίων.
«Τα μέχρι τώρα συμπεράσματα μελετών οδηγούν στη θλιβερή διαπίστωση πως τα βασανιστήρια είναι εγκλήματα που αποτελούν θλιβερή πραγματικότητα 33 χρόνια μετά την υπογραφή της Διεθνούς Σύμβασης κατά των Βασανιστηρίων», επισημαίνει η οργάνωση, η οποία λειτουργεί από τον Νοέμβριο του 2018, ειδικό Πρόγραμμα Υποστήριξης Θυμάτων Βασανιστηρίων.
Σε μία από τις ιστορίες θυμάτων που γνωστοποιεί η οργάνωση αναφέρει: «O 25χρονος Α. έφτασε στην Ελλάδα τον Ιούλιο του 2017 και η ιστορία του μοιάζει με τις ιστορίες εκατοντάδων άλλων προσφύγων που εγκατέλειψαν τις χώρες τους επειδή έπεσαν θύματα βασανιστηρίων. Μετά από ένα δύσκολο και επικίνδυνο ταξίδι χρειάστηκε να διαμείνει σε επισφαλείς συνθήκες στα ελληνικά νησιά μέχρι να μεταβεί στην ηπειρωτική Ελλάδα, σε δομή φιλοξενίας προσφύγων στα όρια της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας. Όταν ήρθε σε επαφή με το Πρόγραμμα Υποστήριξης Θυμάτων Βασανιστηρίων της ΑΡΣΙΣ - Κοινωνική Οργάνωση Υποστήριξης Νέων, υπέφερε από έντονο σωματικό και ψυχικό πόνο, απόρροια των βασανιστηρίων που είχε υποστεί στη χώρα προέλευσής του. Είχε απαχθεί από μέλη τρομοκρατικής οργάνωσης, τα οποία τον κρατούσαν φυλακισμένο κάτω από απάνθρωπες συνθήκες βασανίζοντάς τον καθημερινά για διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους».
Σύμφωνα με την ψυχολόγο και τον ψυχίατρο της ΑΡΣΙΣ που τον παρακολουθούν, «ο Α. διαθέτει αξιοθαύμαστη ψυχική ανθεκτικότητα και παρά τις δυσκολίες που συνάντησε μέχρι σήμερα, αξιοποιεί κάθε διαθέσιμη πηγή υποστήριξης για να επουλώσει τις πληγές του παρελθόντος και να πραγματοποιήσει τα όνειρά του για το μέλλον».
Σκοπός του προγράμματος που υλοποιεί η "Άρσις" είναι η παροχή υπηρεσιών ψυχοκοινωνικής υποστήριξης και ψυχικής υγείας, καθώς και υπηρεσιών νομικής στήριξης, σε ενήλικες αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες που έχουν επιζήσει από βασανιστήρια. Μέχρι σήμερα έχουν ενταχθεί στο πρόγραμμα 160 άνθρωποι. Οι βασικές χώρες προέλευσης είναι η Συρία, το Ιράκ, το Ιράν, το Αφγανιστάν και αφρικανικές χώρες όπως η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, το Τόγκο, το Καμερούν, το Σουδάν και η Γκάνα. Το μεγαλύτερο ποσοστό των ωφελούμενων είναι άντρες, ηλικίας 18-35 ετών.