Το χρονοδιάγραμμα αλλά και την προτεραιοποίηση, που προβλέπει η κυβερνητική στρατηγική σχετικά με τον εμβολιασμό του πολιτών κατά της νόσου του κορονοϊού ανέλυσε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, στην τοποθέτηση του κατά την ευρεία σύσκεψη για το Εθνικό Σχέδιο Εμβολιασμού, που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα διαχείρισης της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας. Όπως επισημοποίησε ο κ. Μητσοτάκης, το εμβόλιο της Pfizer θα βρίσκεται στην χώρα μας στις 26 Δεκεμβρίου και από την επομένη, στις 27 θα ξεκινήσουν οι εμβολιασμοί σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, ενώ οι πρώτοι, που θα εμβολιαστούν θα είναι μία νοσηλεύτρια και ένας ηλικιωμένος συμπολίτης μας.
«Σύμφωνα με την τελευταία ενημέρωση την οποία έχουμε από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων, αναμένεται η έγκριση του πρώτου εμβολίου, θα είναι αυτό της Pfizer, στις 22 Δεκεμβρίου. Διανομές στην Ευρώπη θα ξεκινήσουν αμέσως μετά. Εκτιμούμε ότι οι πρώτες παρτίδες του εμβολίου θα είναι στη χώρα μας στις 26 Δεκεμβρίου και από την επόμενη, από τις 27 Δεκεμβρίου, θα μπορούμε να έχουμε τους πρώτους εμβολιασμούς σε πέντε νοσοκομεία αναφοράς στην Αθήνα και αμέσως μετά και στη Θεσσαλονίκη. Όπως γνωρίζετε και ακολουθώντας τις εισηγήσεις της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμού θα υπάρχει μία αυστηρή προτεραιοποίηση σε σχέση με το ποιοι συμπολίτες μας θα πρέπει να εμβολιαστούν πρώτοι. Θα προηγηθούν, προφανώς, οι εργαζόμενοι στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Πρωτίστως οι ήρωες μας, οι οποίοι σήκωσαν τόσο μεγάλο βάρος τους τελευταίους μήνες εργαζόμενοι στα νοσοκομεία μας, στα Κέντρα Υγείας, αλλά βέβαια και οι φιλοξενούμενοι σε μονάδες ηλικιωμένων. Και θα ακολουθήσουν αμέσως μετά οι συμπολίτες μας άνω των 65, υπολογίζουμε ότι σε αυτήν την ηλικιακή κατηγορία εντάσσονται συνολικά περί τα 2,4 εκατομμύρια συμπολίτες μας. Και οι πρώτοι συμπολίτες μας οι οποίοι θα εμβολιαστούν στη χώρα μας, θα είναι μία νοσηλεύτρια και ένας ηλικιωμένος συμπολίτης μας».
Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στη μεγάλη ομάδα από τα Υπουργεία Υγείας, Ψηφιακής Πολιτικής και Προστασίας του Πολίτη, η οποία με έδρα το κτίριο της ΓΓ Πολιτικής Προστασίας θα αναλάβει, όπως σημείωσε, το περίπλοκο, αλλά και εξαιρετικά σημαντικό εγχείρημα της διαδικασίας του εμβολιασμού, έτσι ώστε να θωρακιστούν το συντομότερο δυνατόν όσο το δυνατόν περισσότεροι συμπολίτες μας και το εμβόλιο να γίνει πραγματικά η αρχή του τέλους της πανδημίας. «Απέναντι στις μεγάλες δυσκολίες αντιτάσσουμε ένα επεξεργασμένο πρόγραμμα», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης. Ο πρωθυπουργός υπογράμμισε εκ νέου τη σημασία του εμβολιασμού, ιδίως μεταξύ των ηλικιωμένων συμπολιτών μας, τόνισε πως μόνον όταν εμβολιαστεί σχεδόν το 70% του πληθυσμού θα μπορούμε να ισχυριστούμε ότι αφήσαμε πίσω την πανδημία και επέμεινε πως για καιρό ακόμα εμβολιασμός και τήρηση των προστατευτικών μέτρων θα συμβαδίζουν. «Θέλω να επαναλάβω και να τονίσω πόσο σημαντική είναι η διαδικασία εμβολιασμού των πιο ηλικιωμένων συμπολιτών μας. Αρκεί να δείτε τα δεδομένα από τα νοσοκομεία. Αντιπροσωπεύουν, δυστυχώς, το 85% των συνανθρώπων μας που έχασαν τη ζωή τους από την αρχή της πανδημίας, άνω του 60% των διασωληνωμένων. Η θωράκισή τους λοιπόν, είναι πολύτιμη όχι μόνο για τους ίδιους, αλλά είναι και αυτή η οποία θα μας εξασφαλίσει τελικά την ανακούφιση για τις υγειονομικές δομές και για τους ανθρώπους τους, που σηκώνουν σήμερα ένα τεράστιο βάρος. Και βέβαια, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι μόνο όταν θα φτάσουμε κοντά στο 70% εμβολιασμού του συνόλου του ελληνικού πληθυσμού θα μπορούμε πια να μιλάμε με ασφάλεια ότι αφήσαμε πίσω μας την πανδημία. Έχουμε πει ότι οι αρχηγοί των Κοινοβουλευτικών Ομάδων, πολιτική και πολιτειακή ηγεσία θα κάνουμε από τους πρώτους το εμβόλιο για να δείξουμε με αυτό τον τρόπο την εμπιστοσύνη μας στην επιστήμη, αλλά θέλω για ακόμα μία φορά να πω, επιστήσω την προσοχή όλων, η πανδημία προφανώς δεν θα τελειώσει με το που θα αρχίσει η διαδικασία του εμβολιασμού. Η προφύλαξη και η θωράκιση δεν είναι ξεχωριστές φάσεις, είναι δύο παράλληλες διαδικασίες και τα περιοριστικά μέτρα θα μπορούν να αρθούν μόνο όταν παγιωθεί πια η πτωτική τάση της πανδημίας και θα χρειαστεί να κρατήσουμε ακόμα για καιρό περιορισμένες τις κοινωνικές μας επαφές, η κοινωνία θα τείνει με το ένα της χέρι στο εμβόλιο και με το άλλο θα συνεχίσει να σηκώνει τη μάσκα στο πρόσωπο. Και καθώς έρχονται και οι μέρες των γιορτών να επαναλάβω ακόμα μία φορά, την έκκληση μου, σε όλους να είμαστε δίπλα προσεκτικοί, να περιορίσουμε στο απολύτως ελάχιστο τις επαφές μας».
Δεν παρέλειψε, μάλιστα, να επιστήσει την προσοχή όλων στην περίοδο των εορτών, ενώ αναφέρθηκε εκ νέου στη σημασία του εμβολίου για τη μετά την πανδημία περίοδο: «Θα κάνουμε διαφορετικά Χριστούγεννα, αυτή τη φορά, θα έρθουν άλλα Χριστούγεννα, θα έρθουν άλλες Πρωτοχρονιές, που θα μπορούμε να γιορτάσουμε έτσι όπως γιορτάζαμε πάντα. Αυτά τα Χριστούγεννα και αυτή η Πρωτοχρονιά θα είναι και πρέπει να είναι διαφορετική και είμαι απολύτως σίγουρος ότι οι συμπολίτες μας θα ανταποκριθούν με αίσθημα ευθύνης και θα κάνουν αυτό το οποίο είναι σωστό. Σωστό για τους ίδιους, σωστό για τη χώρα. Κλείνω λέγοντας, ότι ο εμβολιασμός όταν με το καλό ολοκληρωθεί θα γράψει τις τελευταίες γραμμές στον επίλογο αυτής της μεγάλης μάχης κατά της πανδημίας και θα είναι και ο πρόλογος μιας νέας εποχής ασφάλειας και ευημερίας, που είμαι σίγουρος ότι θα ξημερώσει όταν με το καλό αφήσουμε πίσω μας αυτήν την πρωτοφανή περιπέτεια. Όπως έχουμε πει θα φέρει, όπως υποδηλώνει και ο τίτλος του σχεδίου, θα φέρει περισσότερη ελευθερία. Το εμβόλιο δεν μας απελευθερώνει μόνο από το ζυγό της υγειονομικής απειλής, αλλά αποτελεί ταυτόχρονα και ένα διαβατήριο ανάκτησης των μικρών και μεγάλων ελευθεριών μας, που γνώρισαν προσωρινούς πλην όμως αναγκαίους περιορισμούς. Σταματώ εδώ για να πάμε τώρα στις παρουσιάσεις μας».
Τέλος, παρέπεμψε στην κεντρική διαπραγμάτευση, που γίνεται κεντρικά από την Ευρωπαϊκή Ένωση με τις φαρμακοβιομηχανίες σε ό,τι αφορά τη μειωμένη σε αριθμούς εμβολίων πρώτη παρτίδα για όλα τα κράτη - μέλη της Ένωσης. «Είναι αλήθεια ότι η κεντρική διαπραγμάτευση, η οποία έγινε από τις Βρυξέλλες, σχετικά με τις διαδικασίες παράδοσης του εμβολίου, δημιούργησαν ένα μικρό κενό σε σχέση με τις αρχικές προσδοκίες οι οποίες είχαν καλλιεργηθεί. Θέλω να επαναλάβω ακόμα μία φορά ότι οι διαπραγματεύσεις αυτές γίνονται κεντρικά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κάθε χώρα λαμβάνει τα εμβόλια που της αναλογούν αναλογικά με τον πληθυσμό της και δεν υπάρχει καμία απολύτως διαφοροποίηση από αυτήν την πολιτική και τα εμβόλια φτάνουν σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες λίγο-πολύ την ίδια μέρα, κάθε παρτίδα θα φτάνει την ίδια μέρα, και μετά προφανώς η ευθύνη μεταπίπτει στις χώρες, έτσι ώστε να μπορέσουν να ακολουθήσουν τη εθνική στρατηγική εμβολιασμού με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ταχύτητα και όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ασφάλεια».