Πολιτική

Μετωπική ΔΝΤ- Ευρωπαίων για τις ελληνικές τράπεζες


Σε μετωπική σύγκρουση με τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό της Φραγκφούρτης (SSM) και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα φέρνουν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο οι προτάσεις του για γρήγορη μείωση των «κόκκινων» δανείων, με εκποιήσεις χαρτοφυλακίων και «τράβηγμα πρίζας» σε εταιρείες-ζόμπι, αλλά και για τη γρήγορη άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, με ακριβές χρονοδιάγραμμα με προκαθορισμένα ορόσημα.

Του Νώντα Χαλδούπη

Οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν πλήρως σχετικό ρεπορτάζ του Sofokleousin.gr  στις 6 Σεπτεμβρίου, όπου τονίζαμε τις ανησυχίες των Ελλήνων τραπεζιτών για τις προτάσεις που επρόκειτο να καταθέσει το ΔΝΤ για τα «κόκκινα» δάνεια.

Διαβάστε επίσης:  «Ιταλική» λύση - σοκ για τις τράπεζες από το ΔΝΤ!

Όμως, το κείμενο που δημοσιοποίησε το Ταμείο μετά την επίσκεψη του κλιμακίου του στην Αθήνα για τον έλεγχο βάσει του άρθρου 4 του καταστατικού του, προκαλεί προβληματισμό και σχετικά με τις θέσεις του για τα capital control, που κρίνεται ότι είναι πολύ πιο «προωθημένες» από ό,τι μπορεί να ανεχθεί το εγχώριο τραπεζικό σύστημα και το... ιερατείο της Φρανκφούρτης.

Οχι «μεσοβέζικες» ήπιες λύσεις

Ειδικά για τα κόκκινα δάνεια, οι απόψεις του Ταμείου «ταράζουν τα νερά» της διαφαινόμενης συμφωνίας των τραπεζιτών με τον SSM, που προβλέπει ότι οι τράπεζες θα πάρουν και άλλο χρόνο -ως το τέλος του 2017 - για να δοκιμάσουν τις πιο «ήπιες» συνταγές διευθέτησης προβληματικών δανείων, και μόνο αν δεν έχουν τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα θα επιβληθεί η «πικρή» συνταγή της πώλησης δανείων σε fund - σε «χτυπημένες» κατ’ ανάγκη τιμές.

Το Ταμείο αποδοκιμάζει προκαταβολικά αυτές τις «ήπιες» λύσεις στο κείμενο συμπερασμάτων, όπου εκφράζει με καθαρό τρόπο τις θέσεις του, χωρίς τις δεσμεύσεις που απορρέουν από τη συμμετοχή στους Θεσμούς των δανειστών. 

Αν και τυπικά δεν έχει τη δυνατότητα να επιβάλει τις απόψεις του, αφού πλέον μετέχει στους Θεσμούς μόνο με ιδιότητα συμβούλου και δεν έχει ενεργοποιηθεί ένα νέο πρόγραμμα για την Ελλάδα, το Ταμείο έχει βαρύνοντα λόγο ιδιαίτερα για τα θέματα του τραπεζικού συστήματος και οι θέσεις του δεν μπορούν να αγνοηθούν από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Σύμφωνα με το κείμενο του ΔΝΤ, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια πρέπει να μειωθούν ταχέως, για να δημιουργηθούν συνθήκες που θα επιτρέψουν να αρχίσει πάλι η χρηματοδότηση της οικονομίας. Δεν είναι ορθό, τονίζεται, να περιμένει κανείς ότι οι τράπεζες θα ξεπεράσουν το πρόβλημα μέσα από την ανάπτυξη. Διότι η ανάπτυξη στηρίζεται στο δανεισμό υγιών επιχειρήσεων, ο οποίος περιορίζεται αν οι τράπεζες επιλέγουν να κρατούν ζωντανές τις μη παραγωγικές και υπερχρεωμένες εταιρείες.

Αναδιαρθρώσεις επιχειρήσεων

 Για να φθάσει η Ελλάδα επιτυχώς στην οικονομική ανάκαμψη, τονίζεται, είναι απαραίτητο να υιοθετηθούν πολιτικές που υποστηρίζουν τη γρήγορη εκκαθάριση των τραπεζικών ισολογισμών. Θα πρέπει να ενθαρρυνθούν οι τράπεζες από τις εποπτικές αρχές να θέσουν φιλόδοξους στόχους μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων με βιώσιμες αναδιαρθρώσεις (σ.σ.: αυτό είναι ένα «καρφί» για τις ως τώρα ατελέσφορες ρυθμίσεις δανείων από τις τράπεζες), αλλά και με πωλήσεις δανείων.

Σε αυτό το σημείο του κειμένου, το Ταμείο κρίνει σκόπιμο να υπογραμμίσει ότι για να αντιμετωπισθούν τα «κόκκινα» δάνεια, πρέπει να διασφαλισθεί ότι οι τράπεζες διαθέτουν επαρκή κεφάλαια, ακόμη και αν αυτό έχει κόστος. Προφανώς, πρόκειται για έμμεση αναφορά στη γνωστή πρόταση που έχει διατυπώσει το ΔΝΤ, να αξιοποιηθούν άλλα 10 δισ. ευρώ από το δάνειο των 86 δισ. ευρώ για την ενίσχυση της κεφαλαιακής  βάσης των τραπεζών.

Τα capital control

 Σχετικά με τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων, το Ταμείο διατυπώνει  επίσης προτάσεις «αιρετικές» σε σχέση με την κοινή συνισταμένη των θέσεων της ΕΚΤ και των Ελλήνων τραπεζιτών, που έχουν «βολευτεί» με το σημερινό καθεστώς.  Αυτό το καθεστώς  προστατεύει τις τράπεζες από ανεπιθύμητες αντιδράσεις καταθετών και θέλουν να φθάσουν στην άρση του με αργούς ρυθμούς και χωρίς να δεσμεύονται για τις επόμενες κινήσεις.

Ιδιαίτερα η ΕΚΤ, σύμφωνα με πληροφορίες, θέλει να μεταθέσει όσο αργότερα γίνεται την άρση των περιορισμών, ώστε σε περίπτωση κάποιας αναταραχής  να μη βρεθεί πάλι υποχρεωμένη να αυξήσει εκ νέου τον έκτακτο δανεισμό των  τραπεζών (ELA), για τον οποίο υπάρχουν μεγάλες πολιτικές ευαισθησίες και αντιδράσεις στη Γερμανία, ιδιαίτερα εν μέσω παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου.

Το Ταμείο δεν είναι υποχρεωμένο από το ρόλο του να σέβεται τέτοιες “ευαισθησίες”.  Γι αυτό υπογραμμίζει ότι οι συνθήκες στις πληρωμές πρέπει να εξομαλυνθούν, καθώς οι περιορισμοί που διατηρούνται εμποδίζουν την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και την επιστροφή ρευστότητας που έχει ανάγκη η οικονομία. Οι αρχές, υπογραμμίζει το Ταμείο, θα πρέπει να χαλαρώσουν τους περιορισμούς γρήγορα και με προβλέψιμο τρόπο, στη βάση ενός οδικού χάρτη με ορόσημα, ενώ θα διατηρούν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.