Βάζοντας κυριολεκτικά μία ακόμη «νάρκη» στη εν εξελίξει διαπραγμάτευση, οι δανειστές ζητούν επιτακτικά τη μείωση του αφορολόγητου ορίου των μισθωτών αισθητά κάτω από το επίπεδο των 9.000 ευρώ, προκειμένου να διευρυνθεί η φορολογική βάση και να εξασφαλιστούν πρόσθετα έσοδα πρός κάλυψη του δημοσιονομικού κενού των επόμενων ετών. Η απαίτηση απορρίπτεται κατηγορηματικά από την ελληνική πλευρά και δεν έχει τεθεί καν προς συζήτηση στις άτυπες διαβουλεύσεις μεταξύ των δύο πλευρών.
Το θέμα έχει συζητηθεί πάντως σε διαβουλεύσεις μεταξύ των μελών του Κουαρτέτου, όπου επιχειρείται σύγκλιση απόψεων μεταξύ ευρωπαϊκών Θεσμών και ΔΝΤ, το οποίο επιμένει σε σκληρά μέτρα, εκτιμώντας ότι το δημοσιονομικό κενό θα είναι σχεδόν διπλάσιο απ' ό,τι το υπολογίζουν οι Ευρωπαίοι.
Το αφορολόγητο για μισθωτούς-συνταξιούχους είναι τώρα 9.545 ευρώ και ισχύει εμμέσως, μέσω της μείωσης του φόρου έως 2.100 ευρώ.
Οι τεχνοκράτες των Θεσμών θεωρούν ότι υπό τις παρούσες οικονομικές συνθήκες και με τα εισοδηματικά δεδομένα που υπάρχουν στην Ελλάδα, αυτό το αφορολόγητο είναι «υψηλό», καθώς ουσιαστικά απαλλάσσει από οποιαδήποτε φορολογική επιβάρυνση μερικές εκατοντάδες χιλιάδες άτομα.
Η ελληνική πλευρά αντιτάσσει ότι δεν είναι κοινωνικά δίκαιο ούτε οικονομικά-δημοσιονομικά σκόπιμο να φορολογηθούν οικογενειακά εισοδήματα της τάξεως των 800-900 ευρώ μηνιαίως. Τα ποσά που θα απέφερε αυτή η φορολόγηση χαμηλών εισοδημάτων με μείωση του αφορολογήτου, μπορούν να εξασφαλισθούν από άλλες πηγές, ή με μικρή αύξηση του συντελεστή για τα υψηλά εισοδήματα.
Η κυβέρνηση επιμένει ειδικότερα στην πρόταση να αυξηθούν κλιμακωτά οι συντελεστές φόρου για εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ