Πολιτική

Μειωμένη η ευεργετική δράση της βιταμίνης D σε μετεμμηνοπαυσιακές ηλικίες


Οι υψηλές δόσεις βιταμίνης D δεν φαίνονται να βοηθούν ιδιαίτερα την ενίσχυση των οστών σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, σύμφωνα με νέα μελέτη.

Η βιταμίνη D βοηθά το σώμα να αξιοποιεί το ασβέστιο, που, με τη σειρά του, ενισχύει την υγεία των οστών. Γυναίκες που έπαιρναν συμπληρώματα βιταμίνης D υψηλής περιεκτικότητας, μετά από ένα χρόνο, απορροφούσαν ελαφρώς περισσότερο ασβέστιο στο αίμα σε σύγκριση με τις γυναίκες που προσλάμβαναν χαμηλές δόσεις βιταμίνης D. Αλλά αυτό δεν φαίνεται να έχει σημασία, καθώς και στις δυο περιπτώσεις παρουσιάστηκαν παρόμοια αποτελέσματα όσον αφορά την οστική πυκνότητας, τη μυϊκής μάζα και τον κίνδυνο πτώσης.

«Καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να προσλαμβάνουμε περισσότερη βιταμίνη D από τη συνιστώμενη ημερήσια δόση,» δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας Dr. Karen Hansen στο Πανεπιστημίου του Wisconsin.

Οι πτώσεις είναι κύρια αιτία θανατηφόρων και μη τραυματισμών στους ηλικιωμένους, σύμφωνα με το Αμερικανικό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων. Για τις γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας, ο κίνδυνος τραυματισμών από πτώση αυξάνεται από την οστεοπόρωση, η οποία συμβαίνει λόγω της μειωμένης παραγωγής οιστρογόνων μετά την εμμηνόπαυση.

Για τις περισσότερες ενήλικες γυναίκες, η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη βιταμίνης D είναι 600 ΔΜ (διεθνείς μονάδες), ή 800 ΔΜ μετά τα 70, σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας των ΗΠΑ. Αν και λίγες τροφές παρέχουν βιταμίνη D, μπορούμε να τη βρούμε στο μοσχαρίσιο συκώτι, σε κονσέρβα με σολομό ή σαρδέλες, στο τυρί και τους κρόκους αυγών, καθώς και στο εμπλουτισμένο γάλα και πορτοκαλάδα.

Ακόμα κι αν ορισμένοι γιατροί συμφωνούν πως η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για την υγεία των οστών, πολλοί γιατροί συνεχίζουν να αναρωτιούνται για το ρόλο, την κατάλληλη ποσότητα, καθώς και την ιδανική συγκέντρωση αυτού του θρεπτικού συστατικού στο αίμα.