Τράπεζες

Μεγάλη αύξηση επιτοκίων από την ΕΚΤ και δέσμευση για στήριξη τραπεζών


Παρά την αναταραχή που έχουν προκαλέσει τα αυξημένα επιτόκια στις ευρωπαϊκές τράπεζες, η ΕΚΤ προχωρά στην αύξηση κατά μισή μονάδα που είχε ήδη προαναγγείλει, αφήνοντας όμως ανοικτό το ενδεχόμενο να φρενάρει τις αυξήσεις από τον Μάιο. Παράλληλα, το συμβούλιο της κεντρικής τράπεζας τονίζει ότι παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στο τραπεζικό σύστημα και είναι έτοιμο να λάβει μέτρα για την προστασία της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

Εν μέσω της αναταραχής που έχει προκαλέσει το δράμα της Credit Suisse και, νωρίτερα, οι καταρρεύσεις μικρών τραπεζών στις ΗΠΑ, η ΕΚΤ προσπάθησε σήμερα να κρατήσει μια ισορροπία ανάμεσα στην ανάγκη να συνεχισθεί η μάχη με τον πληθωρισμό, που προβλέπεται ότι θα παραμείνει πολύ υψηλός, και στην ανάγκη να προστατευθούν, κατά το δυνατό, οι ευρωπαϊκές τράπεζες από τις παρενέργειες της απότομης αύξησης των επιτοκίων. Άλλωστε, ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λούις ντε Γκουίντος, ενημέρωσε τους υπουργούς Οικονομικών την Τρίτη ότι υπάρχουν τράπεζες στην ευρωζώνη, οι οποίες έχουν δυσκολίες με τα αυξημένα επιτόκια.

Με αυτά τα δεδομένα, οι τραπεζίτες αποφάσισαν να μην κάνουν πίσω, σε ό,τι αφορά τη νέα μεγάλη αύξηση επιτοκίων κατά μισή μονάδα, ώστε να διατηρηθεί η αξιοπιστία της νομισματικής πολιτικής, αλλά αυτή την φορά δεν προαναγγέλλουν με σαφήνεια τα επόμενα βήματα, αλλά τονίζουν ότι οι αποφάσεις τον Μάιο θα εξαρτηθούν από τα επόμενα οικονομικά στοιχεία, κάτι που σημαίνει ότι θα μπορούσαν να επιβραδύνουν τον ρυθμό στο 0,25% ή ακόμη και να κάνουν μια παύση στις αυξήσεις επιτοκίων.

Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση του συμβουλίου, ο πληθωρισμός προβλέπεται να παραμείνει υπερβολικά υψηλός για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα. Ως εκ τούτου, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 50 μονάδες βάσης, συμβαδίζοντας με την αποφασιστικότητά του να διασφαλίσει την έγκαιρη επάνοδο του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%.

Το αυξημένο επίπεδο αβεβαιότητας ενισχύει τη σημασία μιας προσέγγισης που εξαρτάται από τα στοιχεία στις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου για τα επιτόκια πολιτικής, η οποία θα καθοριστεί από την αξιολόγηση των προοπτικών για τον πληθωρισμό υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών στοιχείων, της δυναμικής του υποκείμενου πληθωρισμού και της ισχυρής μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής.

Το Διοικητικό Συμβούλιο παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις τρέχουσες εντάσεις στην αγορά και είναι έτοιμο να ανταποκριθεί ανάλογα με τις ανάγκες για τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στη ζώνη του ευρώ. Ο τραπεζικός τομέας της ζώνης του ευρώ είναι ανθεκτικός, με ισχυρές θέσεις κεφαλαίου και ρευστότητας. Σε κάθε περίπτωση, η εργαλειοθήκη πολιτικής της ΕΚΤ είναι πλήρως εξοπλισμένη για την παροχή στήριξης ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της ζώνης του ευρώ, εάν χρειαστεί, και για τη διατήρηση της ομαλής μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής.

Πληθωρισμός πάνω από 2% και το 2025

Οι νέες μακροοικονομικές προβολές εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ οριστικοποιήθηκαν στις αρχές Μαρτίου, πριν από την πρόσφατη εμφάνιση εντάσεων στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Ως εκ τούτου, οι εντάσεις αυτές συνεπάγονται πρόσθετη αβεβαιότητα σχετικά με τις βασικές εκτιμήσεις για τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη. Πριν από αυτές τις τελευταίες εξελίξεις, το βασικό σενάριο για τον μετρούμενο πληθωρισμό είχε ήδη αναθεωρηθεί προς τα κάτω, κυρίως λόγω της μικρότερης συμβολής των τιμών της ενέργειας από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως. Το προσωπικό της ΕΚΤ βλέπει τώρα τον πληθωρισμό να διαμορφώνεται κατά μέσο όρο σε 5,3% το 2023, 2,9% το 2024 και 2,1% το 2025.

Ταυτόχρονα, οι υποκείμενες πιέσεις στις τιμές παραμένουν ισχυρές. Ο πληθωρισμός χωρίς την ενέργεια και τα είδη διατροφής συνέχισε να αυξάνεται τον Φεβρουάριο και τα στελέχη της ΕΚΤ αναμένουν ότι θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 4,6% το 2023, ποσοστό υψηλότερο από ό,τι προβλεπόταν στις προβολές του Δεκεμβρίου. Στη συνέχεια, προβλέπεται να μειωθεί σε 2,5% το 2024 και 2,2% το 2025, καθώς οι ανοδικές πιέσεις από προηγούμενες διαταραχές της προσφοράς και την επαναλειτουργία της οικονομίας εξασθενούν και καθώς η αυστηρότερη νομισματική πολιτική περιορίζει όλο και περισσότερο τη ζήτηση.

Οι προβολές του βασικού σεναρίου για την ανάπτυξη το 2023 αναθεωρήθηκαν προς τα πάνω σε 1,0% κατά μέσο όρο ως αποτέλεσμα τόσο της μείωσης των τιμών της ενέργειας όσο και της μεγαλύτερης ανθεκτικότητας της οικονομίας στο δύσκολο διεθνές περιβάλλον. Στη συνέχεια, στελέχη της ΕΚΤ αναμένουν ότι η ανάπτυξη θα επιταχυνθεί περαιτέρω, στο 1,6%, τόσο το 2024 όσο και το 2025, υποστηριζόμενη από μια εύρωστη αγορά εργασίας, βελτιώνοντας την εμπιστοσύνη και την ανάκαμψη των πραγματικών εισοδημάτων. Ταυτόχρονα, η επιτάχυνση της ανάπτυξης το 2024 και το 2025 είναι ασθενέστερη από ό,τι προβλεπόταν τον Δεκέμβριο, λόγω της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής.

Βασικά επιτόκια της ΕΚΤ

Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 50 μονάδες βάσης. Κατά συνέπεια, το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα αυξηθούν σε 3,50%, 3,75% και 3,00% αντιστοίχως, με ισχύ από τις 22 Μαρτίου 2023.
Πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού (APP) και έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (PEPP)

Το χαρτοφυλάκιο του APP μειώνεται με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν επανεπενδύει όλα τα ποσά κεφαλαίου από τίτλους που λήγουν. Η μείωση θα ανέλθει κατά μέσο όρο σε 15 δισεκατομμύρια ευρώ μηνιαίως έως το τέλος Ιουνίου 2023 και ο επόμενος ρυθμός της θα καθοριστεί με την πάροδο του χρόνου.

Όσον αφορά το PEPP, το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να επανεπενδύει τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων αποκτηθέντων στο πλαίσιο του προγράμματος κατά τη λήξη τους τουλάχιστον έως το τέλος του 2024. Σε κάθε περίπτωση, η μελλοντική σταδιακή μείωση (roll-off) του χαρτοφυλακίου PEPP θα ρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να αποφευχθούν παρεμβολές στην κατάλληλη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.

Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να εφαρμόζει ευελιξία όσον αφορά την επανεπένδυση εξαγορών που καθίστανται ληξιπρόθεσμες στο χαρτοφυλάκιο PEPP, με σκοπό την αντιμετώπιση των κινδύνων για τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής που σχετίζονται με την πανδημία.

Αναχρηματοδότηση

Καθώς οι τράπεζες αποπληρώνουν τα ποσά δανεισμού στο πλαίσιο των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης, το Διοικητικό Συμβούλιο θα αξιολογεί τακτικά τον τρόπο με τον οποίο οι στοχευμένες δανειοδοτικές πράξεις συμβάλλουν στην κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής του.

Ετοιμότητα για αναπροσαρμογή πολιτικής

Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να προσαρμόσει όλα τα μέσα που διαθέτει στο πλαίσιο της εντολής του προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα και να διαφυλάξει την ομαλή λειτουργία της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Η εργαλειοθήκη πολιτικής της ΕΚΤ είναι πλήρως εξοπλισμένη για την παροχή στήριξης ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της ζώνης του ευρώ, εάν χρειαστεί.

Επιπλέον, το Μέσο Προστασίας της Μετάδοσης είναι διαθέσιμο για την αντιμετώπιση της αδικαιολόγητης και μη εύρυθμης δυναμικής της αγοράς που συνιστά σοβαρή απειλή για τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ, επιτρέποντας έτσι στο Διοικητικό Συμβούλιο να εκπληρώσει αποτελεσματικότερα την αποστολή του για σταθερότητα των τιμών.