Ρητή διαβεβαίωση ότι η επίμαχη διάταξη για το επιτόκιο οφειλών του δημοσίου προς ιδιώτες, δεν σχετίζεται με το γενικό επιτόκιο για τις επιστροφές αχρεωστήτως καταβληθέντων φόρων, παρέσχε η υφυπουργός Οικονομικών Κατερίνα Παπανάτσιου, μιλώντας απόψε στη Βουλή. Πρόκειται για το άρθρο που έχει περιληφθεί στο νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών που συζητήθηκε και ψηφίστηκε απόψε στην Ολομέλεια, και το οποίο δέχεται σφοδρές επικρίσεις από τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
«Οι νέες διατάξεις που προτείνουμε δεν αφορούν συλλήβδην τις περιπτώσεις έντοκης επιστροφής αξιώσεων των πολιτών από το Δημόσιο, αλλά υπάρχουν και εξαιρέσεις. Καταρχήν, δεν αφορούν την έντοκη επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων φόρων», είπε η υφυπουργός Οικονομικών και επισήμανε ότι οι αχρεωστήτως καταβληθέντες φόροι, είναι φόροι εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, παρακρατούμενοι φόροι, ΦΠΑ. Η κ. Παπανάτσιου, είπε ακόμη ότι το συγκεκριμένο άρθρο δεν αφορά τις περιπτώσεις κατά τις οποίες συμβάλλεται νόμιμα το Δημόσιο και έχει περιληφθεί ειδική πρόβλεψη σχετικά με το εφαρμοζόμενο επιτόκιο. Το συγκεκριμένο άρθρο δεν αφορά, ούτε τις αξιώσεις των ιδιωτών που στηρίζονται σε ειδικές και ευθέως εφαρμοζόμενες διατάξεις του ενωσιακού δικαίου, με τις οποίες έχει καθοριστεί ρητά και ειδικά το ύψος του επιτοκίου.
Το άρθρο, όπως διευκρίνισε η υφυπουργός Οικονομικών, αφορά στις αγωγές για αποζημίωση κατά του Δημοσίου. Παράλληλα, η κ. Παπανάτσιου έσπευσε να επισημάνει ότι το επιτόκιο στα ληξιπρόθεσμα χρέη των πολιτών προς το Δημόσιο, τα οποία δεν είναι ρυθμισμένα, ανέρχεται σε 8,76% ή 0,73% κάθε μήνα, ενώ, αν ο οφειλέτης βρίσκεται στη ρύθμιση, το επιτόκιο είναι 5%.
ΑΠΕ-ΜΠΕ