Με ένα άρθρο-παρέμβαση στην εφημερίδα «Καθημερινή της Κυριακής» ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας κ. Θεόδωρος Τρύφων, θέτει τα δεδομένα της φαρμακευτικής αγοράς στην πραγματική τους βάση αποσαφηνίζοντας αλήθειες και μύθους γύρω από τα ελληνικά φάρμακα, την ασκούμενη πολιτική υγείας καθώς και την πραγματική αναπτυξιακή διάσταση της ελληνικής παραγωγής.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΠΕΦ, η δημόσια συζήτηση για τη φαρμακευτική πολιτική, υπό το κλίμα των τελευταίων εβδομάδων, τείνει να υποβαθμιστεί στο επίπεδο του λαϊκισμού και αυτό, δίνει την ευκαιρία σε διάφορα συμφέροντα να διακινούν, για την εξυπηρέτησή τους, ψευδείς και παραπλανητικές πληροφορίες που έχουν κύριο στόχο την απαξίωση της ελληνικής παραγωγής φαρμάκων.
Όπως λέει, η Ελλάδα, μία χώρα σε παρατεταμένη κρίση, έχει το θλιβερό προνόμιο να είναι τελευταία σε χρήση οικονομικών φαρμάκων και γενοσήμων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πέραν της αποδεδειγμένης θεραπευτικής αξιοπιστίας τους, τα γενόσημα, λόγω της χαμηλής τιμής τους, λειτουργούν ως παράγων εξοικονόμησης κόστους στα συστήματα υγείας σε όλο τον κόσμο. Γι’ αυτό άλλωστε και ο μ.ό. της χρήσης οικονομικών γενοσήμων στις χώρες της Ευρώπης ξεπερνά το 50% της συνολικής κατανάλωσης φαρμάκων. Στη χώρα μας το αντίστοιχο ποσοστό κινείται γύρω στο 20%.
Τα ελληνικά φάρμακα δεν είναι μόνο ποιοτικά και αποτελεσματικά
Όπως αναφέρει ο πρόεδρος της ΠΕΦ τα ελληνικά φάρμακα είναι ποιοτικά, αποτελεσματικά και εξαιρετικά οικονομικά και αποτελούν την καλύτερη και οικονομικότερη λύση σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη εναλλακτική επιλογή έχει ο Έλληνας ασθενής, ο γιατρός, τα Ταμεία. Πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους, όπως λέει, ότι τα ελληνικά φάρμακα αποτελούν την οικονομικότερη επιλογή όμως δυστυχώς δεν χρησιμοποιούνται. Οι λιανικές τιμές τους κυμαίνονται κατά μ.ό. στο επίπεδο των 11 ευρώ, τη στιγμή που ο αντίστοιχος μ.ό. των ήδη κυκλοφορούντων πρωτοτύπων είναι στα 163 ευρώ ενώ τα νέα εισαγόμενα πρωτότυπα κινούνται στα 506 ευρώ!!! Είναι χαρακτηριστικό ότι το 47% των παραγόμενων ελληνικών γενοσήμων διατίθεται σε λιανικές τιμές κάτω των 4 ευρώ.
Η πολιτική τιμών στα μνημονιακά χρόνια, με παρεμβάσεις της Τρόικα, έχει οδηγήσει το σύστημα περίθαλψης σε σοβαρές στρεβλώσεις
Κατά παράδοξο τρόπο, οι διαρκείς ανατιμολογήσεις έπληξαν καίρια τα οικονομικά φάρμακα και βεβαίως την ελληνική φαρμακοβιομηχανία της οποίας αποτελούν την κύρια παραγωγή. Μέσα από συνεχείς ανατιμολογήσεις από το 2009, οι τιμές των γενοσήμων έχουν μειωθεί μεσοσταθμικά κατά 68%. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις τελευταίες 4 ανατιμολογήσεις οι μειώσεις στα γενόσημα ήταν της τάξης του 10% σε κάθε ανατιμολόγηση, ενώ οι αντίστοιχες μειώσεις στα υπόλοιπα φάρμακα κυμαίνονταν στο 1%.
Στο πλαίσιο των κλειστών χαμηλών προϋπολογισμών, μετά τις άμεσες μειώσεις στις τιμές των φαρμάκων, επιβάλλονται στη βιομηχανία επιπλέον υποχρεωτικές εκπτώσεις και επιστροφές. Οι επιβαρύνσεις αυτές είναι οριζόντιες, επιβάλλονται επί δικαίων και αδίκων και πλήττουν την ελληνική φαρμακοβιομηχανία η οποία υφίσταται οικονομικές συνέπειες για υπερβάσεις που δεν της αναλογούν. Το 2017 αυτό το χαράτσι έφτασε στο εξωφρενικό 37% επί της τιμής παραγωγού (ex-factory). Το αποτέλεσμα είναι η φαρμακοβιομηχανία στην Ελλάδα να προσφέρει στο δημόσιο 1 στα 3 φάρμακα δωρεάν. Οι συνθήκες αυτές οδηγούν στην αδυναμία παραγωγής πολλών καταξιωμένων φαρμάκων. Η απόσυρσή τους οδηγεί αναπόφευκτα σε υποκατάστασή τους από ακριβές εισαγωγές.
Η ελληνική φαρμακοβιομηχανία, έχει συνεχή δημιουργική δραστηριότητα 60 ετών
Οι 28 σύγχρονες ελληνικές παραγωγικές μονάδες δημιουργούν σημαντικές προστιθέμενες αξίες στην εθνική οικονομία, σε όρους απασχόλησης, επενδύσεων, εξαγωγών, έρευνας και ανάπτυξης. Παράγουν ανταγωνιστικά φαρμακευτικά προϊόντα, υψηλών προδιαγραφών, τα οποία πιστοποιούνται και εξάγονται σε περισσότερες από 85 χώρες, αναδεικνύοντας το ελληνικό φάρμακο ως το δεύτερο εξαγώγιμο προϊόν της χώρας. Επομένως, η ελληνική φαρμακοβιομηχανία μπορεί να δώσει ασφαλείς λύσεις στο σύστημα υγείας, μειώνοντας σημαντικά τη δημόσια δαπάνη, αφού μπορεί να καλύψει υπεύθυνα έως και το 60% των αναγκών περίθαλψης των ασθενών.
Η χώρα μπορεί να αξιοποιήσει τις παραγωγικές δυνάμεις της
Να σταματήσει ο φαύλος κύκλος των ελλειμμάτων και της υπερχρέωσης επισημαίνει ο κ. Τρλυφων και συμπληρώνει «Να κοιτάξουμε μπροστά. Η χώρα να σταματήσει να εισάγει ό,τι ήδη παράγει. Γιατί αύξηση της εθνικής παραγωγής σημαίνει εθνική ανεξαρτησία, σημαίνει δουλειά για τους άνεργους, συγκράτηση του brain-drain, κοινωνική συνοχή, γνήσια έσοδα για το δημόσιο, ανάπτυξη. Η ελληνική βιομηχανία μπορεί. Και αυτό σε πείσμα κάποιων ισχυρών εισαγωγικών συμφερόντων και όσων άκριτα τα υποστηρίζουν».