Επενδύσεις, ύψους 350 εκατ. ευρώ, σχεδιάζει να υλοποιήσει η Lidl Ελλάς έως το 2023. Συγκεκριμένα όπως ανέφερε ο πρόεδρος διοίκησης, Ιάκωβος Ανδρεανίδης, στο πλαίσιο εκδήλωσης που πραγματοποίησε η εταιρεία, το επενδυτικό πλάνο προβλέπει για το τρέχον οικονομικό έτος, δηλαδή μέχρι τον Φεβρουάριο, τη λειτουργία δύο νέων καταστημάτων στην Αθήνα (Πετράλωνα και Κερατσίνι).
Για το 2021 έχει τεθεί ως στόχος η δημιουργία τεσσάρων καταστημάτων και πέντε καταστημάτων για το 2022, εκ των οποίων περισσότερα από τα μισά θα λειτουργήσουν στην Αθήνα. Συνολικά δηλαδή προγραμματίζεται η δημιουργία 11 νέων καταστημάτων σε βάθος τριετίας.
Την ίδια ώρα δρομολογείται η δημιουργία νέου Logistic Center το οποίο θα υποστηρίξει τις αυξανόμενες ανάγκες της εταιρείας και την περαιτέρω ανάπτυξη του δικτύου. Σημειώνεται ότι ανάμεσα στις πρωτοβουλίες που σχεδιάζει για το επόμενο διάστημα η εταιρεία αποτελεί και το Lidl Plus. Πρόκειται για ένα καινοτόμο πρόγραμμα πιστότητας που θα λανσάρει πανελλαδικά την επόμενη Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου.
Η αλυσίδα, σύμφωνα με όσα ανέφερε ο κ. Ανδρεανίδης, κινείται το 2020 με θετικό πρόσημο, με τον τζίρο να 'τρέχει' με ρυθμούς μεγαλύτερους από το 2019, γεγονός που οφείλεται στην υπεραπόδοση των καταστημάτων στα αστικά κέντρα η οποία κάλυψε τις απώλειες που είχαν τα καταστήματα στις τουριστικές περιοχές. Αυτό έρχεται σε συνέχεια μιας πολύ καλής χρονιά της Lidl Ελλάς καθώς το 2019 κινήθηκε με βελτιωμένους δείκτες σε όλα τα επίπεδα.
«Διευρύναμε την πελατειακή μας βάση, αυξήσαμε την επισκεψιμότητα στα καταστήματα, αλλά και 'μεγαλώσαμε' το καλάθι των αγορών. Όλα αυτά συντέλεσαν ώστε να πετύχουμε σημαντική αύξηση στον τζίρο μας και να κλείσουμε θετικά, σε ποσοστό 8,8%» σημείωσε ο κ. Ανδρεανίδης.
Παράλληλα, εμφανίστηκε αισιόδοξος και σίγουρος για το επιχειρηματικό μοντέλο και τη δυναμική που έχει αναπτύξει τα τελευταία χρόνια η Lidl στην Ελλάδα δηλώνοντας μάλιστα πως στόχος της εταιρείας είναι να κατακτήσει τη δεύτερη θέση του οργανωμένου λιανεμπορίου μέσα στην επόμενη διετία.
Ερωτηθείς για την προοπτική εισόδου της εταιρείας στο ηλεκτρονικό εμπόριο,ο κ. Ανδρεανίδης σημείωσε πως στην παρούσα φάση οι συνθήκες δεν είναι ώριμες για μια τέτοια κίνηση ωστόσο υπογράμμισε ότι όταν η εταιρεία το αποφασίσει, αυτό θα γίνει με την κατηγορία μη τρόφιμων (non food) προϊόντων.
Κληθείς να σχολιάσει την κινητικότητα που παρατηρείται στην αγορά του λιανεμπορίου και πόσο πιθανός είναι ένας νέος γύρος συγκέντρωσης, ο κ. Ανδρεανίδης εκτίμησε πως θα γίνουν ανακατατάξεις το επόμενο διάστημα μέσα από εξαγορές και συγχωνεύσεις, ωστόσο ξεκαθάρισε πως η Lidl Ελλάς δεν σκοπεύει να προχωρήσει σε εξαγορά καθώς παραμένει πιστή στην στρατηγική της για οργανική ανάπτυξη.
Ερωτηθείς για την ρώσικη αλυσίδα σούπερ μάρκετ MERE η οποία σύμφωνα με δημοσιεύματα προετοιμάζει την είσοδό της στην ελληνική αγορά, ο κ. Ανδρεανίδης τόνισε ότι «κάθε ανταγωνιστής είναι καλοδεχούμενος. Είναι προς όφελος του καταναλωτή η παροχή ποιοτικών υπηρεσιών».
Ειδική αναφορά έκανε και στους προμηθευτές που συνεργάζεται η εταιρεία. Όπως είπε, το 2019 η Lidl Ελλάς συνεργάστηκε με περισσότερους από 400 Έλληνες προμηθευτές τροφίμων στους οποίους δόθηκε η δυνατότητα να εξάγουν απευθείας τα προϊόντα τους σε 28 ευρωπαϊκές χώρες, όπου υπάρχουν καταστήματα Lidl αλλά και να προβάλλονται μέσα από τις ελληνικές θεματικές εβδομάδες Eridanous.
«Ο τζίρος των ελληνικών εταιρειών, από την εξαγωγή ελληνικών προϊόντων για τις θεματικές εβδομάδες Eridanous ανήλθε σε 51 εκατ. ευρώ για το έτος 2019.
Και είναι αξιοσημείωτο ότι είχαμε αύξηση κατά 28% τα τελευταία 2 χρόνια» σημείωσε ο κ. Ανδρεανίδης.
Η Lidl Ελλάς, όπως αναφέρθηκε, για περισσότερα από 20 χρόνια αναπτύσσεται δεμένη γερά με την προοπτική της χώρας. «Είμαστε κοινωνικοί συνοδοιπόροι, πολύ περισσότερο στις περιόδους κρίσης. Γιατί στις δύσκολες στιγμές η ευθύνη πέφτει βαρύτερη στους ώμους μας. Όσο μεγαλύτερη η εταιρεία, τόσο μεγαλύτερη η ευθύνη της να στηρίξει, να συσπειρώσει τον κοινωνικό ιστό» υπογράμμισε ο κ. Ανδρεανίδης. Στο πλαίσιο αυτό, μόνο στην περίοδο του lockdown η εταιρεία προχώρησε σε 450 νέες προσλήψεις, ενώ ο μέσος όρος εξόφλησης προμηθευτών της εταιρείας παραμένει στις 62 ημέρες. Την ίδια στιγμή ο μέσος όρος στο σύνολο του κλάδου είναι 122 ημέρες.