«Η κυβέρνηση φέρνει για άλλη μια φορά έναν προϋπολογισμό εκτός κοινωνικού κλίματος. Αυτό που κυριαρχεί στην καθημερινότητα της πλειοψηφίας της κοινωνίας είναι αβεβαιότητα, φόβος και ανασφάλεια για την επιβίωση, για το σήμερα και αύριο, για το μέλλον των νέων ανθρώπων, για την πορεία της χώρας», τόνισε στην ομιλία του ο Ανδρέας Ξανθός, βουλευτής Ρεθύμνου και τομεάρχης Υγείας της ΚΟ ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για τον Προϋπολογισμό του 2023.
Τετραπλάσια θνησιμότητα στην Ελλάδα από κορονοϊό
Με βάση τα στοιχεία του ECDC, αυτή την περίοδο καταγράφεται σχεδόν τετραπλάσια θνησιμότητα από covid-19 στην Ελλάδα σε σύγκριση με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σε έκθεση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC), η χώρα μας καταλαμβάνει την πρώτη θέση μεταξύ των μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε θανάτους τις τελευταίες 14 μέρες.
Στη χώρα μας αναλογούν 26,5 θάνατοι ανά εκατομμύριο πληθυσμού, έναντι μόλις 7 θανάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Δεν ενισχύεται το ΕΣΥ
Ο προϋπολογισμός του 2023 είναι απόλυτα συμβατός με την πολιτική επιλογή της Κυβέρνησης Μητσοτάκη να μην ενισχύσει το ΕΣΥ και να αγνοήσει τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για ενδυνάμωση των δημόσιων συστημάτων υγείας.
Όπως πέρυσι εν μέσω πανδημίας περιόρισε τη χρηματοδότηση του συστήματος υγείας διογκώνοντας τις ακάλυπτες υγειονομικές ανάγκες των πολιτών και αυξάνοντας τις ανισότητες στην φροντίδα, έτσι και φέτος η κυβέρνηση αρνείται την πραγματικότητα της συνεχιζόμενης υγειονομικής κρίσης και της ανάγκης για γενναία επένδυση στο ΕΣΥ και στο ανθρώπινο δυναμικό του.
Αρνείται πεισματικά να αναγνωρίσει την πλήρη αποδιοργάνωση των δημόσιων δομών υγείας (πρωτοβάθμιων και νοσοκομειακών), την επαγγελματική εξουθένωση και απόγνωση του υγειονομικού προσωπικού που οδηγεί σε διογκούμενο κύμα παραίτησης και φυγής γιατρών από τη χώρα, καθώς και το γεγονός ότι μεγάλο μέρος του πληθυσμού (1 στους 4 πολίτες) βιώνει ξανά «υγειονομική φτώχεια», αδυνατώντας να καλύψει βασικές ανάγκες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης .
Περικοπές δαπανών
Ο προϋπολογισμός λοιπόν του 2023, σε μια περίοδο που η πανδημία covid-19 είναι ακόμα παρούσα, η κρίση στελέχωσης του ΕΣΥ επιδεινώνεται συνεχώς και τα διαλυτικά φαινόμενα στη λειτουργία των Κέντρων Υγείας και των νοσοκομείων είναι ορατά σε όλη τη χώρα, έχει για άλλη μια χρονιά τη «σφραγίδα» της περικοπής δαπανών και της πολιτικής επιλογής να συρρικνωθεί και να ιδιωτικοποιηθεί περαιτέρω το δημόσιο σύστημα υγείας.
Οι δαπάνες για την υγεία το 2023 είναι μειωμένες σε σχέση με την εκτίμηση για τις δαπάνες που τελικά θα πραγματοποιηθούν το 2022.
Ειδικότερα οι μεταβιβάσεις από τον τακτικό προϋπολογισμό σε Νοσοκομεία και Υγειονομικές Περιφέρειες-ΠΦΥ προϋπολογίζονται σε 3,649 δισ. ευρώ από 3,702 δισ. εκτίμηση για το 2022 (περικοπή 53 εκ. ευρώ).
Δεδομένης της πληθωριστικής κρίσης, οι δαπάνες αυτές είναι πολύ πίσω από το όριο του 2022 , με αποτέλεσμα οι δομές του ΕΣΥ θα συνεχίσουν να λειτουργούν και το 2023 σε καθεστώς λιτότητας και αδυναμίας αξιοπρεπούς κάλυψης των υγειονομικών αναγκών της περιόδου και της αυξημένης ζήτησης δημόσιων και δωρεάν υπηρεσιών υγείας.
Είναι χαρακτηριστική της πλήρους απώλειας ελέγχου της κατάστασης στο αποδιοργανωμένο ΕΣΥ, η πρωτοφανής αύξηση των ληξιπρόθεσμων χρεών των νοσοκομείων, που από 300 εκ. ευρώ περίπου που τα άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν φτάσει σε πάνω από 1,2 δισ. ευρώ.
Παθητική ιδιωτικοποίηση
Συμπερασματικά η λογική κατάρτισης του προϋπολογισμού του 2023 για τον τομέα της υγείας είναι απόλυτα συμβατή με την πολιτική επιλογή της «παθητικής ιδιωτικοποίησης» του ΕΣΥ και όχι με την αναγκαία στρατηγική της σύγκλισης με το μέσο όρο της ΕΕ στις δημόσιες δαπάνες υγείας (7% του ΑΕΠ).
Ειδικά μετά την πρόσφατη κατάργηση της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης των γιατρών του ΕΣΥ και της «διεξόδου» για ενίσχυση των εισοδημάτων τους μέσω ιδιωτικού έργου εντός και, κυρίως, εκτός των δημόσιων δομών, οι πληρωμές «από την τσέπη» των πολιτών και η ιδιωτική ασφάλιση υγείας αναμένεται να αυξηθούν, ενισχύοντας τις ανισότητες και τον αποκλεισμό μεγάλων ομάδων του πληθυσμού από αξιοπρεπή φροντίδα υγείας.
Είναι ενδεικτικό σε περίοδο παρατεινόμενης υγειονομικής κρίσης και μεγάλων κενών στη στελέχωση του ΕΣΥ, το ποσοστό διορισμών και προσλήψεων του Υπουργείο Υγείας ήδη υποχωρεί από το 2021 στο 2022 (από την Εισηγητική Έκθεση 2023), ενώ και ο ρυθμός αποχωρήσεων χωρίς αντικατάσταση που παραμένει σταθερά κοντά στις 4.000/ έτος, καταδεικνύει τη δραματική υποστελέχωση στο σύστημα και την πολιτική επιλογή της μη αντιμετώπισης της.