Με ένα (όχι εντελώς) κρυφό χαρτί προσέρχεται η κυβέρνηση στη σημερινή διαπραγμάτευση στο Λουξεμβούργο: λεφτά... υπάρχουν για τις πληρωμές χρέους του Ιουλίου και αυτό αυξάνει σημαντικά την αξιοπιστία της προειδοποίησης του Μαξίμου ότι, εάν μπλοκάρει και πάλι μια καλή λύση για την Ελλάδα ο Β. Σόιμπλε, η διαπραγμάτευση θα συνεχισθεί στη Σύνοδο Κορυφής σε μια εβδομάδα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, τα αυξημένα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου, αλλά και η υψηλή στάθμη της... δεξαμενής των ταμειακών διαθεσίμων φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα επιτρέπουν στην κυβέρνηση να αντιπαρέλθει το βαρύ πρόγραμμα πληρωμών χρέους του Ιουλίου, ύψους 7 δισ. ευρώ χωρίς εξωτερική χρηματοδότηση.
Όπως αναφέρουν καλά πληροφορημένες πηγές, μια από τις βασικές συμβουλές του οίκου Rothchild, βασικού συμβούλου της κυβέρνησης στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές, ήταν από καιρό να διασφαλισθεί με κάθε τρόπο, αλλά χωρίς πολύ «θόρυβο», ότι θα υπήρχε η δυνατότητα να καλυφθούν χωρίς εκταμίευση της δόσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας οι πληρωμές του Ιουλίου, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων θα κατευθυνθεί στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τα ελληνικά ομόλογα που έχει στο χαρτοφυλάκιό της.
Πράγματι, η στρατηγική αυτή ακολουθήθηκε με συνέπεια από το υπουργείο Οικονομικών: η εκτέλεση των δαπανών του προϋπολογισμού ήταν σταθερά πολύ χαμηλότερη από τις προβλέψεις, ενώ έγινε σημαντική δουλειά στην παρακολούθηση των ταμειακών διαθεσίμων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, από τα οποία μπορεί να αντλήσει ρευστότητα η κεντρική διοίκηση με πράξεις repos.
Το αποτέλεσμα αυτών των χειρισμών είναι ότι η κυβέρνηση μπορεί να διαπραγματευθεί χωρίς να επικρέμαται η δαμόκλειος σπάθη της επικείμενης πτώχευσης τον Ιούλιο.
Έτσι, στερείται περιεχομένου η προειδοποίηση/απειλή από αξιωματούχους των Βρυξελλών, που διατυπώθηκε χθες εν είδει απάντησης στις προειδοποιήσεις της κυβέρνησης για μεταφορά της διαπραγμάτευσης στη Σύνοδο Κορυφής: οι αξιωματούχοι τόνισαν ότι ακόμη και αν η συζήτηση γίνει σε επίπεδο ηγετών, οι αποφάσεις θα πρέπει να ληφθούν από το Eurogroup, κάτι που σημαίνει ότι η καθυστέρηση θα έφερνε την Ελλάδα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.
Το μπαλάκι στον Σόιμπλε
Τέτοιος κίνδυνος δεν υπάρχει και πλέον «στριμωγμένος» είναι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, που γνωρίζει καλά ότι το «παιχνίδι» της διαπραγμάτευσης μπορεί να ελεγχθεί αποτελεσματικά από τον ίδιο μόνο στο «γήπεδο» του Eurogroup, ενώ στο επίπεδο των ηγετών της ευρωζώνης οι συσχετισμοί διαφοροποιούνται, καθώς μπαίνουν στην εξίσωση πολιτικές μεταβλητές και αυξάνεται η δυνατότητα παρέμβασης της Γαλλίας.
Όσοι ισχυρίζονται ότι οι προειδοποιήσεις της Αθήνας για μεταφορά των διαπραγματεύσεων στη Σύνοδο Κορυφής είναι απλώς ένα επικοινωνιακό τέχνασμα χωρίς περιεχόμενο ξεχνούν μάλλον τι είχε συμβεί το καλοκαίρι του 2015: αν η συζήτηση είχε μείνει στο Eurogroup, χωρίς να ακολουθήσει η διαπραγμάτευση μεταξύ των ηγετών, πιθανότατα θα είχε επικρατήσει η πρόταση Σόιμπλε για «προσωρινή έξοδο» της Ελλάδας από την ευρωζώνη.
Στη Σύνοδο Κορυφής άλλαξαν εντελώς οι συσχετισμοί, όταν ο Γάλλος πρόεδρος Ολάντ ξεκαθάρισε στην Α. Μέρκελ ότι δεν θα συναινούσε σε οποιαδήποτε συζήτηση για Grexit και η πρόταση Σόιμπλε έμεινε στο συρτάρι, για να συζητηθεί ένα νέο πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας.
Εκείνη την εποχή, μάλιστα, οι δυσμενείς συσχετισμοί για την Ελλάδα ανατράπηκαν, παρότι η χώρα αποτελούσε «μαύρο πρόβατο», έχοντας εγκαταλείψει επεισοδιακά το δεύτερο μνημόνιο. Σήμερα, όχι μόνο το Παρίσι, αλλά και οι περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες θεωρούν δίκαιο το αίτημα της Ελλάδας για μια σαφή δέσμευση ότι θα εφαρμοσθούν τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, αφού έχουν ικανοποιηθεί πλήρως ακόμη και οι πιο ακραίες απαιτήσεις των δανειστών στις δύο όχθες του Ατλαντικού.
Υπό πίεση η Γερμανία
Έτσι, φθάνουμε στη σημερινή, κρίσιμη συνεδρίαση του Eurogroup, με τον Β. Σόιμπλε αρκετά «στριμωγμένο», να ανακαλύπτει... ελλείμματα εμπιστοσύνης του πρωθυπουργού στον υπουργό Οικονομικών, για να ενισχύσει -έστω και με διπλωματικά άκομψο τρόπο- το επιχείρημα του υπέρ της ολοκλήρωσης των συζητήσεων στο συμβούλιο των υπουργών, ώστε να μη μεταφερθεί σε ένα «γήπεδο», όπου ο ίδιος δεν μπορεί να έχει κυρίαρχο ρόλο.
Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών θα έχει δυσκολία να εξηγήσει γιατί θέλει να υπάρχουν τόσες αιρέσεις στην εφαρμογή των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους («αν χρειασθεί» και με βάση την ανάλυση βιωσιμότητας από την Κομισιόν και όχι από το ΔΝΤ).
Η δε Κριστίν Λαγκάρντ, σύμφωνα με πληροφορίες, αν και θέλει να διευκολύνει την Γερμανία με το μοντέλο της κατ’ αρχήν έγκρισης ενός προγράμματος χωρίς χρηματοδότηση, αναμένεται να ξεκαθαρίσει ότι δεν μπορεί να δεχθεί πως τα μέτρα για τα χρέος θα παραμείνουν μετέωρα ως το τέλος του προγράμματος. Και ότι, όταν έλθει η ώρα να ενεργοποιηθούν τα μέτρα, αυτό δεν θα γίνει με βάση την ανάλυση από το Ταμείο, αλλά με βάση ανάλυση τρίτου οργανισμού (της Κομισιόν), κάτι που απαγορεύεται... δια ροπάλου από το καταστατικό του ΔΝΤ.
Σε αυτή τη συζήτηση, ο Μάριο Ντράγκι έχει κάθε λόγο να στραφεί εναντίον του Β. Σόιμπλε, όπως έχει γίνει και στο παρελθόν με επεισοδιακό τρόπο, καθώς οι μεθοδεύσεις του Γερμανού υπουργού Οικονομικών ενέχουν τον κίνδυνο (θεωρητικό, αλλά όχι εντελώς αμελητέο) να γίνει τον Ιούλιο η πρώτη στάση πληρωμών από κράτος μέλος της ευρωζώνης προς την κεντρική τράπεζα.