Η απόφαση για την καθολική αναστολή της λειτουργίας όλων των βαθμίδων στην εκπαίδευση δεν ήταν μια εύκολη απόφαση για την αρμόδια επιτροπή του υπουργείου Υγείας για τον κορονοϊό, όπως αναφέρουν έγκυρες πήγες από την ίδια την επιτροπή, η οποία είχε συζητήσει το θέμα από το προηγούμενο Σάββατο. Στις αποφάσεις που θα εκδοθούν περιλαμβάνονται επίσης όπως έγινε γνωστό αργά το απόγευμα και φροντιστήρια, κέντρα ξένων γλωσσών, κέντρα δια βίου μάθησης κ.α.
Το μέτρο αυτό συνοδεύεται και από την αυστηρή σύσταση στους γονείς «να περιορίσουν τις εξόδους των παιδιών τους» κάτι που και οι ίδιοι οι επιστήμονες γνωρίζουν ότι «δεν είναι εφικτό, αλλά καλό είναι οι γονείς τους να προσπαθήσουν να τα πείσουν να πειθαρχήσουν».
Γιατί λοιπόν η Επιτροπή προχώρησε σήμερα και όχι το Σάββατο στο δραστικό μέτρο για κλείσιμο βρεφονηπιακών σταθμών, σχολείων και πανεπιστημίων, δημοσίων και ιδιωτικών, το οποίο ανακοίνωσε το απόγευμα ο υπουργός Υγείας, Β.Κικίλιας;
Η απόφαση είχε να κάνει με δύο νεότερα επιστημονικά δεδομένα που ετέθησαν στην επιτροπή και αφορούσαν την υψηλή μεταδοτικότητα του νέου ιού από άτομα με ήπια ή καθόλου συμπτώματα, αλλά και το γεγονός ότι τα παιδιά κρατούν για μεγάλο χρονικό διάστημα, που φτάνει και ίσως ξεπερνά τις 14 ημέρες, μεγάλο μέρος του ιού (ιικό φορτίο) στον οργανισμό τους. Διατηρώντας, λοιπόν, υψηλό ιικό φορτίο για πολλές μέρες, θα μπορούσαν, παρότι τα ίδια δεν νοσούν βαριά ή και καθόλου, να διασπείρουν τον ιό στην κοινότητα, θέτοντας σε κίνδυνο τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού.
Το μέτρο που έχει ανακοινωθεί αφορά κλείσιμο όλων των εκπαιδευτικών δομών για δύο εβδομάδες, αλλά θα επανεξεταστεί μετά την περίοδο αυτή και δεν είναι απίθανο να παραταθεί για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα αν ο κίνδυνος για διασπορά του ιού στην κοινότητα εξακολουθεί να παραμένει αυξημένος. Ενδεχόμενο αρκετά πιθανό, καθώς όπως εκτιμούν οι επιστήμονες, αναμένουν την έξαρση της επιδημίας στη χώρα μας, σε δύο με τέσσερις εβδομάδες από σήμερα. Οι ίδιοι δεν κρύβουν τον προβληματισμό τους καθώς κάνουν λόγω για έναν ιό «που συμπεριφέρεται πολύ περίεργα, κάτι το οποίο δεν έχουν ξαναδεί, είναι σαν όπλο!». Μάλιστα αναφέρουν ότι πολλοί από όσους μολύνονται στις ηλικίες μεταξύ 30 και 69 ετών φέρουν ιικό φορτίο στον οργανισμό τους, μέχρι και 20 ήμερες. Πάντως είναι πιο δύσκολο να μεταδοθεί μετά τις πρώτες 10 ημέρες.
Επίσης λένε ότι δεν είναι μόνο η μεταδοτικότητα του, που τους εκπλήσσει δυσάρεστα, αλλά και το γεγονός ότι η κλινική εικόνα των ασθενών που κάνουν πνευμονία εξαιτίας του, μεταβάλλεται σημαντικά στο πρώτο δεκαήμερο της νόσησης από αυτόν. Γι αυτό και η μεγάλη αγωνία τους είναι «να μην κολλήσουμε όλοι μαζί», καθώς αυτό θα δοκιμάσει τις αντοχές του συστήματος Υγείας, καθώς αυτοί που πρώτοι θα χρειαστούν τις υπηρεσίες του, θα είναι οι βαριά νοσούντες από τον ιό, με χρόνια προβλήματα υγείας.
Τα μέλη της επιτροπής αναφερόμενα στην κατάσταση της υγείας των ήδη επιβεβαιωμένων κρουσμάτων, επισημαίνουν ότι ο 66χρονος στο νοσοκομείο της Πάτρας δίνει μάχη να κρατηθεί στη ζωή, καθώς εμφάνισε πολυοργανική ανεπάρκεια, ενώ άλλοι τρεις που είναι άνω των 60 ετών περνούν μια πνευμονία, η οποία προς το παρόν ελέγχεται.
Έμφαση πάντως θα δοθεί και στη χώρα μας, όπως ήδη συμβαίνει και σε άλλες χώρες στη διάγνωση των σοβαρών περιστατικών και όχι όσων περνούν ως μια απλή ίωση τον κορονοϊό. Αυτό δεν θα γίνει μόνο σε διαγνωστικό αλλά και σε θεραπευτικό επίπεδο. Για αυτό το ενδεχόμενο ήδη αναζητούνται κρεβάτια σε ειδικά διαμορφωμένες ΜΕΘ για ασθενείς με κοροναϊό.