Τράπεζες

Κόντρα της ΕΚΤ με τις τράπεζες για το ψηφιακό ευρώ


Στην επιφάνεια έρχεται η «υπόγεια» αντιπαράθεση της ΕΚΤ με τις εμπορικές τράπεζες της ευρωζώνης για το ψηφιακό ευρώ, καθώς από τον Οκτώβριο η ΕΚΤ έχει εισέλθει στο στάδιο της προετοιμασίας για την εισαγωγή του ψηφιακού της νομίσματος και οι οι τράπεζες επιμένουν να υποστηρίζουν ότι μπορεί να υπάρξουν κίνδυνοι για τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος, εάν οι πελάτες τους μεταφέρουν καταθέσεις στο ψηφιακό πορτοφόλι της κεντρικής τράπεζας.

Τρία στελέχη της ΕΚΤ, με πρώτο τον Πιέρο Τσιπολόνε, μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου και υπεύθυνο για το ψηφιακό ευρώ, έδωσαν σήμερα με κοινό άρθρο τους μια ασυνήθιστα αυστηρή απάντηση στις τράπεζες, τονίζοντας: «Πολλές τράπεζες ανησυχούν ότι οι πελάτες τους ενδέχεται να αποσύρουν καταθέσεις για να κρατήσουν ψηφιακό ευρώ. Αυτοί οι φόβοι είναι άστοχοι: το ψηφιακό ευρώ θα σχεδιαστεί ως μέσο πληρωμής και όχι για επενδύσεις».

Το ψηφιακό ευρώ θα είναι ένα δημόσιο μέσο πληρωμής, όπως τα χαρτονομίσματα, και στην πράξη θα δίνει για πρώτη φορά τη δυνατότητα στους πολίτες να τηρούν καταθέσεις στον ισολογισμό της κεντρικής τράπεζας και όχι κάποιας ιδιωτικής και να τις χρησιμοποιούν για δωρεάν πληρωμές. Οι εμπορικές τράπεζες βλέπουν το ψηφιακό ευρώ σαν μια απειλή στην απόλυτη κυριαρχία τους στον τομέα των καταθέσεων και των πληρωμών και επιμένουν να επανέρχονται σε αιτιάσεις για πιθανούς κινδύνους για το τραπεζικό σύστημα, παρότι ήδη έχει δώσει πειστικές σχετικές απαντήσεις η ΕΚΤ.

Η κεντρική τράπεζα, από την πλευρά της, έχει αποδυθεί το τελευταίο διάστημα -και φαίνεται ότι θα συνεχίσει στην ίδια κατεύθυνση- σε μια επικοινωνιακή εκστρατεία για να εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών στο ψηφιακό ευρώ, που όλα δείχνουν ότι θα αποφασισθεί από τους ευρωπαϊκούς Θεσμούς να γίνει πραγματικότητα τα επόμενα χρόνια.

Σε αυτό το πλαίσιο, στο άρθρο που δημοσίευσαν στο VOX και, σε περιληπτική εκδοχή, στην ιστοσελίδα της ΕΚΤ τα τρία στελέχη της ΕΚΤ απαντούν με αρκετά επιθετικό τρόπο στις αιτιάσεις των τραπεζών. Όπως τονίζουν,

  • Με βάση τις προδιαγραφές για το ψηφιακό ευρώ που προτάθηκαν από την ΕΚΤ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μπορούμε να αναμένουμε ότι τα χαρακτηριστικά του ψηφιακού ευρώ θα περιλαμβάνουν πανευρωπαϊκή εμβέλεια, καθεστώς νόμιμου χρήματος και υψηλό επίπεδο προστασίας της ιδιωτικής ζωής. Το ψηφιακό ευρώ θα συνδυάζει όλα τα χαρακτηριστικά μιας σύγχρονης λύσης ψηφιακών πληρωμών. Θα καλύψει το κενό που αφήνει η απουσία μιας ευρωπαϊκής λύσης ηλεκτρονικών πληρωμών που θα είναι διαθέσιμη και αποδεκτή δωρεάν σε όλη την Ευρώπη, ενισχύοντας έτσι τη νομισματική κυριαρχία και ανθεκτικότητα της νομισματικής ένωσης.

Περαιτέρω, εξηγούν γιατί το ψηφιακό ευρώ δεν είναι απειλή για το τραπεζικό σύστημα:

  • «Για να διατηρηθεί η οικονομική λειτουργία των εμπορικών τραπεζών, τα επιμέρους ψηφιακά διαθέσιμα σε ευρώ θα είναι περιορισμένα. Οι έμποροι θα μπορούν να λαμβάνουν και να επεξεργάζονται ψηφιακά ευρώ, αλλά δεν θα μπορούν να τα κατέχουν καθόλου –προστατεύοντας την εταιρική καταθετική βάση του τραπεζικού συστήματος. Επιπλέον, τα διαθέσιμα σε ψηφιακό ευρώ δεν θα αποφέρουν τόκους. Οι χρήστες θα μπορούν να συνδέουν απρόσκοπτα τον ψηφιακό λογαριασμό τους σε ευρώ με έναν λογαριασμό πληρωμών στην τράπεζά τους, δημιουργώντας έναν μηχανισμό «αντίστροφου καταρράκτη» (σ.σ.: κάθε φορά που θα χρειάζεται να γίνει μια πληρωμή σε ψηφιακό θα αντλούνται χρήματα από τον λογαριασμό κατάθεσης σε εμπορική τράπεζα). Με τον τρόπο αυτό εξαλείφεται η ανάγκη προχρηματοδότησης του λογαριασμού ψηφιακού ευρώ για ηλεκτρονικές πληρωμές, καθώς τυχόν έλλειμμα θα καλυπτόταν άμεσα από τον συνδεδεμένο τραπεζικό λογαριασμό, υπό την προϋπόθεση ότι διαθέτει επαρκή κεφάλαια».

Με άλλα λόγια, το ψηφιακό ευρώ δεν θα φέρει μια μαζική μετατόπιση καταθέσεων από τις εμπορικές τράπεζες στην ΕΚΤ, αφού οι πολίτες θα συνεχίσουν να διατηρούν τα διαθέσιμά τους στις εμπορικές τράπεζες και θα χρησιμοποιούν το ψηφιακό ευρώ κάθε φορά που θα κάνουν μια πληρωμή. Για κάθε πολίτη θα υπάρχει ένα ανώτατο όριο (έχει υπολογισθεί σε 3.000 - 4.000 ευρώ) για το υπόλοιπο του πορτοφολιού του σε ψηφιακό ευρώ, ενώ το γεγονός ότι δεν θα δίνονται τόκοι θα αποθαρρύνει τους καταθέτες να «παρκάρουν» χρήματα σε ψηφιακό ευρώ.

Έτσι, απαντώντας στις ανησυχίες των τραπεζών σχετικά με τη λεγόμενη τραπεζική αποδιαμεσολάβηση, τα τρία στελέχη της ΕΚΤ υπογραμμίζουν ότι:

  • Από την αρχή, τα ερωτήματα σχετικά με τον κίνδυνο για την τραπεζική χρηματοδότηση βρέθηκαν στο επίκεντρο των συζητήσεων σχετικά με τα ψηφιακά νομίσματα των κεντρικών τραπεζών (CBDC). Θεωρητικά, τα CBDC θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, καθώς οι καταθέτες ενδέχεται να επιλέξουν να μεταφέρουν χρήματα από τραπεζικές καταθέσεις στην κεντρική τράπεζα. Αυτό θα μπορούσε να μειώσει την ικανότητα του παραδοσιακού τραπεζικού συστήματος να παρέχει πιστώσεις.
  • Ωστόσο, οι κεντρικές τράπεζες έχουν αναλύσει αυτό το ζήτημα και έχουν επινοήσει τρόπους αντιμετώπισης αυτών των κινδύνων εκ των προτέρων. Στην περίπτωση του ψηφιακού ευρώ, ο συνδυασμός του αντίστροφου καταρράκτη, του ορίου διακράτησης και της μη αμοιβής θα μείωνε σημαντικά τα κίνητρα διατήρησης μεγάλων χρηματικών ποσών σε ψηφιακό πορτοφόλι ευρώ. Οι χρήστες θα βασίζονται στο ψηφιακό ευρώ ως μέσο πληρωμής αντί να το χρησιμοποιούν για επενδύσεις, ιδίως λόγω της τάσης των κατόχων χρήματος να ενοποιούν τη δεξαμενή ρευστότητάς τους. Επιπλέον, οι τράπεζες θα μπορούσαν πάντα να προσφέρουν υψηλότερες αποδόσεις για τη διατήρηση των καταθέσεων.

Σε αυτό το σημείο, τα τρία στελέχη της ΕΚΤ εκφράζουν ανοικτά την ενόχλησή τους για το γεγονός ότι από την πλευρά των τραπεζών εξακολουθούν να διατυπώνονται τέτοιες ανησυχίες: «Παρά τη ρητή συμπερίληψη παρεμβάσεων μετριασμού στο σχεδιασμό του CBDC (σ.σ.: ψηφιακό νόμισμα κεντρικής τράπεζας), οι τραπεζικές ενώσεις, οι δεξαμενές σκέψης που χρηματοδοτούνται από τράπεζες και οι μελετητές συνέχισαν να δημοσιεύουν μελέτες που τονίζουν τους κινδύνους που συνδέονται με την εξάλειψη των χρηματοπιστωτικών διαμεσολαβητών από συναλλαγές - γνωστή ως αποδιαμεσολάβηση τραπεζών - μέσω της πιθανής έκδοσης CBDC γενικά και ψηφιακού ευρώ ειδικότερα».

Τι θα γίνει σε περίπτωση κρίσης

Ορισμένοι επικριτές, αναφέρουν οι αρθρογράφοι, λένε ότι σε μια οξεία τραπεζική κρίση στο σύνολο της οικονομίας, ένα ψηφιακό ευρώ θα μπορούσε να επιταχύνει τις μαζικές αναλήψεις καταθέσεων, γεγονός που θα μπορούσε να επιδεινώσει την κρίση. Ωστόσο, αυτό δεν είναι πολύ εύλογο για τους ακόλουθους λόγους:

  • Δεδομένου ότι θα εφαρμοστεί όριο στα ψηφιακά διαθέσιμα σε ευρώ, η δυνατότητα των πελατών να αποσύρουν απεριόριστα ποσά μετρητών θα αποτελούσε πολύ μεγαλύτερη απειλή για τις τράπεζες. Πράγματι, το μειονέκτημα της διακράτησης μετρητών ως βραχυπρόθεσμου μέσου αποθήκευσης αξίας λόγω ανησυχιών για την ασφάλεια θα γινόταν λιγότερο σημαντικό σε μια κρίση τέτοιου μεγέθους.
  • Ακόμη και σε σοβαρές τραπεζικές κρίσεις, πολλές τράπεζες εξακολουθούν να θεωρούνται ασφαλείς (επίσης επειδή οι κεντρικές τράπεζες ενεργούν ως δανειστής έσχατης ανάγκης σε όλο το σύστημα). Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια της μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, καθώς και της πρόσφατης κρίσης που έπληξε τις περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ, οι ασφαλείς τράπεζες συνέχισαν να επωφελούνται από τις εισροές.
  • Τις τελευταίες δεκαετίες μαζικές αναλήψεις καταθέσεων δεν προκλήθηκαν γενικά από μεγάλο αριθμό πελατών λιανικής που αποσύρουν μικρές καταθέσεις, αλλά από συμβάντα στη χονδρική αγορά ή από την απόσυρση πολύ μεγάλων μεμονωμένων ποσών πάνω από τα όρια που καλύπτονται από τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων.
  • Άλλοι επικριτές λένε ότι η ελκυστικότητα του ασφαλούς χρήματος της κεντρικής τράπεζας θα μπορούσε να οδηγήσει τις τράπεζες να χάσουν καταθέσεις ως πηγή αναχρηματοδότησης μακροπρόθεσμα. Αυτό θα μπορούσε να ασκήσει πίεση στον δανεισμό προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Σύμφωνα με την Ένωση Γερμανικών Τραπεζών, σημαντικές ποσότητες χρήματος κεντρικής τράπεζας θα μπορούσαν να αποσυρθούν από το τραπεζικό σύστημα, γεγονός που θα περιόριζε την ικανότητα των εμπορικών τραπεζών να αναχρηματοδοτούν έναντι καταθέσεων πελατών. Ωστόσο, ο συνδυασμός ορίου διακράτησης, μη αμοιβής, αντίστροφου καταρράκτη και απουσίας εταιρικών διαθεσίμων σε ψηφιακό ευρώ θα σήμαινε ότι τα συνολικά επίπεδα των ψηφιακών διαθεσίμων σε ευρώ θα παρέμεναν μάλλον χαμηλά.

Ο ρόλος των τραπεζογραμματίων του ευρώ

Αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία για τις τράπεζες, τονίζεται στο άρθρο, είναι η συνολική ποσότητα χρήματος κεντρικής τράπεζας (σ.σ.: φυσικού και ψηφιακού) σε κυκλοφορία. Η εστίαση μόνο στο ψηφιακό ευρώ αγνοεί τα τραπεζογραμμάτια σε κυκλοφορία. Αυτό είναι παραπλανητικό, καθώς ο τρόπος με τον οποίο και οι δύο επηρεάζουν τους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς της οικονομίας είναι πανομοιότυπος. Οι τράπεζες αντιμετώπισαν αυξημένη ζήτηση για τραπεζογραμμάτια ευρώ σε περιόδους οικονομικής πίεσης και χαμηλών επιτοκίων, αλλά δεν έθεσαν το ζήτημα αυτό ως ζήτημα τότε. Μεταξύ 2007 και 2021 τα τραπεζογραμμάτια ευρώ σε κυκλοφορία αυξήθηκαν από 628 δισεκατομμύρια ευρώ σε 1.572 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό που υπερβαίνει κατά πολύ το ποσό που αναμένεται να εκδοθεί με τη μορφή ψηφιακού ευρώ.

Η φθίνουσα χρήση τραπεζογραμματίων στις καθημερινές συναλλαγές θα μειώσει επίσης τελικά τη διαρθρωτική ζήτηση τραπεζογραμματίων. Το νόημα της ύπαρξης ενός «μέσου αποθήκευσης αξίας» είναι ότι πρέπει να δαπανηθεί, μόνο όχι αμέσως. Επιπλέον, η χρησιμότητα ενός μέσου αποθήκευσης αξίας βασίζεται στην ευκολία με την οποία μπορούν τελικά να δαπανηθούν χρήματα. Ως εκ τούτου, η μείωση της χρήσης τραπεζογραμματίων ενέχει επίσης τον κίνδυνο να μειώσει την ελκυστικότητά τους ως μέσου αποθήκευσης αξίας μακροπρόθεσμα.

Πράγματι, το 2023 η αξία των τραπεζογραμματίων ευρώ σε κυκλοφορία μειώθηκε για πρώτη φορά σε ονομαστικούς όρους από το 2002, κατά περίπου 5 δισεκατομμύρια ευρώ. Παρόλο που μόνο το 20% της ζήτησης τραπεζογραμματίων μπορεί να αποδοθεί στις εγχώριες πληρωμές - και αυτή η αντιστροφή της τάσης είναι πιθανώς κυρίως αντανάκλαση των υψηλότερων επιτοκίων - η ψηφιοποίηση των πληρωμών είναι επίσης ένας παράγοντας.

Ο ψηφιακός μετασχηματισμός γενικά είναι πιθανό να οδηγήσει σε χαμηλότερη πραγματική αύξηση του χρήματος κεντρικής τράπεζας σε κυκλοφορία, ή ακόμη και σε μείωση. Από αυτή την άποψη, οι επίμονες καταγγελίες σχετικά με μελλοντικούς όγκους ψηφιακού ευρώ σε μελέτες που χρηματοδοτούνται από το τραπεζικό σύστημα δεν εξετάζουν τη σωστή μεταβλητή (που είναι το χρήμα κεντρικής τράπεζας σε κυκλοφορία) και είναι παρωχημένες (δεδομένου ότι αγνοούν το σχέδιο στρατηγικής για το ψηφιακό ευρώ).

«Οι τράπεζες γαβγίζουν σε λάθος δέντρο»...

Συμπερασματικά, οι αρθρογράφοι τονίζουν ότι, καθώς η ΕΚΤ προωθεί τις εργασίες της για την ανάπτυξη ψηφιακού ευρώ, θα συνεχίσει να βελτιώνει τις επιλογές σχεδιασμού, να αντιμετωπίζει πιθανούς κινδύνους και να βελτιστοποιεί τα οφέλη. Η ΕΚΤ παρουσίασε καινοτόμα σχεδιαστικά χαρακτηριστικά που θα περιορίσουν την κυκλοφορία του ψηφιακού ευρώ, προσφέροντας παράλληλα οφέλη στους χρήστες. Οι ανησυχίες σχετικά με την τραπεζική χρηματοδότηση έχουν ληφθεί σοβαρά υπόψη προτείνοντας όρια κατοχής, περιορισμούς πρόσβασης, καμία αμοιβή και αντίστροφο καταρράκτη. Τα όρια κατοχής θα βαθμονομούνται βάσει συνολικής ανάλυσης που θα λαμβάνει υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες.

Όσον αφορά την αλληλεπίδραση μεταξύ του χρήματος της κεντρικής τράπεζας και της χρηματοδότησης των εμπορικών τραπεζών, αυτό που πραγματικά έχει σημασία είναι ο συνολικός όγκος του χρήματος της κεντρικής τράπεζας σε κυκλοφορία. Εν μέσω της φθίνουσας χρήσης τραπεζογραμματίων, είναι πιθανό ο ονομαστικός ρυθμός αύξησης των τραπεζογραμματίων σε κυκλοφορία να μειωθεί ή ακόμη και να γίνει αρνητικός. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα σενάριο στο οποίο υπάρχει μείωση του χρήματος της κεντρικής τράπεζας σε κυκλοφορία σε σχέση με το ΑΕΠ.

Επιπλέον, οι νέοι παίκτες ενδέχεται να ενέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για την τραπεζική χρηματοδότηση από ό,τι τα CBDC. Τα σταθερά κρυπτονομίσματα, τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος και άλλες στενές τραπεζικές κατασκευές, ορισμένες από τις οποίες χρηματοδοτούνται από μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας με τεράστιες πελατειακές βάσεις, δεν ενδιαφέρονται για τον ρόλο των τραπεζών στην οικονομία. Τα μη τραπεζικά ιδρύματα δεν έχουν κανένα προφανές κίνητρο να περιορίσουν τη χρήση των σταθερών κρυπτονομισμάτων τους ή των υπηρεσιών που προσφέρουν, και η χρήση σταθερών κρυπτονομισμάτων θα μπορούσε να καταστεί σημαντική.

Οι τράπεζες γαβγίζουν σε λάθος δέντρο όταν βασίζονται σε μελέτες που παραβλέπουν τα χαρακτηριστικά σχεδιασμού που περιγράφονται στο ψηφιακό ευρώ. Με αυτόν τον τρόπο, αγνοούν τις πολλές άλλες προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπίσουν για να εξασφαλίσουν σταθερή χρηματοδότηση μέσω καταθέσεων. Οι τράπεζες πρέπει να προσφέρουν ελκυστικά προϊόντα και υπηρεσίες που παρέχουν κίνητρα στους πελάτες να διατηρούν τις καταθέσεις τους σε αυτές αντί να μεταναστεύουν σε νέους και ισχυρούς ιδιώτες ανταγωνιστές.