Οικονομία

Κομισιόν: Αυξήθηκαν τα φορολογικά βάρη στην Ελλάδα


Αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης της ελληνικής οικονομίας, ενώ μειώθηκε στην Ευρώπη, διαπιστώνει η Κομισιόν, παρά τις εξαγγελίες της κυβέρνησης για ελάφρυνση της φορολογίας. Η Ελλάδα έχει, εξάλλου, πολύ βαρύτερη επιβάρυνση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο από έμμεσους φόρους, αλλά και υπερδιπλάσια φορολογική επιβάρυνση της ακίνητης περιουσίας. Παράλληλα, «σπάνε τα κοντέρ» οι καθυστερούμενοι φόροι.

Ειδικότερα, η φορολογική επιβάρυνση της οικονομίας, όπως μετριέται με βάση τα φορολογικά έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ, αυξήθηκε στην Ελλάδα από το 39,5% το 2020, στο 41,2% το 2022. Ο μέσος όρος στην ΕΕ των 27 αυξήθηκε από 40% το 2020 σε 40,4% το 2021, αλλά μειώθηκε στο 40,2% το 2022.

Οι έμμεσοι φόροι... θερίζουν στην Ελλάδα, καθώς αντιστοιχούν στο 17% του ΑΕΠ, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρώπη είναι 11%. Μεγάλες είναι οι διαφορές και στους φόρους ακίνητης περιουσίας, καθώς ο ΕΝΦΙΑ έχει εκτινάξει στο 2,2% τα έσοδα από αυτή την κατηγορία φόρων ως ποσοστό του ΑΕΠ, ενώ στην Ευρώπη το αντίστοιχο ποσοστό είναι μόλις 1%.

Εκεί, όμως, που οι διαφορές «βγάζουν μάτι» και αναδεικνύεται ένα εκρηκτικό πρόβλημα στο ελληνικό φορολογικό σύστημα είναι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές φόρων. Στην Ελλάδα φθάνουν το 203% του ΑΕΠ, ενώ στην Ευρώπη το μέσο ποσοστό είναι μόλις 35,5%.

Τι επισημαίνει η Κομισιόν

Στην Έκθεση Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, η Κομισιόν σημειώνει ότι η φορολογική επιβάρυνση της Ελλάδας υπερέβη τον μέσο όρο της ΕΕ το 2022. Ο δείκτης φορολογικών εσόδων προς το ΑΕΠ στην Ελλάδα αυξήθηκε σε 41,2 % το 2022, δηλαδή 1,0% πάνω από το συνολικό μέγεθος της ΕΕ.

Όσον αφορά τη δομή, τα φορολογικά έσοδα στην Ελλάδα τείνουν να βασίζονται περισσότερο σε φιλικούς προς την ανάπτυξη φόρους (δηλαδή φόρους κατανάλωσης παρά φόρους εργασίας) από ό,τι στον μέσο όρο της ΕΕ. Συνεχίστηκαν οι προσπάθειες για την περαιτέρω βελτίωση του φορολογικού μείγματος και για να καταστεί το φορολογικό σύστημα πιο φιλικό προς την ανάπτυξη.

Τα έσοδα από περιβαλλοντικούς φόρους συνέχισαν να αυξάνονται και ανήλθαν σε 5,6 % του ΑΕΠ το 2022, το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ. Τα έσοδα τόσο από τη φορολογία της ενέργειας όσο και από τη φορολογία των μεταφορών (ως ποσοστό του ΑΕΠ) υπερβαίνουν σημαντικά το συνολικό μέγεθος της ΕΕ, αλλά τα σχετικά χαμηλά έσοδα από τη ρύπανση και τους φόρους επί των πόρων υποδηλώνουν δυνατότητες ενίσχυσης της εφαρμογής της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει».

Τα έσοδα από φόρους ακίνητης περιουσίας (3,0% του ΑΕΠ) υπερέβησαν επίσης το συνολικό μέγεθος της ΕΕ (2,1% του ΑΕΠ). Αυτό ισχύει ιδίως για τους επαναλαμβανόμενους φόρους ακίνητης περιουσίας (2,2 % του ΑΕΠ, σε σύγκριση με 1,0 % για το σύνολο της ΕΕ), οι οποίοι συγκαταλέγονται μεταξύ των λιγότερο επιζήμιων φόρων για την οικονομική ανάπτυξη.

Η φορολογική επιβάρυνση της εργασίας στην Ελλάδα είναι χαμηλότερη από τον μέσο όρο της ΕΕ στα διάφορα επίπεδα εισοδήματος. Η φορολογική επιβάρυνση της εργασίας για την Ελλάδα το 2023 ήταν χαμηλότερη από τον μέσο όρο της ΕΕ για τα άγαμα άτομα σε διάφορα επίπεδα εισοδήματος και για τα δεύτερα μέλη της οικογένειας στο 67% του μέσου εισοδήματος. Συνολικά, η προοδευτικότητα του φορολογικού συστήματος (όπως μετράται από τον λόγο της φορολογικής σφήνας των υψηλών και χαμηλών εισοδημάτων) είναι παρόμοια με τον μέσο όρο της ΕΕ.

Ωστόσο, το σύστημα φορολογίας και παροχών μειώνει την εισοδηματική ανισότητα (όπως μετράται με τον συντελεστή Gini) πολύ λιγότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ το 2022. Στην Ελλάδα, το σύστημα φορολογίας και παροχών μείωσε τον συντελεστή Gini κατά μέσο όρο κατά 4,0 εκατοστιαίες μονάδες, ενώ στην ΕΕ η μείωση αυτή ήταν κατά μέσο όρο 7,9 εκατοστιαίες μονάδες το 2022. Είναι αξιοσημείωτο, ωστόσο, ότι η διαφορά από τον μέσο όρο της ΕΕ μειώθηκε το 2022 σε σύγκριση με το 2021.

Η ψηφιοποίηση, η βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης και η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής εξακολουθούν να έχουν μεγάλη σημασία για την ενίσχυση των επιδόσεων της ελληνικής φορολογικής διοίκησης. Στο 203 % των συνολικών καθαρών εισπραχθέντων εσόδων, οι εκκρεμείς ληξιπρόθεσμες φορολογικές οφειλές παρέμειναν οι υψηλότερες στην ΕΕ (35,5 % κατά μέσο όρο) το 2021.

Το έλλειμμα συμμόρφωσης με τον ΦΠΑ (το χάσμα μεταξύ των εσόδων που πράγματι εισπράχθηκαν και της θεωρητικής φορολογικής υποχρέωσης) παρέμεινε υψηλό στο 17,8 % το 2021, φθίνοντας όπως και στα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ. Ωστόσο, παρέμεινε πολύ πάνω από το πανευρωπαϊκό χάσμα του 5,4%.

Η εξέλιξη του ελλείμματος συμμόρφωσης με τον ΦΠΑ το 2021 δείχνει ότι η βελτίωση της συμμόρφωσης με τον ΦΠΑ στην Ελλάδα ήταν μάλλον σταθερή και συνδέεται με μείωση της επιβάρυνσης του ΦΠΑ. Η κυβέρνηση μείωσε τον συντελεστή ΦΠΑ για ορισμένα αγαθά και υπηρεσίες (συμπεριλαμβανομένης της φιλοξενίας, του τουρισμού και των υπηρεσιών ψυχαγωγίας) από 24% σε 13%. Επετράπη στις επιχειρήσεις που επλήγησαν έντονα από την πανδημία COVID-19 να αναβάλουν τις πληρωμές ΦΠΑ. Ομοίως, οι συντελεστές έγκαιρης καταβολής του ΦΠΑ συνέχισαν να βελτιώνονται και ανήλθαν στο 90,3 % των αναμενόμενων οφειλόμενων εσόδων (137). Ωστόσο, το ποσοστό των ελέγχων με προσαρμογή ως ποσοστό των ελέγχων που ολοκληρώθηκαν (88,5%) θα μπορούσε να υποδηλώνει ελλιπή αναφορά.

Όσον αφορά την αποτελεσματική είσπραξη φόρων, οι ακαθάριστες δαπάνες Τεχνολογίας Πληροφορίες και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) οκταπλασιάστηκαν μεταξύ 2019 και 2021 και το ποσοστό των δηλώσεων που υποβλήθηκαν ηλεκτρονικά ήταν υψηλό για τον φόρο εισοδήματος εταιρειών, τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων και τον ΦΠΑ. Η ελληνική διοίκηση έχει αναπτύξει μια στρατηγική για τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την ψηφιακή κουλτούρα, η οποία εποπτεύεται από ένα ανώτερο διοικητικό όργανο διακυβέρνησης και έχει προσδιορίσει τις μελλοντικές απαιτήσεις δεξιοτήτων.

Η Ελλάδα έχει δεσμευτεί στο πλαίσιο του RRP της να υιοθετήσει φιλόδοξα μέτρα με σκοπό να καταστήσει τους φόρους πιο φιλικούς προς την ανάπτυξη και να βελτιώσει τη φορολογική διοίκηση και την είσπραξη των φόρων. Σύμφωνα με αυτή τη δέσμευση, η Ελλάδα ήδη ως πρώτο βήμα εισήγαγε τροποποιήσεις στο πλαίσιο φορολογικής πολιτικής της τον Δεκέμβριο του 2023 που προωθούν τις ηλεκτρονικές πληρωμές. ενίσχυση και καθορισμός νέων απαιτήσεων ηλεκτρονικής υποβολής εκθέσεων (myDATA) (μεταξύ άλλων για σκοπούς ΦΠΑ)· να περιορίσουν τη χρήση μετρητών στις συναλλαγές επί ακινήτων· και ολοκλήρωση της σύνδεσης των συστημάτων μετρητών που θα μπορούσαν να βελτιώσουν περαιτέρω τη φορολογική συμμόρφωση και να καταπολεμήσουν τη φοροδιαφυγή.