Η κυβέρνηση της Κίνας προβλέπει ότι η ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας -της δεύτερης μεγαλύτερης του κόσμου- θα κυμανθεί περί το 6,5% φέτος, δηλαδή με τον ίδιο ρυθμό που είχε θέσει ως στόχο πέρυσι, αναφέρει το κείμενο της ομιλίας που άρχισε να εκφωνεί πριν από λίγο ο κινέζος πρωθυπουργός Λι Κετσιάνγκ, με την οποία άνοιξε η ετήσια σύνοδος της κινεζικής Βουλής.
Ο στόχος παραμένει αμετάβλητος παρότι η κινεζική οικονομία αναπτύχθηκε τελικά με ρυθμό 6,9% πέρυσι, υπερβαίνοντας την κυβερνητική πρόβλεψη.
Πηγές προσκείμενες στην κινεζική κυβέρνηση εξήγησαν στο πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς ότι η κυβέρνηση θα διατηρήσει τον στόχο της ως προς την ανάπτυξη «περί το 6,5%» ώστε να μειώσει τους κινδύνους για το χρηματοπιστωτικό σύστημα και να εγγυηθεί τη σταθερότητα της κινεζικής οικονομίας.
Παράλληλα, η κινεζική κυβέρνηση σκοπεύει να διατηρήσει τον πληθωρισμό «περί το 3%», σύμφωνα με το κείμενο της ομιλίας του Κετσιάνγκ.
Ωστόσο, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ, οι κινεζικές αμυντικές δαπάνες προγραμματίζεται να αυξηθούν κατά 8,1% από το 2017, ώστε -κατά την έκφραση που θα χρησιμοποιήσει ο Κετσιάνγκ- ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός να γίνει «ισχυρός σαν βράχος».
Ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ, ο οποίος αναμένεται να λάβει και τυπικά το πράσινο φως από τη Βουλή της Κίνας για να παραμείνει στο αξίωμα όσο επιθυμεί, έχει υποσχεθεί στους συμπολίτες του ότι η χώρα θα αποκτήσει έναν στρατό «παγκόσμιας κλάσης» μέχρι το 2050 το αργότερο.
Ο κινεζικός αμυντικός προϋπολογισμός θα αυξηθεί σε 1,107 τρισεκ. γιούαν (175 δισεκ. δολάρια), ή κατά 8,1% φέτος, θα πει ο Κετσιάνγκ στην ομιλία του ενώπιον των κινέζων κοινοβουλευτικών. Η αύξηση είναι αισθητά υψηλότερη από εκείνη της περασμένης χρονιάς (+7%). Η Κίνα δαπάνησε το 2017 συνολικά 151 δισεκ. δολάρια για τις ένοπλες δυνάμεις της, ανέφερε έκθεση ειδικών του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (IISS), το οποίο έχει την έδρα του στο Λονδίνο.
Το ποσό είναι μεν υποτετραπλάσιο των στρατιωτικών δαπανών των ΗΠΑ (603 δισεκ. δολάρια) αλλά πολύ πιο υψηλό από τις δαπάνες της Σαουδικής Αραβίας (77), της Ρωσίας (61), της Ινδίας (53), της Βρετανίας (51) και της Γαλλίας (49). Ορισμένοι αναλυτές διαβλέπουν στον ρυθμό αύξησης των κινεζικών δαπανών μια πρόθεση από μέρους του Πεκίνου να γίνει μελλοντικά «παγκόσμιος χωροφύλακας».