Οικονομία

Καββαθάς/ΓΣΕΒΕΕ στο Σin: Ανεπαρκή τα μέτρα - Κίνδυνος φτωχοποίησης και στασιμοπληθωρισμού


Δυσμενές είναι το περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί από την ενεργειακή κρίση και τις επιπτώσεις του πολέμου για τις επιχειρήσεις, οι οποίες προσπαθούν να βρουν τον βηματισμό τους μετά από δύο χρόνια πανδημίας.

Τα αυξημένα κόστη λειτουργίας, η συσσώρευση χρεών, η μείωση της κατανάλωσης και η έλλειψη ρευστότητας είναι μερικά από τα κρίσιμα προβλήματα που καλούνται να διαχειριστούν, προκειμένου να μείνουν βιώσιμες και να συνεχίσουν τη λειτουργία τους.

Μιλώντας στο Σin ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ κ. Γιώργος Καββαθάς επισημαίνει ότι, παρά τα θετικά μέτρα στήριξης που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, δεν είναι επαρκή για να σταματήσουν το ράλι του πληθωρισμού ούτε μπορούν να λειτουργήσουν ως ανάχωμα έναντι των πληθωριστικών τάσεων που αναπτύσσονται.

Ο κ. Καββαθάς αναφέρει αναλυτικά τους κλάδους που πλήττονται από τις διεθνείς εξελίξεις και εστιάζει στα πρόσθετα μέτρα που απαιτούνται για τη στήριξη των επιχειρήσεων.

Για το θέμα του κατώτατου μισθού αναφέρει ως αίτημα αιχμής την επαναφορά της αρμοδιότητας καθορισμού του κατώτατου μισθού στις συλλογικές διαπραγματεύσεις ενώ για το θέμα της ρευστότητας τονίζει ότι αφενός οι πόροι από το Ταμείο ανάκαμψης είναι σημαντικό να διαχυθούν σε όλη την κλίμακα της οικονομίας ενώ και οι τράπεζες οφείλουν να στηρίξουν την δανειοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Αναλυτικά η συνέντευξη:

Πως κρίνετε τα μέτρα στήριξης που ανακοίνωσε η κυβέρνηση και για τις επιχειρήσεις;

Απ.: Στη δύσκολη συγκυρία που διανύουμε κάθε μέτρο που λαμβάνεται για την ανακούφιση επιχειρήσεων και νοικοκυριών  είναι προφανώς ευπρόσδεκτο.

Ωστόσο, τα μέτρα που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης και ανέλυσαν οι αρμόδιοι υπουργοί της κυβέρνησης την Πέμπτη 17 Μαρτίου παρόλο που είναι θετικά, δεν αρκούν  για να δημιουργήσουν το ισχυρό ανάχωμα που οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά χρειάζονται για να  αντεπεξέλθουν στην καταιγίδα των ανατιμήσεων που βιώνουν καθημερινά. 

Είναι «μέτρα βοήθημα» αλλά όχι «λύση στην πληθωριστική απειλή».

Με τον ρυθμό που αυξάνονται οι τιμές ενέργειας και πρώτων υλών (σιτηρά, έλαια κ.λπ.) φοβόμαστε ότι βαδίζουμε με ταχύτητα σε εκ νέου φτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας.

Ποιες αναμένεται να είναι οι οικονομικές επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία και ποιο αποτύπωμα θα αφήσουν στην ελληνική οικονομία;

Απ.: Το αποτύπωμα θα είναι βαρύτατο και οι οικονομικές επιπτώσεις σοβαρές. Στη φύση και την οικονομία κενά δεν δημιουργούνται για πολύ, ωστόσο το κάθε κενό καλύπτεται με διαφορετική ταχύτητα και κόστος.

Το κενό που θα αφήσουν στην Ρωσία οι ελληνικές εξαγωγές αγροτικών προϊόντων και οι γούνες της Καστοριάς αργά ή γρήγορα θα καλυφθεί από άλλους παραγωγούς κι εξαγωγείς. Όμως, τα εκατοντάδες καταστήματα που παρήγαγαν και πουλούσαν γούνες κατά βάση σε Ρωσίδες είναι πολύ αμφίβολο πώς, πότε και με τι κόστος θα καλύψουν αυτό το κενό. Το ίδιο ισχύει για τον τουρισμό από τη Ρωσία, και άλλα προϊόντα.

Σε ποιο βαθμό αναμένεται να πληγούν, στο σύνολό τους, οι ελληνικές επιχειρήσεις από τον πόλεμο - Ποιες επιχειρήσεις πλήττονται περισσότερο;

Απ.: Οι επιχειρήσεις που κυρίως θα πληγούν θα είναι οι μικρές και μεσαίες επειδή αυτές δεν έχουν την πολυτέλεια να αλλάζουν τους πελάτες ή τους προμηθευτές τους κάθε λίγο.

Ο σχεδιασμός των πωλήσεων και η επιλογή των προμηθευτών απαιτεί χρόνο και χρήμα. Τονίζω δε ότι οι σημαντικότερες επιπτώσεις δεν θα προέλθουν από τον πόλεμο αλλά από τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας.

Οι κλάδοι που θα πληγούν είναι: τουρισμός, πρωτογενής παραγωγή, αρτοποιία, παραγωγή γούνας, κ.α.

Ωστόσο, πριν την εισβολή στην Ουκρανία, μαίνονταν ήδη ένας ενεργειακός πόλεμος που απειλούσε με λουκέτα πολλές επιχειρήσεις. Ποια είναι η εικόνα σήμερα; Είπατε ότι τα μέτρα που ανακοινώθηκαν είναι «βοήθημα» όχι λύση. Ποια είναι τα επιπλέον μέτρα που χρειάζεται η επιχειρηματικότητα για να αντέξει και αυτήν την κρίση;

Απ.: Θεωρούμε ότι τα μέτρα που ανακοινώθηκαν θα πρέπει να συμπληρωθούν με επιπρόσθετα. Προτείνουμε τα εξής:

  • Πλήρης κάλυψη του επιπλέον ενεργειακού κόστους για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.
  • Πλαφόν στις τιμές ενέργειας και μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα.
  • Μείωση του ΦΠΑ στο 6% στην εστίαση και σε όλα τα τρόφιμα, με εξαίρεση τα είδη πολυτελείας.
  • Αύξηση του μέρους των ενισχύσεων που αναλογεί για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τους αυτοαπασχολούμενους, από το σύνολο των επιδοτήσεων. Αυτό προϋποθέτει εκτός από την εξειδίκευση της 1ης παρέμβασης που ανακοίνωσε ο Υπουργός Οικονομικών  και την αύξηση του συνολικού ποσού (640 εκ €).
  • Έλεγχος της αγοράς σε όλη την κλίμακα (και όχι μόνο στο εμπόριο) για να εξακριβωθούν φαινόμενα αισχροκέρδειας και να βεβαιωθεί κατά πόσο υπάρχουν αδικαιολόγητες ανατιμήσεις.
  • Μετατροπή των Επιστρεπτέων σε Μη Επιστρεπτέες Προκαταβολές για το σύνολο των οφειλών. Η περαιτέρω αύξηση της περιόδου αποπληρωμής (από 60 σε 96 δόσεις) αναγνωρίζει το πρόβλημα αλλά δεν το επιλύει. Απλώς για μια ακόμη φορά το μεταθέτει.
  • Πάγωμα των οφειλών προς το Δημόσιο που δημιουργήθηκαν κατά την διάρκεια της πανδημίας.


Ενώ η χώρα αισιοδοξούσε για μεγάλη ανάπτυξη, ήρθε ο πληθωρισμός να κόψει τα φτερά μας. Τελικά η ελληνική οικονομία μπορεί να ανακάμψει ή ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς και στρωμένος με εμπόδια;

Απ.: Τα στοιχεία δεν υποστηρίζουν το κλίμα αισιοδοξίας. Πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι οδηγούμαστε σε μια κατάσταση στασιμοπληθωρισμού καθώς οι εκτιμήσεις για τον πληθωρισμό προβλέπουν συνέχιση της ανόδου του, ενώ σχετικά με την ανάπτυξη, η μια αρνητική αναθεώρηση διαδέχεται την άλλη. Αυτό που θα πρέπει να γίνει κατανοητό εδώ είναι ότι αν δεν ανακοπεί το πληθωριστικό κύμα, τότε η επιβράδυνση διαρκώς θα τροφοδοτείται εκ νέου.

Η αιτία του κακού με άλλα λόγια βρίσκεται στον πληθωρισμό. Γι’ αυτό τον λόγο η κυβέρνηση πρέπει στο πεδίο των τιμών να δώσει αγώνα. Αν μια οικογένεια αλλά και μια επιχείρηση για να αγοράσει τα απαραίτητα καταβάλει διαρκώς περισσότερα χρήματα, τότε θα μειώσει τις παραγγελίες και την κατανάλωσή της. Να τη λοιπόν η μείωση της ανάπτυξης… Ας μη την αναζητούμε στο υπερπέραν…

Αυτό που υποστηρίζω φάνηκε περίτρανα στην έρευνα που δώσαμε πρόσφατα στη δημοσιότητα όπου φαίνεται ότι το 51% των νοικοκυριών το 2021 δαπάνησε λιγότερα σε σχέση με το 2020 για εξόδους (εστιατόρια, καφέ, σινεμά, κ.α.), το 45% δαπάνησε λιγότερα για ταξίδια και διακοπές και το 43% λιγότερα για ένδυση και υπόδηση από το 2020. Και ελπίζω να θυμάστε ότι το 2020 ήταν σχεδόν τα πάντα παγωμένα στην αγορά…

Η κυβέρνηση έχει προαναγγείλει για τον Μάιο γενναία αύξηση του κατώτατου μισθού σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Μπορούν οι επιχειρήσεις να αντέξουν μια τέτοια εξέλιξη;

Απ.: Η ΓΣΕΒΕΕ τοποθετήθηκε στον θεσμοθετημένο διάλογο ζητώντας λελογισμένες αυξήσεις που να στηρίζουν μεν τους πιο ευάλωτους, αλλά από την άλλη να μην εξαντλούν τις επιχειρήσεις. Για τη ΓΣΕΒΕΕ αίτημα αιχμής είναι η επαναφορά της αρμοδιότητας καθορισμού του κατώτατου μισθού στις συλλογικές διαπραγματεύσεις. Οι υπερβολές και τα παθήματα του παρελθόντος έχουν γίνει μαθήματα για όλους του κοινωνικούς εταίρους που μπορούν από μόνοι τους να αποφασίζουν για το ύψος των μισθών.

Το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης δημιουργήθηκε για να βοηθήσει τις επιχειρήσεις. Μέχρι σήμερα τι αποτελέσματα έχουμε σε αυτό το πεδίο και τί πρέπει να γίνει ακόμα;

Απ.: Στα τέλη Φεβρουαρίου μάθαμε από το υπουργείο Οικονομικών ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε την θετική προκαταρκτική αξιολόγησή της για το πρώτο αίτημα πληρωμής που υπέβαλε η Ελλάδα, ύψους 3,6 δισ. ευρώ. Εξ αυτών τα 1,72 δισ. θα είναι επιχορηγήσεις και το υπόλοιπο 1,85 δισ. δάνεια. Η πληρωμή αναμένεται εντός του Απριλίου.

Με το ποσό αυτό, αν θέλουμε να διαχυθεί σε όλη την κλίμακα της οικονομίας, πρέπει να υπάρχουν εγγυήσεις ότι θα ωφεληθούν ισότιμα, συναρτήσει του μεγέθους τους, και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η συμμετοχή τους στην παραγωγή κάθε κλάδου είναι τόσο σημαντική ώστε δικαιούνται ένα σοβαρό μερίδιο. Μόνο τότε τα κονδύλια που αναμένεται να εισπράξει η Ελλάδα μέχρι το 2026 θα δημιουργήσουν νέες και ποιοτικές θέσεις εργασίας.

Οι επιχειρήσεις διαμαρτύρονται για έλλειψη ρευστότητας. Σε ποιο βαθμό οι τράπεζες προχωρούν σε άνοιγμα στην επιχειρηματικότητα προκειμένου να μπει «ζεστό» χρήμα στις επιχειρήσεις;

Απ.: Αυτές τις μέρες βλέπουμε τα πρώτα οικονομικά αποτελέσματα των τραπεζών. Διαπιστώνουμε για την ακρίβεια το ευχάριστο ότι παύουν να είναι εταιρείες διαχείρισης προβληματικών δανείων. Αυτή η αλλαγή είναι μια αναγκαία συνθήκη για βα ασκήσουν επιτέλους την δουλειά που έχουν να κάνουν: να τροφοδοτούν με δάνεια την οικονομία και να στηρίζουν την μεγέθυνση της.

Ωστόσο, πολύ φοβόμαστε πώς ούτε και τώρα οι τράπεζες θα χρηματοδοτήσουν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Πολλές φορές έχουμε εκφράσει την ανησυχία μας ότι οι απαιτήσεις τραπεζικής χρηματοδότησης που συνοδεύουν τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης ενδέχεται να στεγνώσουν την αγορά, απορροφώντας όλη την τραπεζική ρευστότητα στην κατεύθυνση χρηματοδότησης πολύ μεγάλων έργων. Θα πρόκειται για μια αρνητική εξέλιξη.

Η ΓΣΕΒΕΕ έχει κατ’ επανάληψη ζητήσει από τις τράπεζες να δημιουργήσουν εξειδικευμένα προϊόντα, να αποτιμήσουν τον κίνδυνο που συνοδεύει τη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων και να προχωρήσουν στην δανειοδότησή μας. Περιμένουμε την απόκρισή τους…