Με Άποψη

Ιταλία: Μια ακόμη κρίση για την ευρωζώνη, μια ακόμη ήττα για τη δημοκρατία στην Ευρώπη


Η συμφωνία Λέγκας και Κινήματος 5 Αστέρων για το σχηματισμό κυβέρνησης στην Ιταλία προκάλεσε ένα ακόμα σοκ στους ηγετικούς κύκλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Γερμανίας που οδήγησε στην απόρριψη της κυβέρνησης. Η πολιτική συμμαχία μεταξύ ενός ακροδεξιού, ξενοφοβικού κόμματος και ενός λαϊκιστικού, «αντισυστημικού» που συγκεντρώνει μεγάλο μέρος των παραδοσιακών ψηφοφόρων της κεντρο-αριστεράς, είναι λογικό να αιφνιδίασε, πόσο μάλλον όταν ο ίδιος ο επικεφαλής του, Λουίτζι Ντι Μάιο, απέκλειε μια τέτοια συμμαχία προεκλογικά. Ωστόσο, το σοκ προήλθε από τη συγκολλητική ουσία αυτού του συνασπισμού που δεν ήταν άλλη από θεμελιακή εναντίωσή του στην ευρωζώνη και το ευρώ, καθώς και η ξεκάθαρα απορριπτική στάση τους προς τις σημερινές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτή η «αντι-ευρωπαϊκή» συναντίληψη των δύο εταίρων καταγράφηκε στο προγραμματικό κείμενο που τη συνόδευε, ιδίως στην αρχική του μορφή.

Η προγραμματική συμφωνία των δύο κομμάτων ήταν αντιπροσωπευτική των ετερόκλητων ιδεολογικών συντεταγμένων τους, καθώς περιλάμβανε μέτρα: 

  • ξενοφοβικά/αντιμεταναστευτικά που υπαγόρευαν την απαράδεκτη, και πρακτικά μάλλον ανέφικτη, απέλαση 500 χιλιάδων προσφύγων
  • νεοφιλελεύθερα, όπως η κατάργηση της προοδευτικής φορολογίας με την καθιέρωση φορολόγησης τύπου flat tax – αν και οι αντιρρήσεις του Κινήματος 5 Αστέρων «στρογγύλεψαν» αυτή τη μεταρρύθμιση.
  • προοδευτικά και κοινωνικά, όπως η κατάργηση της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης της κυβέρνησης Ρέντσι και η εισαγωγή ενός γενναιόδωρου εισοδήματος του πολίτη. 

Η πραγματοποίηση ενός τέτοιου προγράμματος παράλληλης μείωσης φόρων και αύξησης κοινωνικών δαπανών προϋπέθετε αψήφιση των ασφυκτικών δημοσιονομικών κανόνων της ευρωζώνης, πράγμα που προκάλεσε την αντίδραση Βρυξελλών και Βερολίνου.

Εκείνα βέβαια που προκάλεσαν σχεδόν πανικό, ήταν οι αναφορές σε προετοιμασία παράλληλου νομίσματος για τόνωση της ρευστότητας στην ιταλική οικονομία και το αίτημα για απευθείας διαγραφή του 1/10 του ιταλικού χρέους. Παρά το γεγονός ότι οι επόμενες εκδοχές της προγραμματικής συμφωνίας παρέλειψαν το παράλληλο νόμισμα και γενικά φρόντιζαν να είναι λιγότερο προκλητικές, το γεγονός της ριζικής αμφισβήτησης των προδιαγραφών του Συμφώνου Σταθερότητας και του Δημοσιονομικού Συμφώνου, παρέμεινε. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας της ευρωζώνης ξεκινούσε τη θητεία της σχεδιάζοντας να παραβιάσει ανοιχτά τις συνθήκες που διέπουν τη λειτουργία της ευρωζώνης! Ακόμα περισσότερο χαρακτηριστική της πολιτικής των δύο κομμάτων και της εκ μέρους τους αμφισβήτησης 25 χρόνων ευρωπαϊκής ενοποίησης, είναι η έκκλησή τους για επιστροφή «στην προ-Μάαστριχτ εποχή, όταν τα ευρωπαϊκά κράτη κινούνταν από γνήσιες προθέσεις ειρήνης, αδελφοσύνης, συνεργασίας και αλληλεγγύης» …

Η Ιταλία βεβαίως είναι η μόνη μεγάλη βιομηχανική και εξαγωγική οικονομία στην Ευρώπη που σήμερα βρίσκεται σε χειρότερη θέση από όσο ήταν πριν την εισαγωγή του ευρώ. Για μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος πρόκειται για 20 χαμένα χρόνια, για ολόκληρες γενιές νέων και όχι τόσο νέων (πια) Ιταλών εγκλωβισμένων στην επισφάλεια, την υποαπασχόληση, τη μακροχρόνια ανεργία, τους χαμηλούς μισθούς· για μια περίοδο βιομηχανικής αποσάθρωσης και οικονομικής στασιμότητας, την ώρα που η Γερμανία καταρρίπτει τα ρεκόρ εμπορικών πλεονασμάτων.

Έτσι εξηγείται και το απροσδόκητο αποτέλεσμα έρευνας που διεξάχθηκε μετά την εκλογική αναμέτρηση της 4ης Μαρτίου για το ποια σύνθεση κυβερνητικού συνασπισμού επιθυμούσαν οι ίδιοι οι ψηφοφόροι των κομμάτων. Παρότι μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων των 5 Αστέρων προέρχονται από την αριστερά και την κεντροαριστερά, οι σχετικά περισσότεροι ψηφοφόροι του Κινήματος επιθυμούσαν συμμαχία με τη Λέγκα.

Από την άλλη, η αντίδραση των ευρωπαϊκών ελίτ και του γερμανικού τύπου, υπήρξε, δυστυχώς, η αναμενόμενη. Στα γερμανικά έντυπα οι Ιταλοί κατηγορήθηκαν συλλήβδην ως ζητιάνοι, εκβιαστές, φοροφυγάδες, ενώ Γερμανοί «σοφοί» προειδοποίησαν για θανάσιμη απειλή για τη σταθερότητα της ευρωζώνης.

Τη Δευτέρα 28 Μαΐου αναμενόταν να ανακοινωθεί η νέα κυβέρνηση με εξωκοινοβουλευτικό πρωθυπουργό τον κεντροαριστερό Τζιουζέπε Κόντε, έναν μάλλον άγνωστο καθηγητή νομικών στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας. Ωστόσο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Ματαρέλα, αρνήθηκε να συναινέσει θέτοντας βέτο στην επιλογή του Πάολο Σαβόνα για το Υπουργείο Οικονομικών -χωρίς να προβλέπεται τέτοια προεδρική αρμοδιότητα στο Σύνταγμα. Η υποψηφιότητα Σαβόνα ήταν, εκ πρώτης όψεως, κάθε άλλο παρά προβληματική: Πρώην υπουργός βιομηχανίας, καθηγητής Οικονομικών με φιλελεύθερες απόψεις, πρώην διευθυντής του Ιταλικού ΣΕΒ, οικονομολόγος στην Κεντρική Τράπεζα της Ιταλίας, με μακρά εμπειρία στη διοίκηση μεγάλων επιχειρήσεων και τραπεζών. Παρουσίαζε όμως μια «ιδιαιτερότητα»: Θεωρεί ότι η λειτουργία της ευρωζώνης είναι υπερβολικά ευνοϊκή για τη Γερμανία και βλαπτική για την ιταλική οικονομία, εξ ου και ότι η είσοδος της Ιταλίας στο ευρώ ήταν «ιστορικό λάθος».

Έτσι, τα πράγματα κατέληξαν σε υπηρεσιακή κυβέρνηση επιλογής του Προέδρου Ματαρέλα υπό την ηγεσία ενός οικονομολόγου του ΔΝΤ, του Κάρλο Κοταρέλι. Η υπηρεσιακή κυβέρνηση αναμένεται να μην καταφέρει να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης στο κοινοβούλιο και να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές το Φθινόπωρο, στο οποίο οι παραλίγο κυβερνητικοί εταίροι είναι πολύ πιθανό να αναδειχθούν ενισχυμένοι. Είναι ίδιον των «αντισυστημικών» κομμάτων, να δυναμώνουν όταν, ακριβώς, τα «πολεμά» -με κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο- το «σύστημα».

*Περιλαμβάνεται στο Δελτίο Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ

Διαβαστε επισης