Η ανάπτυξη όλο και πιο εξελιγμένων λογισμικών κατασκοπείας δημιουργεί μια «υπαρξιακή» απειλή για την ερευνητική δημοσιογραφία, κάνοντας της πηγές να σιωπούν από τον φόβο μήπως ταυτοποιηθούν, προειδοποιεί σήμερα η Επιτροπή Προστασίας των δημοσιογράφων (CPJ), που καλεί σε νέα έκθεσή της τα κράτη να δράσουν.
«Είναι για μένα αποδεδειγμένο γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι φοβούνται να μου μιλήσουν. Πολλοί άνθρωποι φοβούνται να μου γράψουν, φοβούνται μήπως το τηλέφωνό μου παρακολουθείται», εξηγεί στην έκθεση αυτή η Μαροκινή δημοσιογράφος Αΐντά Αλαμί, που εργάζεται κυρίως για τους New York Times.
Ίδια διαπίστωση και για τον Ούγγρο Σαμπόικς Πάνιι, δημοσιογράφο που εργάζεται για τον ιστότοπο Direkt36.hu, το όνομα του οποίου εμφανίστηκε μεταξύ των προσωπικοτήτων που αποτέλεσαν αντικείμενο κατασκοπείας από το Pegasus όταν ξέσπασε το ηχηρό σκάνδαλο γύρω από αυτό το λογισμικό της ισραηλινής εταιρίας κυβερνοτεχνολογίας NSO το καλοκαίρι του 2021.
«Ο μεγαλύτερος φόβος σήμερα είναι αυτή η υπόθεση (του Pegasus) να αποθαρρύνει τις πηγές και αυτή η τεράστια δημοσιογραφική επιτυχία να είναι παραδόξως ένα εμπόδιο για τη δουλειά μας μακροπρόθεσμα», προσθέτει, σύμφωνα επίσης με την έκθεση της CPJ.
Η CPJ, η οποία έχει έδρα τη Νέα Υόρκη, υπενθυμίζει το αίτημα που διατύπωσαν «περισσότερες από 180 μη κυβερνητικές οργανώσεις» και ειδικοί του ΟΗΕ για ένα μορατόριουμ στην πώληση, τη χρήση και τη μεταφορά τεχνολογιών που συνδέονται με αυτά τα λογισμικά κατασκοπείας μέχρις ότου καθοριστεί ένα ρυθμιστικό πλαίσιο που θα εγγυάται τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Πιο ανησυχητικό είναι, σύμφωνα με την CPJ, πως «οι παλιές μέθοδοι άμυνας δεν λειτουργούν» απέναντι «στη νέα γενιά λογισμικών κατασκοπίας», που μπορούν να παρεισφρέουν σε ένα τηλέφωνο χωρίς ο στόχος να ανοίγει έναν σύνδεσμο ή να «ανοίγει» ένα συνημμένο κομμάτι, αλλά απλώς με «μια αναπάντητη κλήση» ή ακόμη και με ένα «αθέατο SMS».
Πρόκειται για εργαλεία όλο και πιο εξελιγμένα που «δημιουργούν μια υπαρξιακή απειλή για τη δημοσιογραφία και την ελευθερία του Τύπου στον κόσμο».
Εκτός από το μορατόριουμ, η CPJ ζητά να τεθούν περιορισμοί στις εισαγωγές και εξαγωγές προς τις χώρες, που καθιστούν αυτές τις τεχνολογίες εργαλείο καταστολής, και τη δημιουργία μιας διεθνούς συνθήκης, που θα περιορίζει το εμπόριό τους.
Σε ό,τι αφορά τις εταιρίες που αναπτύσσουν τέτοια λογισμικά, η Επιτροπή ζητά την εισαγωγή σαφών όρων που θα απαγορεύουν την κατασκοπεία δημοσιογράφων στα συμβόλαια και στις άδειες [χρήσης], καθώς και τη δυνατότητα ανάκλησης της πρόσβασης σε λογισμικά κατασκοπείας όταν εντοπίζεται μια κατάχρηση.
πηγή: ΑΠΕ