«Βαρίδι» για την ελληνική οικονομία και την περαιτέρω ανάπτυξή της αποτελούν οι επιχειρήσεις «ζόμπι», όπως αποκαλούνται όσες είναι υπερχρεωμένες και δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν τα δάνεια και λοιπές υποχρεώσεις.
Παρά τη σημαντικά μείωσή του αριθμού τους τα τελευταία χρόνια, μια στις 10 επιχειρήσεις στην Ελλάδα παραμένει «ζόμπι», σύμφωνα με μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ). Οι επιχειρήσεις αυτές απορροφούν κεφάλαια που θα μπορούσαν να κατευθυνθούν σε πιο υγιείς και παραγωγικές επιχειρήσεις, ενώ ταυτόχρονα πλήττουν τον ανταγωνισμό και περιορίζουν τις δυνατότητες για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Μιλώντας με αριθμούς, το ποσοστό των «ζόμπι» επιχειρήσεων στην Ελλάδα παρουσίασε μια ανοδική τάση από το 2005 έως το 2013, φτάνοντας στο 18,6%. Από τότε, παρατηρείται μια σταδιακή αποκλιμάκωση, με το ποσοστό να διαμορφώνεται στο 8,9% το 2022.
Η σχέση με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια
Οι συντάκτες της μελέτης του ΙΟΒΕ διαπιστώνουν μια στενή σχέση μεταξύ του ποσοστού των «ζόμπι» επιχειρήσεων και του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΑ) στους τραπεζικούς ισολογισμούς. Η ανάλυση δείχνει ότι η αύξηση του ποσοστού των «ζόμπι» επιχειρήσεων προηγήθηκε της αύξησης των ΜΕΑ, ενώ αντίστοιχα και η μείωση του πρώτου προηγήθηκε της μείωσης του δεύτερου. Αυτό υποδηλώνει ότι το ποσοστό των «ζόμπι» επιχειρήσεων μπορεί να θεωρηθεί ως ένας πρόδρομος δείκτης για την εμφάνιση των ΜΕΑ.
Η μελέτη σημειώνει ότι οι υγιείς επιχειρήσεις παρουσιάζουν σημαντικά καλύτερες επιδόσεις σε όρους επενδύσεων, απασχόλησης και παραγωγικότητας σε σύγκριση με τις επιχειρήσεις-«ζόμπι». Η υψηλή συγκέντρωση κεφαλαίου στις τελευταίες αποτρέπει την ανακατανομή πόρων προς πιο δυναμικούς τομείς της οικονομίας.
Η κλαδική ανάλυση της εξέλιξης των εταιρειών «ζόμπι» αποτυπώνει υψηλότερη διαχρονικά πυκνότητα «ζόμπι» από τον μέσο όρο της οικονομίας στους τομείς των Κατασκευών (F), Καταλυμάτων και Εστίασης (I) και Διαχείρισης Ακίνητης Περιουσίας (L). Παράλληλα, οι επιχειρήσεις «ζόμπι» στους τομείς της Μεταποίησης (C) και του Εμπορίου (G) εμφάνιζαν συστηματικά αξιοσημείωτο ύψος υποχρεώσεων προς τις τράπεζες.
Επιβαρύνεται η οικονομία, μπαίνει φρένο σε επενδύσεις
H ύπαρξη των επιχειρήσεων «ζόμπι» σε συνδυασμό με την παρατεταμένη παρουσία κόκκινων επιχειρηματικών δανείων και εταιρειών «ζόμπι» αποτελούν εμπόδιο στις προοπτικές επενδύσεων και απασχόλησης, ενώ επιδρούν αρνητικά στην παραγωγικότητα και την αποτελεσματική κατανομή των πόρων. Οι επιδράσεις είναι τόσο άμεσες σε επίπεδο εταιρείας, όσο και ευρύτερες σε επίπεδο συνολικής οικονομίας, καθώς διαχέονται σε υγιείς επιχειρήσεις του κάθε τομέα οικονομικής δραστηριότητας, πλήττοντας έτσι τον υγιή ανταγωνισμό στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών.
Συνοψίζοντας το πλαίσιο της ποσοτικής ανάλυσης, αναδεικνύονται πέντε βασικά ευρήματα από την μελέτη του ΙΟΒΕ:
- Πρώτον, οι υγιείς επιχειρήσεις εμφανίζουν καλύτερες επιδόσεις από τις εταιρείες «ζόμπι», σε όρους ρυθμού αύξησης επενδύσεων, απασχόλησης, αλλά και επιπέδου παραγωγικότητας.
- Δεύτερον, η υψηλή συγκέντρωση κεφαλαίου σε εταιρείες «ζόμπι» επηρεάζει αρνητικά τον ρυθμό αύξησης των επενδύσεων στις υγιείς επιχειρήσεις σε ορισμένους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας.
- Τρίτον, η υψηλή συγκέντρωση κεφαλαίου σε εταιρείες «ζόμπι» αναγκάζει τις υγιείς επιχειρήσεις να αυξήσουν το ελάχιστο επίπεδο παραγωγικότητας που απαιτείται για να επιβιώσουν
- Τέταρτον, η υψηλή συγκέντρωση κεφαλαίου σε επιχειρήσεις «ζόμπι» εμποδίζει την ανακατανομή κεφαλαίου σε πιο παραγωγικές επενδύσεις μεταξύ των επιχειρήσεων και τομέων δραστηριότητας.
- Πέμπτον, οι νεότερες σε ηλικία και μεγαλύτερες σε μέγεθος επιχειρήσεις εμφανίζουν εν γένει καλύτερες επιδόσεις, σε όρους ρυθμού αύξησης επενδύσεων, απασχόλησης, αλλά και επιπέδου παραγωγικότητας.
Καταλήγοντας, αναδεικνύεται η σημασία για την ελληνική οικονομία της ταχείας διευθέτησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς και της περαιτέρω μείωσης του αριθμού των εταιρειών «ζόμπι». Ως άμεσες θετικές επιδράσεις ξεχωρίζουν οι αναμενόμενοι υψηλότεροι ρυθμοί επενδύσεων, απασχόλησης και παραγωγικότητας στην οικονομία λόγω του υψηλότερου μεριδίου των υγιών επιχειρήσεων. Στις έμμεσες θετικές επιδράσεις συγκαταλέγονται η βελτίωση των προοπτικών λειτουργίας και ανάπτυξης στις υπάρχουσες υγιείς επιχειρήσεις λόγω απελευθέρωσης χρηματοοικονομικών και φυσικών πόρων και αποτελεσματικότερης κατανομής αυτών στο σύνολο της οικονομίας και εντός επιμέρους τομέων οικονομικής δραστηριότητας προς πιο παραγωγικές κατευθύνσεις.
Προτεραιότητες πολιτικής με σκοπό την ταχεία και αποτελεσματική μείωση των ΜΕΑ και του αριθμού των εταιρειών «ζόμπι» αναμένεται να βελτιώσουν την ταχύτητα και το εύρος κάλυψης του επενδυτικού κενού της ελληνικής οικονομίας, καθώς και τη μείωση του ποσοστού ανεργίας.
Επιπλέον, δύνανται να ενισχύσουν την προοπτική ενίσχυσης της συνολικής παραγωγικότητας της οικονομίας, καθώς και ανακατανομής του κεφαλαίου σε παραγωγικές επενδύσεις, που αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις για την επίτευξη ισχυρών και διατηρήσιμων ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας μεσο-μακροχρόνια.