Σε μια εύθραυστη εκεχειρία έχουν οδηγηθεί κυβέρνηση και τράπεζες μετά την ανακοίνωση εκ μέρους των τραπεζών του σχεδίου στήριξης δανειοληπτών, καθώς στην κυβέρνηση θεωρούν ότι οι τράπεζες επέλεξαν τελικά τη φθηνότερη, για τις ίδιες, δυνατή λύση, που δεν θα δώσει σοβαρή απάντηση στο πραγματικό πρόβλημα της μεγάλης πίεσης που ασκείται σε νοικοκυριά όχι μόνο πολύ χαμηλού, αλλά και μέσου εισοδήματος, από τον πληθωρισμό και τα αυξημένα επιτόκια.
Οι τράπεζες απέκρουσαν την έντονη πίεση του υπουργού Οικονομικών, Χρ. Σταϊκούρα, για τη μεταφορά στην Ελλάδα του ισπανικού μοντέλου στήριξης, το οποίο δεν καλύπτει μόνο όσους βρίσκονται στα όρια της ανέχειας, αλλά ακόμη και νοικοκυριά της μεσαίας τάξης, που αντιμετωπίζουν με τις σημερινές συνθήκες σοβαρές οικονομικές δυσκολίες και διατρέχουν άμεσο κίνδυνο να σταματήσουν την εξυπηρέτηση των δανείων και να μπουν στην περιπέτεια της κατάσχεσης/πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας τους.
Οι ελληνικές τράπεζες, αντίθετα, όπως αναφέρουν κυβερνητικά στελέχη, «κράτησαν» από το ισπανικό μοντέλο μόνο το... φθηνότερο κομμάτι του, δηλαδή τη στήριξη ευάλωτων δανειοληπτών. Δηλαδή εκείνων, που βρίσκονται σε τόσο δύσκολη θέση οικονομικά, ώστε είναι μάλλον απίθανο να συνεχίσουν να εξυπηρετούν ομαλά ένα στεγαστικό δάνειο και οι τράπεζες θα ήταν υποχρεωμένες, αργά ή γρήγορα, να τους βοηθήσουν με κάποια ρύθμιση, για να μην κοκκινίσουν τα δάνειά τους.
Έτσι, ουσιαστικά το πρόγραμμα στήριξης που ανακοινώθηκε χθες έχει περισσότερο χαρακτήρα... ελεημοσύνης, παρά μιας σοβαρής παρέμβασης στήριξης δανειοληπτών. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με υπολογισμούς της Morgan Stanley, για να επιδοτήσουν οι τράπεζες τα δάνεια των ευάλωτων νοικοκυριών θα χρειασθεί να δαπανήσουν ένα ποσό που αντιστοιχεί μόλις σε 1% των προβλεπόμενων κερδών τους για το 2023. Δεν είναι τυχαίο, ότι οι τράπεζες εντάσσουν αυτό το σχέδιο στα προγράμματα κοινωνικής υπευθυνότητας (ESG), σαν μια ακόμη δαπάνη όπως πολλές άλλες αυτής της κατηγορίας.
Για να καθορίσουν την περίμετρο των δικαιούχων και να μειώσουν στο ελάχιστο τη δική τους επιβάρυνση, οι τράπεζες επιδοτούν μόνο όσους θεωρούνται «ευάλωτοι» με βάση τον ορισμό του νόμου 4472/2017, δηλαδή όσους θεωρούνται τόσο ασθενείς οικονομικά, ώστε το Δημόσιο να τους καταβάλλει το επίδομα στέγασης. Για αυτή την κατηγορία, το όριο εισοδήματος είναι μέχρι μέχρι 7.000 ευρώ, προσαυξανόμενο κατά 3.500 ευρώ, ανά μέλος της οικογένειας, με ανώτατο όριο τα 21.000 ευρώ. Περιουσιακά όρια είναι να μην ξεπερνά η αξία πρώτης κατοικίας τα 180.000 ευρώ και οι καταθέσεις τα 7.000 ευρώ (προσαυξανόμενες κατά 3.500 ευρώ για κάθε μέλος της οικογένειας με όριο συνολικών καταθέσεων το ποσό 21.000 ευρώ).
Οι τράπεζες υπολογίζουν ότι σε αυτή την περίμετρο εντάσσονται 30.000 δικαιούχοι, με δάνεια ύψους 2 δισ. ευρώ, ενώ η Morgan Stanley, σε πρόσφατη έκθεσή της, υπολόγιζε ότι είναι ακόμη χαμηλότερο το ποσό των δανείων, που εκτιμούσε ότι είναι της τάξεως των 1 δισ. ευρώ. Στη χειρότερη περίπτωση, εκτιμάται ότι η συνολική επιβάρυνση των τραπεζών για να επιδοτήσουν για 12 μήνες το ήμισυ της επιβάρυνσης των δόσεων από τα αυξημένα επιτόκια, οι τράπεζες θα επιβαρυνθούν με ποσά μερικών δεκάδων εκατ. ευρώ, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν αντικατοπτρίζει τις αρχικές προσδοκίες της κυβέρνησης για ένα πρόγραμμα τύπου «Γέφυρα», που θα κάλυπτε τουλάχιστον 50.000 δικαιούχους και με πολύ πιο αυξημένα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια.
Πολύ πιο «γενναιόδωρο» το μοντέλο της Ισπανίας
Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, η κυβέρνηση εξαρχής «έδειχνε» προς την κατεύθυνση της Ισπανίας και ακόμη σήμερα αφήνουν ανοικτό κυβερνητικά στελέχη να συνεχισθεί η πίεση σε αυτή την κατεύθυνση, ή ακόμη και να επιβληθεί ένας έκτακτος φόρος στα τραπεζικά κέρδη, για να υποστηριχθούν περισσότεροι δανειολήπτες.
Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της ισπανικής κυβέρνησης, τα μέτρα στήριξης θα καλύψουν περισσότερα από 1 εκατομμύριο νοικοκυριά και θα ωφεληθούν οι πιο ευάλωτες οικογένειες, αλλά και τα μεσαία στρώματα με εισόδημα έως και 29.400 ευρώ ετησίως. Τα μέτρα, όπως έχει δηλώσει η υπουργός Οικονομικών, Νάντια Καλβίνιο. θα ωφελήσουν περίπου το ένα τρίτο των νοικοκυριών με στεγαστικά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου στην Ισπανία. Παρέχουν ένα «μενού» επιλογών, έτσι ώστε οι οικογένειες να μπορούν να επιλέξουν αυτό που ταιριάζει καλύτερα στην περίπτωσή τους.
Ο κανονισμός για τη στήριξη των στεγαστικών δανείων της Ισπανίας δρα με τρεις τρόπους: βελτίωση της μεταχείρισης των ευάλωτων νοικοκυριών, άνοιγμα νέου πλαισίου προσωρινής δράσης για οικογένειες που διατρέχουν κίνδυνο ευπάθειας λόγω της αύξησης των επιτοκίων και υιοθέτηση γενικών βελτιώσεων για τη διευκόλυνση της πρόωρης αποπληρωμής των δανείων και τη μετατροπή των στεγαστικών δανείων σε δάνεια με σταθερό επιτόκιο.
Ειδικότερα, η βοήθεια για ευάλωτους κατόχους στεγαστικών δανείων καλύπτει νοικοκυριά που ορίζονται από την ισπανική νομοθεσία ως «ευάλωτα», έχοντας εισόδημα μικρότερο από 25.200 ευρώ ετησίως. Το δεύτερο κριτήριο είναι να αφιερώνουν περισσότερο από το 50% του μηνιαίου εισοδήματός τους σε πληρωμές στεγαστικών δανείων. Η κυβέρνηση εκτιμά ότι υπάρχουν περίπου 300.000 νοικοκυριά που πληρούν αυτά τα κριτήρια.
Για αυτά τα νοικοκυριά, προσφέρονται δύο επιλογές: Εάν το κόστος εξυπηρέτησης του δανείου έχει αυξηθεί πάνω από 50% του εισοδήματος, τα νοικοκυριά θα μπορούν να αναδιαρθρώσουν το στεγαστικό τους δάνειο με μείωση του επιτοκίου κατά τη διάρκεια μιας 5ετούς περιόδου χάριτος (σε Euribor -0,10%, από το τρέχον Euribor +0,25). Επίσης, προβλέπεται η δυνατότητα δεύτερης αναδιάρθρωσης, εάν χρειασθεί. Εάν η σχέση του κόστους εξυπηρέτησης του δανείου προς το εισόδημα είναι χαμηλότερη από το 50%, οι δανειολήπτες θα μπορούν να επιλέξουν περίοδο χάριτος 2 ετών, χαμηλότερο επιτόκιο κατά τη διάρκεια της περιόδου χάριτος και παράταση της διάρκειας του δανείου έως και 7 έτη.
Το πρόγραμμα στήριξης, όμως, καλύπτει και οφειλέτες της μεσαίας τάξης, δηλαδή νοικοκυριά με εισόδημα έως 29.400 ευρώ ετησίως και για στεγαστικά δάνεια που έχουν συναφθεί έως την 31η Δεκεμβρίου 2022. Σε αυτή την περίπτωση, θα πρέπει το κόστος εξυπηρέτησης του δανείου να ξεπερνά το 30% του εισοδήματος και να έχει αυξηθεί τουλάχιστον κατά 20%. Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα πρέπει να προσφέρουν σε όλες αυτές τις περιπτώσεις τη δυνατότητα αναστολής πληρωμών για 12 μήνες, χαμηλότερο επιτόκιο επίσης για 12 μήνες και παράταση της διάρκειας του δανείου έως και 7 χρόνια.
Καθ' όλη τη διάρκεια του 2023, τα πέναλτι πρόωρης αποπληρωμής για στεγαστικά δάνεια καταργούνται, ώστε οι δανειολήπτες να μπορούν να μειώσουν το ανεξόφλητο κεφάλαιο χωρίς να χρειάζεται να καταβάλλουν προμήθεια γι' αυτό. Επίσης, καταργούνται και τα οι προμήθειες για τη μετατροπή ενός δανείου κυμαινόμενου επιτοκίου σε σταθερό.