Τη δυνατότητα στις τράπεζες να μετατρέψουν «κόκκινα» δάνεια σε... κρατικά ομόλογα δίνει το σχέδιο «Ηρακλής» για τιτλοποιήσεις δανείων με κρατικές εγγυήσεις έως 12 δισ. ευρώ, όπως προκύπτει από το νομοσχέδιο που κατέθεσε χθες το βράδυ στη Βουλή το υπ. Οικονομικών, με το οποίο ανοίγει, επίσης, «παράθυρο» για τη χρονική παράταση εφαρμογής του σχεδίου, αλλά και για περαιτέρω αύξηση των κρατικών εγγυήσεων.
Η αρχιτεκτονική του σχεδίου δεν διαφέρει από το αρχικό σχέδιο, που ενέκρινε στις 10 Οκτωβρίου η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν: προβλέπεται ότι το Δημόσιο θα προσφέρει εγγυήσεις έως 12 δισ. ευρώ στους τίτλους υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (senior tranches), που θα εκδώσουν οι τράπεζες για να «ξεφορτωθούν» μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Με άλλα λόγια το Δημόσιο θα εγγυηθεί ότι θα καλύψει όσες ζημιές τυχόν προκύψουν από τα καλύτερης ποιότητας δάνεια που θα τιτλοποιήσουν οι τράπεζες. Οι κρατικές εγγυήσεις θα δοθούν μόνο στα κομμάτια τιτλοποιήσεων που θα πάρουν αξιολόγηση τουλάχιστον ΒΒ- από την S&P, ή της αντίστοιχης βαθμίδας των άλλων οίκων αξιολόγησης.
Το σημαντικότερο νέο στοιχείο του νομοσχεδίου είναι ότι δημιουργεί ένα νέο είδος... σούπερ εγγύησης του Δημοσίου, που δεν έχει παρασχεθεί σε άλλη περίπτωση στο παρελθόν. Σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 6 του νομοσχεδίου, η εγγύηση αυτή θα είναι «ρητή, ανέκκλητη και σε πρώτη ζήτηση, πληροί δηλαδή τις προϋποθέσεις που θέτει ο κανονισμός 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων». Όπως εξηγείται, η εγγύηση παρέχεται «ως εάν το Ελληνικό Δημόσιο ήταν πρωτοφειλέτης».
Με απλά λόγια, μέσα από αυτό το μηχανισμό, τα «κόκκινα» δάνεια μετατρέπονται σε κρατικά ομόλογα, αφού το Δημόσιο αναλαμβάνει την υποχρέωση να πληρώσει στις τράπεζες όσα ενδεχομένως χάσουν από τη διαδικασία είσπραξης των απαιτήσεων, σαν να χρωστούσε το ίδιο το Δημόσιο αυτά τα δάνεια στις τράπεζες. Πρόκειται για ένα καθεστώς εντελώς διαφορετικό από αυτό που γνωρίζαμε στο παρελθόν, όταν το Δημόσιο έδινε τις εγγυήσεις του για διάφορες κατηγορίες δανείων, οι εγγυήσεις κατέπιπταν, αλλά το κράτος καθυστερούσε την πληρωμή (τέτοιες οφειλές δισεκατομμυρίων προς τις τράπεζες παραμένουν και σήμερα σε εκκρεμότητα).
Αυτό το πολύ αυστηρό, για το Δημόσιο, καθεστώς παροχής εγγυήσεων επιβλήθηκε, σύμφωνα με πληροφορίες, από την ανάγκη να εγκρίνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το «σβήσιμο» των εγγυημένων τίτλων από τους τραπεζικούς ισολογισμούς, ώστε να βελτιωθεί η κεφαλαιακή τους επάρκεια. Αν είχε επιλεγεί μια λιγότερο αυστηρή λύση για το σχήμα των εγγυήσεων, υπήρχε ο κίνδυνος, λόγω της χαμηλής πιστοληπτικής αξιολόγησης του Δημοσίου, να μην δεχθούν οι επόπτες ότι οι εγγυημένοι τίτλοι έχουν μηδενική στάθμιση κινδύνου, όπως έχουν τα κρατικά ομόλογα, κάτι που θα σήμαινε ότι οι τράπεζες θα ήταν υποχρεωμένες να συνεχίσουν να κρατούν κεφάλαια στην άκρη, με συνέπεια να γίνονται λιγότερο συμφέρουσες οι τιτλοποιήσεις.
Επιπλέον, το νομοσχέδιο δίνει στο σχέδιο «Ηρακλής» ακόμη μεγαλύτερη εμβέλεια από αυτήν που είχε αρχικά. Το σχέδιο που ενέκρινε η Κομισιόν τον Οκτώβριο προέβλεπε «πλαφόν» 9 δισ. ευρώ για τις εγγυήσεις, το οποίο τώρα αυξάνεται στα 12 δισ. ευρώ, καθώς στο μεταξύ, κατόπιν διαλόγου με τις τράπεζες, κρίθηκε αναγκαίο να αυξηθούν οι εγγυήσεις. Επίσης, το νομοσχέδιο προβλέπει ότι με απλή υπουργική απόφαση το σχήμα εγγυήσεων μπορεί να παραταθεί χρονικά, πέραν της αρχικής διάρκειας των 18 μηνών, αλλά και να αυξηθούν οι εγγυήσεις από το κράτος, εφόσον το εγκρίνει και η Κομισιόν. Σημειώνεται ότι στην Ιταλία, το αντίστοιχο σχέδιο εγκρίθηκε με αρχική διάρκεια 18 μηνών, αλλά έχει πάρει διαδοχικές παρατάσεις και παραμένει σε ισχύ, έχοντας συμβάλει στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά 60 δισ. ευρώ.
Οι τράπεζες θα είναι υποχρεωμένες να πληρώνουν προμήθεια στο κράτος που θα υπολογίζεται με βάση το CDS των ελληνικών ομολόγων (συμβόλαια ασφάλισης έναντι του κινδύνου χρεοκοπίας). Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΥΠΟΙΚ, το κόστος για τις τράπεζες δεν θα ξεπερνά τα 200 εκατ. ευρώ ετησίως, κάτι που σημαίνει ότι υπολογίζεται μια προμήθεια περίπου 1,7%, αρκετά χαμηλή για να είναι οικονομικά ανεκτή από τις τράπεζες.
Το σχέδιο προβλέπει ότι τα δάνεια που θα τιτλοποιηθούν θα περάσουν υποχρεωτικά στη διαχείριση ανεξάρτητων από τις τράπεζες εταιρειών είσπραξης απαιτήσεων, οι οποίες θα χάνουν την αμοιβή τους, εάν έχουν αποκλίσεις στους εισπρακτικούς στόχους, ή ακόμη και θα αποβάλλονται, εάν οι αποκλίσεις είναι μεγάλες, για να αντικαθίστανται από άλλες εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων. Για τους δανειολήπτες, των οποίων τα δάνεια θα τιτλοποιηθούν, αυτό σημαίνει ότι το πρέσινγκ από τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων θα είναι έντονο, αφού θα κινδυνεύουν ακόμη και να χάσουν τις συμβάσεις τους με τις τράπεζες.