Άμυνα & Διπλωματία

Στο συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της Ε.Ε. ο Γ. Κατρούγκαλος


Η πρόοδος των διαπραγματεύσεων για το BREXIT, ο προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα έτη 2021-2027, η κατάσταση του κράτους δικαίου στην ΕΕ και ειδικότερα στην Πολωνία και την Ουγγαρία, καθώς και η προετοιμασία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου, συζητήθηκαν στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της Ε.Ε., στις Βρυξέλλες, με τη συμμετοχή του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών, Γιώργου Κατρούγκαλου.

Συγκεκριμένα, ο κ. Κατρούγκαλος μιλώντας για το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του επόμενου μήνα, τόνισε την ανάγκη να ενισχυθούν οι αρμοδιότητες και η εικόνα της «Ευρώπης που προστατεύει», τόσο σε ότι αφορά την ευρωπαϊκή άμυνα και την προστασία των ευρωπαϊκών συνόρων όσο και την, εξίσου αναγκαία, κοινωνική διάσταση της ενιαίας αγοράς.

«Οι ευρωπαϊκές πολιτικές δεν απαντούν στο βαθμό που θα έπρεπε στην ανάγκη, η ανάπτυξη να έχει κοινωνικό πρόσημο και να καταπολεμά τις ανισότητες στο εσωτερικό και μεταξύ των κρατών. Ο κοινωνικός αναπροσανατολισμός τους αποτελεί υπαρξιακή πρόκληση για την Ευρωπαϊκή Ένωση», επεσήμανε. 

Παράλληλα, ο ΑΝΥΠΕΞ ανέφερε στη συνέχεια ότι ολοκληρώθηκαν στη χώρα μας οι διαβουλεύσεις με τους πολίτες για το μέλλον της Ευρώπης, με την τρίτη μάλιστα μεγαλύτερη συμμετοχή στην ηλεκτρονική διαβούλευση μεταξύ των κρατών-μελών.

Υποστήριξε, δε, την άποψη ότι τα συμπεράσματα από τις διαβουλεύσεις αυτές πρέπει να συζητηθούν σε επόμενη συνεδρίαση του Συμβουλίου. 

Στο σκέλος της συζήτησης για το Κράτος Δικαίου, ο κ. Κατρούγκαλος, υπογράμμισε ότι η αλληλεγγύη και ο σεβασμός του κράτους δικαίου θα πρέπει να αντικατοπτρίζονται σε όλες τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παράλληλα όμως με την προώθηση της δημοκρατίας και των κοινωνικών δικαιωμάτων.

Σχετικά με το BREXIT, έγινε περιορισμένη συζήτηση, ενόψει της συνέχισης των διαπραγματεύσεων, με κύριο θέμα την εξασφάλιση της μη ύπαρξης συνόρων μεταξύ Ιρλανδίας και Ηνωμένου Βασιλείου.

Ο αναπληρωτής υπουργός υπενθύμισε τα κρίσιμα για την Ελλάδα θέματα, όπως αυτά της προστασίας των γεωγραφικών προσδιορισμών των αγροτικών προϊόντων, αλλά και την ανάγκη ενημέρωσης των κρατών για την πρόοδο των διαπραγματεύσεων.