Οι καλές εποχές για τους “ραντιέρηδες” πέρασαν ανεπιστρεπτί: Οι καταθέσεις και τα ομόλογα δεν δίνουν πλέον εισόδημα, καθώς τα τραπεζικά επιτόκια είναι σχεδόν μηδενικά, ενώ οι αποδόσεις των κρατικών χρεογράφων κινούνται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Ακόμη κι αν έχει κάποιος μερικά εκατομμύρια ευρώ, στην καλύτερη περίπτωση θα αποκομίσει από τόκους μηδαμινό ποσό, της τάξεως των 3.000-5.000 ευρώ.
Στα μικρά ποσά των αποταμιευτικών λογαριασμών οι ετήσιες αποδόσεις είναι.... για γέλια: Τα 10.000 ευρώ δίνουν ετήσιο τόκο... 8 ευρώ! Κι αν μπουν σε “κλειστό” προθεσμιακό λογαριασμό, το πολύ-πολύ να 15 ευρώ!
Με τέτοιες αποδόσεις, είναι προφανές ότι τα χρήματα πηγαίνουν στις τράπεζες μόνο και μόνο προς... φύλαξη: Αντί να κρύβονται σε στρώματα και σε σεντούκια, τοποθετούνται σε τραπεζικούς λογαριασμούς για ασφάλεια και για να είναι ευκολότερα διαχειρίσιμα και διακινήσιμα.
Η στάση των τραπεζών
Οι τράπεζες δεν έχουν λόγο να προσπαθήσουν να δελεάσουν τους αποταμιευτές προσφέροντας υψηλότερα επιτόκια και ανταγωνιζόμενες μεταξύ τους. Κυνηγούν αποταμιευτικό χρήμα όταν μπορούν να το αξιοποιήσουν και να κερδίσουν. Τώρα οι συνθήκες στην οικονομία είναι δύσκολες, στις χορηγήσεις υπάρχει μεγάλο ρίσκο, τα δάνεια δίνονται με το σταγονόμετρο, τα χρηματοδοτικά αιτήματα περνούν από “ψιλό κόσκινο”.
Προσπαθώντας να αντιμετωπίσουν τα βάρη από τα “βουνά” κόκκινων δανείων και να βελτιώσουν τους δείκτες αποδοτικότητας τους, οι τράπεζες προσπαθούν να κρατήσουν χαμηλά όχι μόνον τις κάθε είδους δαπάνες τους, αλλά και το κόστος χρήματος.
Κι όμως, παρά την την ουσιαστική ανυπαρξία αποδόσεων, οι καταθέσεις αυξάνονται. Ο βασικός λόγος είναι ότι οι αποταμιευτές δεν έχουν επιλογές: Οι αποδόσεις των εντόκων γραμματίων τρίμηνης και εξάμηνης διάρκειας είναι από αρνητικές έως 0,25%, ελάχιστα υψηλότερες από των προθεσμιακών καταθέσεων.
Ο,τι "περισσεύει"
Ενας άλλος λόγος είναι ότι τα ποσά που μπαίνουν σε καταθετικούς λογαριασμούς, δεν αποτελούν πραγματικές αποταμιεύσεις. Είναι μισθοί, αμοιβές κλπ, που δαπανώνται σταδιακά και ανανεώνονται τις τελευταίες μέρες κάθε μήνα. Το ποσό που “περισσεύει”, αυξάνει το υπόλοιπο του λογαριασμού στο τέλος του μήνα.
Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι οι καταθέσεις ιδιωτών αυξήθηκαν αισθητά την περίοδο της πανδημίας, μετά την επιβολή των περιοριστικών μέτρων στις μετακινήσεις: Τον Μάρτιο κατά 1,33 δισ.ευρώ και τον Απρίλιο κατά 1,58 δισ. Για τον Μάιο εκτιμάται ότι η αύξηση είναι της τάξεως του 1,8 δισ. ευρώ.
Ο λόγος είναι προφανής: Με την απαγόρευση των μετακινήσεων και των ταξιδιών, το κλείσιμο των καταστημάτων εστίασης, ένδυσης-υπόδησης κλπ, οι καταναλωτές περιόρισαν δραστικά τις δαπάνες τους, αρκούμενοι μόνο σε αγορές τροφίμων και ειδών ατομικής υγιεινής.
Ετσι “περίσσεψαν” περισσότερα στους λογαριασμούς μισθοδοσίας κλπ, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται αυξημένα τα συνολικά ποσά των καταθετικών λογαριασμών.