Μια συρρίκνωση δικτύων και προσωπικού που δεν πρέπει να έχει προηγούμενο σε καιρό ειρήνες σε οποιαδήποτε χώρα συνέβη στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα μετά το ξέσπασμα της μεγάλης οικονομικής κρίσης του 2010: έβαλαν «λουκέτο» σχεδόν τα δύο τρίτα των καταστημάτων και χάθηκαν περισσότερες από τις μισές θέσεις εργασίας.
Αποκαλυπτικά της… καταστροφής είναι τα στοιχεία που παρατίθενται σε ειδική ανάλυση, η οποία έχει περιληφθεί στην έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα και τα οποία καλύπτουν την περίοδο από το 1997 έως το 2022:
- Στο απόγειο της επέκτασης των δραστηριοτήτων τους, που φαίνεται ότι χαρακτηρίσθηκε από σοβαρές υπερβολές, οι τράπεζες είχαν φθάσει το 2009 σε ένα συνολικό δίκτυο 4.127 καταστημάτων.
- Με το ξέσπασμα της μεγάλης οικονομικής κρίσης, που σάρωσε και τις τράπεζες, άρχισε η πορεία δραματικής συρρίκνωσης των δικτύων. Το 2022, τα καταστήματα είχαν μειωθεί σε μόλις 1.504, δηλαδή έκλεισαν συνολικά 2.623 καταστήματα! Πρόκειται για μια μείωση του τραπεζικού δικτύου κατά 63,5%.
- Παράλληλα με τη συρρίκνωση των δικτύων, οι τράπεζες σχεδόν με τους ίδιους ρυθμούς το προσωπικό τους, προσφεύγοντας σε προγράμματα εθελούσιας εξόδου με τεράστιο κόστος. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2008, έτος κορύφωσης της απασχόλησης στον τραπεζικό κλάδο, ο αριθμός των τραπεζοϋπαλλήλων έφθανε τους 66.165. Το 2022, είχαν μειωθεί σε 29.341. Μια μείωση των θέσεων εργασίας κατά 36.824 ή σε ποσοστό 55,6%.
Η μείωση καταστημάτων και υπαλλήλων
Οι τραπεζικές διοικήσεις έχουν μετατρέψει τα προγράμματα συρρίκνωσης δικτύου και μείωσης προσωπικού σε μηχανισμό ενίσχυσης της κερδοφορίας, που παραμένει σταθερά ενεργός ακόμη και μετά το τυπικό τέλος της οικονομικής κρίσης, το 2019.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο δείκτης αποτελεσματικότητας των ελληνικών τραπεζών, που απεικονίζει τη σχέση των λειτουργικών εξόδων προς τα έσοδα, είναι ο χαμηλότερος σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης. Το 2022, σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ, μειώθηκε από 48,7% σε 37,7%, βοηθούσης και της ανάκαμψης των εσόδων, ενώ στις χώρες όπου εποπτεύονται οι τράπεζες από την ΕΚΤ έφθανε το 61,2%.
Η ψηφιακή εποχή και οι τιτλοποιήσεις
Στα χρόνια της μεγάλης κρίσης, η συρρίκνωση δικτύων και η μείωση προσωπικού αποτέλεσαν, σε μεγάλο βαθμό, αναγκαιότητα για τις τράπεζες, καθώς βρίσκονταν σε μεγάλη πίεση για να εξορθολογίσουν τη λειτουργία τους και να βελτιώσουν την κερδοφορία.
Τα τελευταία χρόνια, όμως, η ίδια πολιτική συνεχίσθηκε και, ιδιαίτερα μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, οι τραπεζικές διοικήσεις επικαλέσθηκαν τη μετάβαση στις ηλεκτρονικές τραπεζικές υπηρεσίες, υιοθετώντας ένα νέο μοντέλο λειτουργίας που βασίζεται στη σύγχρονη τεχνολογία και οδηγεί σε συνεχή μείωση δικτύου και προσωπικού.
Όπως παρατηρούν οι ερευνητές της ΤτΕ,
- Κατά το διάστημα 2018-2021 διαπιστώνεται η αξιόλογη μεταβολή που συντελέστηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας στη χρήση των ηλεκτρονικών μέσων. Συγκεκριμένα, παρατηρείται σημαντική μείωση τόσο των καταστημάτων όσο και των υπαλλήλων με ταυτόχρονη αύξηση τόσο των ΑΤΜ (5.733 το 2021 από 5.601 το 2018166) και των μηχανημάτων POS στην Ελλάδα κατά 23% (836.619 το 2021 έναντι 677.628 το 2018), όσο και του αριθμού συναλλαγών μέσω POS στην Ελλάδα με κάρτες που έχουν εκδοθεί στην Ελλάδα (κατά 116%, 1.147.833 το 2021 από 530.328 το 2018).
- Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την αύξηση του αριθμού των συναλλαγών εκτός φυσικών υποκαταστημάτων (π.χ. online, e-banking, phone-banking) αποτελεί σημαντική ένδειξη της μετάβασης προς μια πιο ψηφιακή τραπεζική, διαφορετική από την μέχρι πρότινος παραδοσιακή τραπεζική συναλλαγή “με φυσική παρουσία”.
Μια άλλη παράμετρος που προκάλεσε σημαντική μείωση του προσωπικού στις τράπεζες ήταν η διαδικασία εξυγίανσης των χαρτοφυλακίων με τιτλοποιήσεις προβληματικών δανείων. Καθώς τα δάνεια έφευγαν από τους ισολογισμούς των τραπεζών, μεγάλος αριθμός υπαλλήλων μετακινήθηκαν στις εταιρείες διαχείρισης δανείων, επιταχύνοντας τη μείωση του προσωπικού μέσω των προγραμμάτων εθελούσιας εξόδου.