Τουλάχιστον το 90% του παγκόσμιου πληθυσμού έχει κάποια μορφή ανοσίας στον SARS-COV-2 είτε λόγω της μόλυνσής του είτε λόγω του εμβολιασμού του, δήλωσε σήμερα ο γενικός διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους προειδοποιώντας για τον κίνδυνο μείωσης του βαθμού επαγρύπνησης.
Κενά σε στρατηγικές για την αντιμετώπιση της Covid-19 αυτή τη χρονιά συνεχίζουν να δημιουργούν τις τέλειες συνθήκες για την εμφάνιση μιας θανατηφόρας νέας παραλλαγής, καθώς περιοχές της Κίνας καταγράφουν αύξηση των μολύνσεων, δήλωσε ο επικεφαλής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Οι δηλώσεις του σηματοδοτούν μια αλλαγή στον τόνο λίγους μήνες αφότου ο ίδιος έλεγε ότι ο κόσμος δεν ήταν ποτέ σε καλύτερη θέση για να βάλει τέλος στην πανδημία.
«Είμαστε πολύ πιο κοντά στο να μπορούμε να πούμε ότι η φάση έκτακτης ανάγκης της πανδημίας έχει τελειώσει, αλλά δεν βρισκόμαστε ακόμα εκεί», δήλωσε ο Τέντρος.
«Τα κενά σε τεστ... και σε εμβολιασμούς συνεχίζουν να δημιουργούν τις τέλειες συνθήκες για να εμφανιστεί μια νέα παραλλαγή ανησυχίας που θα μπορούσε να προκαλέσει σημαντική θνησιμότητα», είπε ο Τέντρος.
Οι μολύνσεις από Covid-19 βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα ρεκόρ στην Κίνα και έχουν αρχίσει να αυξάνονται σε περιοχές της Βρετανίας μετά από μήνες πτώσης.
Η περαιτέρω χαλάρωση των απαιτήσεων για τεστ Covid-19 και των κανόνων καραντίνας σε ορισμένες κινεζικές πόλεις αντιμετωπίστηκε σήμερα με ένα ανάμικτο συναίσθημα ανακούφισης και ανησυχίας, καθώς εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι περιμένουν μια αναμενόμενη αλλαγή στις εθνικές πολιτικές για τον ιό μετά τις εκτεταμένες κοινωνικές αναταραχές.
«Ενώ η Covid-19 και η γρίπη μπορεί να είναι ήπιες λοιμώξεις για πολλούς, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μπορεί να προκαλέσουν σοβαρή ασθένεια ή ακόμα και θάνατο για τους πιο ευάλωτους στις κοινότητές μας», δήλωσε η Μέρι Ράμσεϊ, διευθύντρια προγραμμάτων δημόσιας υγείας στην Υπηρεσία Ασφάλειας Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου.
Ο ΠΟΥ προέτρεψε τις κυβερνήσεις παγκοσμίως προσεγγίσουν τα άτομα που διατρέχουν κίνδυνο για την υγεία τους, όπως αυτά που είναι άνω των 60 ετών και αυτά με υποκείμενα νοσήματα, και να τα ενθαρρύνουν να εμβολιαστούν.