Πρόστιμα που φτάνουν μέχρι και το 15%, αλλά και δραστική μείωση των δόσεων, απειλούν όσους χάσουν κάποιες δόσεις από τις τρέχουσες ρυθμίσεις της Εφορίας.
Για όσους πλήττονται από την πανδημία και έχουν τον αντίστοιχο ΚΑΔ, όπως και για όσους τέθηκαν σε καθεστώς αναστολής σύμβασης εργασίας, οι υποχρεώσεις προς την εφορία παρατάθηκαν μέχρι τον Αύγουστο ή τον Σεπτέμβριο, ή εναλλακτικά πλήρωσαν εμπρόθεσμα τους φόρους του Μαρτίου και του Απριλίου με έκπτωση 25%.
Όμως, οι υπόλοιποι που δεν είναι στις λίστες των πληττόμενων και λόγω της αβεβαιότητας που επικράτησε, δεν πλήρωσαν μία, δύο, ή τρείς δόσεις, ανάλογα με τη ρύθμιση, μπλέκουν με πρόστιμα, τα οποία ποικίλουν και φτάνουν μέχρι και σε 15% επί των απλήρωτων δόσεων.
Ακόμη, όσοι χάσουν τη ρύθμιση των 120 δόσεων, η μόνη τους επιλογή είναι οι 24/48 δόσεις ενώ όσοι χάνουν την πάγια ρύθμιση, πληρώνουν το εναπομείναν ποσό σε λίγες δόσεις. Δηλαδή, αν είχαν ρυθμίσει το χρέος τους σε 12 δόσεις και έχουν πληρώσει τις έξι δόσεις, όταν ξαναμπούν στη ρύθμιση θα πληρώσουν το χρέος τους σε μέχρι 6 δόσεις.
Σε ότι αφορά στους πληγέντες από την πανδημία του κορονοϊού, η κυβέρνηση εξετάζει και θα εφαρμόσει ειδική ρύθμιση για τα χρέη τους, τα οποία συγκεντρωθούν από τον Αύγουστο μέχρι και το τέλος του 2020, λόγω των αναστολών.
Ωστόσο για τους υπόλοιπους φορολογούμενους, η κατάσταση είναι εξαιρετικά πιεστική και δύσκολη. Ο οδηγός της ΑΑΔΕ για τα ισχύοντα περί των ρυθμίσεων για τα χρέη προς το δημόσιο, το πότε χάνονται και ποια είναι η «τύχη» των οφειλετών, είναι αποκαλυπτικός:
1. Με ποιες νομοθετικές ρυθμίσεις δύνανται να ρυθμιστούν τα βεβαιωμένα χρέη στο Δημόσιο;
Με τη ρύθμιση της υποπαραγράφου Α2 της παρ. Α΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, όπως ισχύει, εντάσσονται οι βεβαιωμένες στις Δ.Ο.Υ. , τα Ελεγκτικά Κέντρα και τα Τελωνεία οφειλές σε πρόγραμμα ρύθμισης που δεν υπερβαίνει τις είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις, ή τις σαράντα οκτώ (48) μηνιαίες δόσεις, εφόσον πρόκειται για οφειλές που βεβαιώνονται από φόρο κληρονομιών, από φορολογικό και τελωνειακό έλεγχο καθώς και για μη φορολογικές και τελωνειακές οφειλές.
2. Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης μπορεί να ενταχθεί κάποιος εκ νέου;
α) Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης της υποπαραγράφου Α2 της παρ. Α΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (24/48 δόσεις), όπως ισχύει, επιτρέπεται η υπαγωγή της ίδιας οφειλής ανά οφειλέτη στη ρύθμιση για δεύτερη φορά και για αριθμό δόσεων, ο οποίος δεν μπορεί να υπερβαίνει τον αριθμό των δόσεων που υπολείπονταν κατά τον χρόνο απώλειας της ρύθμισης. Στην περίπτωση αυτή, για την εκ νέου υπαγωγή απαιτείται η προκαταβολή ποσού διπλάσιου της μηνιαίας δόσης της δεύτερης ρύθμισης. Η προκαταβολή είναι καταβλητέα μέσα σε τρεις (3) εργάσιμες μέρες από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για δεύτερη ρύθμιση.
β) Όχι για την περίπτωση της ρύθμισης του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 (12 δόσεων), καθώς η υπαγωγή σε αυτή ήταν άπαξ.
γ) Όχι για την περίπτωση της ρύθμισης των άρθρων 1-17 του ν. 4321/2015 (100 δόσεων) για την οποία η καταληκτική ημερομηνία αίτησης υπαγωγής ήταν η 15/07/2015.
δ) Ειδικά, για την περίπτωση της ρύθμισης του άρθρου 51 του ν. 4305/2014 (100 δόσεων), για την οποία η καταληκτική ημερομηνία αίτησης υπαγωγής ήταν η 31/3/2015, εφόσον η απώλεια οφείλεται σε λόγους ανωτέρας βίας, ο οφειλέτης μπορεί εντός δύο (2) μηνών από την απώλειά της να υποβάλει άπαξ αίτηση επανένταξής του στη ρύθμιση μαζί με τα στοιχεία που θεμελιώνουν τη συνδρομή των λόγων ανωτέρας
βίας.
ε) Όχι για την περίπτωση της ρύθμισης των άρθρων 98-109 του ν. 4611/2019 (120 δόσεις), για την οποία η καταληκτική ημερομηνία αίτησης υπαγωγής ήταν η 07/10/2019.
3. Πού υποβάλλεται η αίτηση για υπαγωγή σε πρόγραμμα ρύθμισης;
Η αίτηση υποβάλλεται, εφόσον αυτό υποστηρίζεται, ηλεκτρονικά και κατ’ εξαίρεση στη Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο ή άλλη Υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε., ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής. Στην περίπτωση συναρμοδιότητας της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, αρμόδια ορίζεται η Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης, ανεξάρτητα του ύψους της ρυθμιζόμενης οφειλής. Η αίτηση για ρύθμιση επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 8 του ν. 1599/1986.
4. Πώς καταβάλλονται οι δόσεις των ρυθμίσεων;
Η καταβολή των δόσεων των ρυθμίσεων διενεργείται στους φορείς είσπραξης (Τράπεζες, ΕΛ.ΤΑ.) με τη χρήση μοναδικού ανά ρύθμιση κωδικού, της Ταυτότητας Ρυθμισμένης Οφειλής (ΤΡΟ). Ειδικότερα, η καταβολή των δόσεων των ρυθμίσεων του ν. 4152/2013 διενεργείται με επιμέλεια του οφειλέτη με πάγια εντολή πληρωμής, εφόσον υποστηρίζεται από τον φορέα είσπραξης.
5. Ποιες οι συνέπειες καθυστέρησης μίας δόσης της ρύθμισης;
α) Για τη ρύθμιση των άρθρων 1 έως και 17 του ν. 4321/2015 (Α’ 32), (100 δόσεις) η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση 0,25%.
β) Για τη ρύθμιση του άρθρου 51 του ν. 4305/2014, (100 δόσεις) η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση 2%.
γ) Για τις ρυθμίσεις του ν. 4152/2013 (24 και 48 δόσεις) και του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 (12 δόσεων), η καθυστέρηση πληρωμής μίας δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με προσαύξηση 15%.
δ) Για τη ρύθμιση των άρθρων 98 έως 109 του ν. 4611/2019, (120 δόσεις) η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση 2%.
Η καθυστέρηση δόσης μπορεί, υπό προϋποθέσεις και κατά περίπτωση, να συνεπάγεται απώλεια των ως άνω ρυθμίσεων.