Ο Άρειος Πάγος ακύρωσε τον πολιτικό γάμο που είχε συνάψει στο δημαρχείο της Τήλου ομόφυλο ζευγάρι τον Ιούνιο του 2008.
Το ανώτατο δικαστήριο έκρινε ότι η ενέργεια αυτή εκ μέρους του εισαγγελέα, «δεν αποτελεί επέμβαση στην ιδιωτική ζωή των εν λόγω προσώπων (σ.σ.: του ομόφυλου ζεύγους), αλλά προβλεπόμενη από το νόμο διαδικαστική ενέργεια, που αποτελεί μέτρο αναγκαίο για την προστασία της ηθικής, ενόψει του ενδιαφέροντος της Πολιτείας για την ομαλή διαμόρφωση και λειτουργία των οικογενειακών σχέσεων.
Όπως σημειώνεται στην αρεοπαγιτική απόφαση, δεν αποτελεί επέμβαση «στην οικογενειακή ζωή των εν λόγω προσώπων, για το λόγο ότι κυρίως στην περίπτωση του «γάμου» δύο προσώπων του ιδίου φύλου, το ζητούμενο είναι κατά πόσον υπάρχει μεταξύ των προσώπων αυτών «οικογένεια», η νομική έννοια της οποίας έχει ως σταθερά στοιχεία τον γάμο και τη συγγένεια, έτσι ώστε να τίθεται ζήτημα προστασίας της».
Οι αρεοπαγίτες, ερμηνεύοντας τις διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), επισημαίνουν ότι με αυτήν δεν επιλύεται το ζήτημα του ενδεχόμενου γάμου μεταξύ ομόφυλων προσώπων, αλλά αντίθετα εναπόκειται στην εσωτερική έννομη τάξη και στο εθνικό δίκαιο να καθορίσει τις προϋποθέσεις για να είναι έγκυρος ένας τέτοιος γάμος.
Ακόμη, σημειώνει το Ανώτατο Πολιτικό Δικαστήριο, «ακριβώς για το λόγο αυτό, σε όσες ευρωπαϊκές χώρες (Ολλανδία, Βέλγιο, Δανία, Σουηδία, Ισπανία κ.λπ.) θεσπίστηκε κατά τα τελευταία έτη ο γάμος ομόφυλων προσώπων, τούτο υπήρξε αποτέλεσμα νομοθετικής πρωτοβουλίας του εκάστοτε εθνικού νομοθέτη και όχι υποχρέωση συμμόρφωσης προς τις ρυθμίσεις του άρθρου 12 της ΕΣΔΑ».
Σε άλλο σημείο της δικαστικής απόφασης αναφέρεται ότι η βούληση του Έλληνα νομοθέτη φτάνει -τουλάχιστον επί του παρόντος- μέχρι την επέκταση του συμφώνου συμβίωσης και στα ομόφυλα ζευγάρια, γεγονός το οποίο, κατά τους δικαστές, «ανεξάρτητα από τον αντίλογο που θα μπορούσε να παραθέσει κανείς, αποτελεί την έκφραση της βούλησης της εσωτερικής έννομης τάξης, η οποία θεωρείται ότι αντανακλά τις ηθικές και κοινωνικές αξίες και παραδόσεις του ελληνικού λαού, που δεν αποδέχεται τη θέσπιση γάμου για τα ομόφυλα ζευγάρια».
Ο δικηγόρος του ομόφυλου ζευγαριού, Βασίλης Χειρδάρης, μετά την έκδοση της αρεοπαγιτικής απόφασης δήλωσε ότι οι πελάτες του θα προσφύγουν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και προσέθεσε:
«Η απόφαση του Αρείου Πάγου, κρίνει αμετάκλητα ότι ο γάμος των ομοφύλων που έγινε στην Τήλο δεν έχει νομική υπόσταση - όμως η απόφαση αγνοεί τις κοινωνικές, ιστορικές, νομολογιακές και νομοθετικές εξελίξεις για τον γάμο των ομοφύλων, και τις διεργασίες που γίνονται σε παγκόσμιο πιά επίπεδο, καθώς και τη σύγχρονη πραγματικότητα, και στηρίζεται ερμηνευτικά στον Ρωμαίο νομοδιδάσκαλο Μοδεστίνο του 3ου μ.Χ. αιώνα, που έδωσε ένα ορισμό για τον γάμο που έχει ξεπεραστεί από την πραγματικότητα εδώ και πολλά χρόνια.
Ο Άρειος Πάγος «γαντζώνεται» στις παραδοσιακές δομές της κοινωνίας, και κατανοεί την έννοια της οικογένειας αντίθετα με τη δημιουργική και εξελικτική ερμηνεία του όρου από τα Δικαστήρια του Στρασβούργου, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των δυτικών κρατών».