Όλο και περισσότερες χώρες εξαγγέλλουν κολοσσιαία πακέτα στήριξης για να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές συνέπειες του κορωνοϊού. Απειλείται με νέα κρίση χρέους η διεθνής οικονομία; Οι απόψεις διίστανται.
Η ομάδα αναλυτών του οίκου Standard & Poor's δεν έχει εύκολη δουλειά. Υπό την εποπτεία του Κρίστιαν Έστερς βρίσκεται σε συνεχή επαφή με κυβερνήσεις και οικονομικά υπουργεία ανά τον κόσμο, προσπαθώντας να ερμηνεύσει τις νεότερες ειδήσεις και αναλύσεις από το μέτωπο της οικονομίας, προκειμένου να αξιολογήσει την πιστοληπτική ικανότητα κάθε χώρας.
Στη διάρκεια της ευρω-κρίσης οι προβολείς στρέφονταν κυρίως στην Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία. Οι αξιολογήσεις του Κρίστιαν Έστερς είχαν καθοριστική σημασία για τις συνθήκες δανεισμού των χωρών αυτών.
Στην εποχή της πανδημίας ο δανεισμός έχει προσλάβει ιλιγγιώδεις διαστάσεις. Μέχρι στιγμής εθνικές κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες έχουν επιστρατεύσει τουλάχιστον 15 τρισεκατομμύρια δολάρια στη μάχη κατά του κορωνοϊού και των συνεπειών του. Αυτό σημαίνει ότι το παγκόσμιο σπιράλ χρέους αυξάνεται με φρενήρεις ρυθμούς.
Σύμφωνα με το "Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF)", που εκπροσωπεί τον τραπεζικό κλάδο, το παγκόσμιο χρέος ανέρχεται σήμερα στο ασύλληπτο ποσό των 250 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, αν συμπεριλάβουμε το ιδιωτικό χρέος και τα χρέη των τραπεζών. Μία εφιαλτική εξέλιξη;
Μεγαλύτερο χρέος, λιγότεροι τόκοι...
Ο Κρίστιαν Έστερς από την S&P δεν φαίνεται να πανικοβάλλεται. Κατά την άποψή του η μεγάλη άνοδος του χρέους οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην υποχώρηση των επιτοκίων, στο "υποστηρικτικό περιβάλλον" όπως λένε οι αναλυτές. "Το έχουμε παρατηρήσει αυτό και τα τελευταία χρόνια", λέει ο Έστερς. "Μπορεί να αυξάνεται ο νέος δανεισμός, αλλά την ίδια στιγμή μειώνεται η επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού από τα επιτόκια". Κατά συνέπεια, θεωρεί ο Έστερς, δεν υπάρχει κανένας λόγος για βεβιασμένες ενέργειες.
Διαφορετική εκτίμηση εκφράζει ο οικονομολόγος Νίκλας Ποτράφκε από το Οικονομικό Ινστιτούτο ifo του Μονάχου. Κατά την άποψή του "δεν υπάρχει λόγος για την αλόγιστη αύξηση του δανεισμού. Το κρατικό χρέος είναι σαν ένα μπαλόνι που όσο το φουσκώνεις, τόσο μεγαλώνει η πιθανότητα να σκάσει".
Ο Ποτράφκε διευκρινίζει ότι επικροτεί τα κρατικά πακέτα στήριξης για να αντιμετωπιστούν οι ιστορικές προκλήσεις της πανδημίας. Επιμένει όμως ότι κάποια στιγμή πρέπει να συγκρατηθεί το χρέος, προειδοποιώντας ότι "είναι ριψοκίνδυνο στοίχημα για το μέλλον" να ποντάρει κανείς αποκλειστικά στο ευεργετικά χαμηλό ύψος των επιτοκίων.
Πιο ανθεκτικές οι ανεπτυγμένες αγορές
Στους αισιόδοξους ανήκει ο Αλεξάντερ Κριβολούτσκι, επικεφαλής του τμήματος μακροοικονομίας στο Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών (DIW). Κατά την άποψή του "ο κόσμος δεν χρειάζεται να ανησυχεί". Στη Γερμανία το χρέος δεν είχε ξεπεράσει το 80% του ΑΕΠ μετά την ευρω-κρίση. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια μειώθηκε στο 60%, όπως προβλέπουν τα κριτήρια του συμφώνου σταθερότητας.
Από την άλλη πλευρά η τιθάσευση του χρέους είχε και κάποιες συνέπειες, όπως οι περικοπές σε δημόσιες υπηρεσίες, η πώληση κρατικής περιουσίας σε ιδιώτες επενδυτές, η αναβολή δημοσίων επενδύσεων που μπορεί να κρίνονται απαραίτητες. Όλα αυτά δεν χρειάζεται να επαναληφθούν, λέει ο Κριβολούτσκι και εκτιμά ότι "τα χρέη που συσσωρεύονται σήμερα δεν είναι απαραίτητο να απομειωθούν με τον ίδιο ρυθμό, όπως στα προηγούμενα χρόνια".
Ακόμη μεγαλύτερη είναι η αύξηση χρέους στις ΗΠΑ, στην Κίνα και σε ορισμένες χώρες της Ευρωζώνης. Το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο προβλέπει ότι το 2020 το παγκόσμιο χρέος θα φθάσει στο 342% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
"Τα τελευταία δέκα χρόνια υπάρχει διεθνώς αυξητική τάση του κρατικού χρέους", τονίζει ο Κριβολούτσκι. "Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα δεν μπορούν να αναχρηματοδοτήσουν το χρέος τους". Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Κρίστιαν Έστερς από την S&P επισημαίνει ότι "οι ανεπτυγμένες αγορές επιδεικνύουν μεγαλύτερες αντιστάσεις. Αντιθέτως οι αναδυόμενες αγορές επιβαρύνονται περισσότερο από τις συνέπειες του κορωνοϊού, όσον αφορά την πιστοληπτική τους ικανότητα".
Το προηγούμενο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου
Αναφερόμενοι στην πανδημία πολλοί αναλυτές κάνουν λόγο για τη μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετώπισε η διεθνής οικονομία από την εποχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Ωστόσο, επισημαίνει ο Άλμπρεχτ Ριτσλ, καθηγητής Οικονομικής Ιστορίας στο London School of Economics (LSE), τα σημερινά επίπεδα δανεισμού δεν μπορούν να συγκριθούν με τα αντίστοιχα του 1945.
"Λίγο μετά το τέλος του πολέμου το χρέος της Γερμανίας είχε φτάσει στο 400% του ΑΕΠ", λέει ο Ριτσλ, για να προσθέσει ότι υπήρχε και κρυφό χρέος. Τα επίσημα στοιχεία είχαν αμφισβητήθεί και κάποιοι υπολόγιζαν ότι το πραγματικό χρέος είχε ξεπεράσει το 700%. Τεράστια χρέη είχαν συσσωρεύσει επίσης η Μ.Βρετανία, η Γαλλία και η Ιταλία.
Στις χώρες αυτές, τονίζει ο Ριτσλ, τα χρέη μειώθηκαν μέσω του πληθωρισμού. Για τη Γερμανία επελέγη ως λύση το κούρεμα χρέους. Με τη νομισματική μεταρρύθμιση του 1948 διαγράφηκαν σε μεγάλο βαθμό τα χρέη απέναντι στους πιστωτές στο εσωτερικό της χώρας, ενώ το 1953 "διευθετήθηκαν" οι οφειλές προς το εξωτερικό.
Οι δύο επιλογές
Από το 1945 δεν έχει αλλάξει ο βασικός κανόνας που λέει ότι μία χώρα έχει δύο εναλλακτικές λύσεις για να μειώσει τα χρέη της:
- Μέσω πληθωρισμού, δηλαδή αυξάνοντας την ποσότητα του χρήματος που κυκλοφορεί
- Ή με περικοπές δαπανών, δηλαδή νοικοκυρεύοντας τα δημόσια οικονομικά. Όταν δεν αποδίδει καμία από αυτές τις λύσεις, ακολουθεί στάση πληρωμών.
Τελευταία- αν και οδυνηρή- επιλογή των πιστωτών θα ήταν το κούρεμα χρέους.
Θεωρητικά οι ΗΠΑ και η Κίνα θα είχαν τη δυνατότητα να μειώσουν μέρος του χρέους μέσω του πληθωρισμού. Στη Γερμανία κάτι τέτοιο θα ήταν αδύνατον: Οπως υπενθυμίζει ο οικονομολόγος Αλεξάντερ Κριβολούτσκι, "δεν υπάρχει κρατική κεντρική τράπεζα που θα μπορούσε να προωθήσει αυτή τη ρύθμιση".
Αλλοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι η δημοσιονομική πειθαρχία δεν αντιβαίνει στην οικονομική ανάπτυξη. Αντιθέτως, οι χώρες που έχουν κατοχυρώσει τη δημοσιονομική εγκράτεια στο Σύνταγμά τους, επιτυγχάνουν τελικά υψηλότερα ποσοστά ανάπτυξης.
Λόγω της πανδημίας η Γερμανία αναγκάζεται να αποκηρύξει προσωρινά τη δημοσιονομική πειθαρχία. Ωστόσο, επιμένει ο Ποτράφκε, "είναι ανάγκη να επαναφέρουμε το συντομότερο δυνατόν το φρένο του χρέους", που προβλέπεται στο γερμανικό Σύνταγμα, αλλά έχει ανασταλεί για το 2020.
Νίκολας Μάρτιν/Deutsche Welle