Αγορές

Με dream team τραπεζών η έξοδος στις αγορές!


Κέρδη άλλων, καλών εποχών περιμένουν το 2018 από την Ελλάδα οι ισχυροί χρηματοπιστωτικοί οίκοι της παγκόσμιας αγοράς, που θα υποστηρίξουν όχι απλώς την έξοδο της χώρας στην αγορά ομολόγων, αλλά ουσιαστικά την επανεμφάνισή της στον παγκόσμιο επενδυτικό χάρτη, ύστερα από οκτώ «πέτρινα» χρόνια.

Σύμφωνα με πληροφορίες, το βασικό κοινοπρακτικό σχήμα τραπεζών, οι οποίες θα πάρουν τις «χρυσές» δουλειές των τριών εκδόσεων τίτλων του Δημοσίου μέχρι τη λήξη του προγράμματος διάσωσης, περιλαμβάνει την ελίτ των τραπεζών Ευρώπης και ΗΠΑ: BNP Paribas, Citigroup, Deutsche Bank, Goldman Sachs, HSBC και Merrill Lynch International έχουν ήδη εξασφαλίσει θέσεις στο σχήμα των αναδόχων.

Πρόκειται για τις ίδιες τράπεζες που υποστήριξαν, αποκομίζοντας μεγάλα κέρδη, την έκδοση 5ετών ομολόγων του καλοκαιριού. Στο σχήμα δεν αποκλείεται να προστεθούν και άλλες τράπεζες, καθώς το ενδιαφέρον που εκδηλώνεται είναι αρκετά ζωηρό.

Όπως αναφέρουν τραπεζικά στελέχη, μπορεί οι τρεις εκδόσεις (7ετή, 3ετή και 10ετή), που έχουν προγραμματισθεί ως τον Αύγουστο του 2018 να φαίνονται λίγες και το συνολικό ποσό που επιδιώκει να συγκεντρώσει η κυβέρνηση (τουλάχιστον 13 δισ. ευρώ) να μοιάζει μικρό για τα μεγέθη της παγκόσμιας αγοράς ομολόγων, όμως οι τράπεζες βλέπουν ένα μικρό Ελντοράντο μπροστά τους.

Στις τρεις νέες εκδόσεις, οι αποδόσεις θα είναι εξαιρετικά υψηλές για τα δεδομένα της ευρωζώνης. Σήμερα η απόδοση στη 10ετία είναι διπλάσια του αντίστοιχου πορτογαλικού ομολόγου, ενώ το spread από τους γερμανικούς τίτλους φθάνει τις 360 μονάδες βάσης (3,6%), έναντι 10-30 μονάδων βάσης, την περίοδο 2002-2007.

Επίσης, η Ελλάδα θα είναι υποχρεωμένη να αναζητήσει το δρόμο της στην αγορά όχι με απευθείας δημοπράτηση τίτλων από τον ΟΔΔΗΧ, αλλά μέσω «προστατευμένων» -και καλοπληρωμένων, για τις τράπεζες- κοινοπρακτικών εκδόσεων.

Με αυτά τα δεδομένα, τα περιθώρια κέρδους των αναδόχων τραπεζών είναι πολλαπλάσια από τα αντίστοιχα των καλών εποχών της Ελλάδας, δηλαδή της περιόδου από την ένταξη στην ΟΝΕ ως την κρίση του 2009-2010. Έτσι, μπορεί τα ποσά των εκδόσεων να είναι υποπολλαπλάσια των ποσών που αντλούσε η Ελλάδα τις καλές εποχές, αλλά για τις τράπεζες που θα εμπλακούν στις εκδόσεις τα κέρδη θα είναι πολύ υψηλά.

Ενδεικτικό του μεγάλου ενδιαφέροντος του διεθνούς τραπεζικού συστήματος για τις νέες δουλειές που ανοίγει η επιστροφή του Ελληνικού Δημοσίου στην αγορά ομολόγων είναι το γεγονός ότι σε ένα διάστημα περίπου πέντε εβδομάδων επισκέφθηκαν την Αθήνα οι επικεφαλής της BNP Baribas, Ζαν Λεμιέρ και της Deutsche Bank, Τζον Κράιαν.

Στην πραγματικότητα, οι προγραμματισμένες εκδόσεις του Δημοσίου δεν σηματοδοτούν μόνο την επιστροφή του στο δανεισμό από τον ιδιωτικό τομέα και όχι από τον επίσημο τομέα με τα γνωστά μνημόνια, αλλά την επιστροφή της χώρας στο διεθνή επενδυτικό χάρτη, από τον οποίο είχε ουσιαστικά εξαφανισθεί, μετά τον αποκλεισμό, το 2010, από την αγορά ομολόγων.

Οι εκδόσεις κρατικών ομολόγων είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να ανοίξουν οι στρόφιγγες του διεθνούς συστήματος των αγορών προς τις τράπεζες, οι οποίες επίσης ετοιμάζουν νέες εκδόσεις καλυμμένων  ομολόγων και τις μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις, αλλά και για να απελευθερωθούν οι ροές κεφαλαίων προς το Χρηματιστήριο, που ως τώρα βρισκόταν σε «ομηρεία», όσο η χώρα ήταν αποκλεισμένη από την αγορά ομολόγων.

Προς το παρόν, πάντως, φαίνεται ότι οδηγούμαστε σε μια παύση του εντυπωσιακού ράλι στην αγορά ομολόγων, το οποίο, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, από τις 4 Δεκεμβρίου και μετά, ανέβασε αισθητά τις τιμές και συμπίεσε την απόδοση του 10ετούς τίτλου κάτω από το 4%.

Tην Δευτέρα, έγινε «απόπειρα» για πτώση της απόδοσης στη δεκαετία κάτω από το 3,9%, αλλά δεν είχε ευτυχή κατάληξη και ήδη η απόδοση επανήλθε χθες στο επίπεδο του 4%. Πρόκειται, πάντως, για μια εντυπωσιακή μείωση της απόδοσης, που μόλις στις 4 Δεκεμβρίου βρισκόταν στο 5,4%.

"Παύση" στο ράλι

Προς το παρόν, και μέχρι να «μιλήσουν» οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης (πρώτο ζητούμενο, από αυτή την άποψη, είναι μια αναβάθμιση από την Moody’s, που κρατά την ελληνική βαθμολογία δύο «σκάλες» χαμηλότερα από τους άλλους οίκους) αυτές οι επιδόσεις των ομολόγων κρίνονται άκρως ικανοποιητικές.

Προσοχή, όμως: οι συγκρίσεις με το 2006 είναι άτοπες, παρότι οι ονομαστικές αποδόσεις στη 10ετία είναι περίπου ίδιες.

Όπως διαβάζουμε σε παλαιότερη έκθεση ερευνητών της Τράπεζας της Ελλάδος («The Greek financial crisis: growing imbalances and sovereign spreads»), κατά το χρόνο ένταξης της Ελλάδας στην ευρωζώνη, το 2001, τα spread είχαν πέσει περίπου στις 50 μονάδες βάσης και την περίοδο 2002-2007 μειώθηκαν περαιτέρω, σε ένα εύρος μεταξύ 10 και 30 μονάδων βάσης. Εκείνη την περίοδο, η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου κυμαινόταν σε ένα εύρος 3,5% - 4,5%.

Αν συγκρίνει κανείς αυτό το spread της καλής εποχής (10-30 μονάδες βάσης) με το spread της τρέχουσας περιόδου, τα συμπεράσματα είναι απογοητευτικά: σήμερα η απόδοση του γερμανικού 10ετούς ομολόγου είναι μόλις 0,3%, δηλαδή το spread, ακόμη και μετά την τελευταία πτώση της απόδοσης του ελληνικού 10ετούς τίτλου, ξεπερνά τις 360 μονάδες βάσης...