Στη διαγραφή φόρων και προστίμων που έχουν καταλογιστεί κατά λάθος σε φορολογούμενος την τελευταία δεκαετία, ή την επιστροφή τους εάν έχουν καταβληθεί, προβλέπει απόφαση του διοικητή της ΑΑΔΕ, Γιώργου Πιτσιλή.
Η απόφαση εκδόθηκε σε εφαρμογή της σχετικής διάταξης που ψηφίστηκε από την Βουλή τον περασμένο Σεπτέμβριο και ενεργοποιείται από τις 20 Δεκεμβρίου 2024 και αφορά υποθέσεις κατά τις οποίες το σφάλμα της εφορίας παρότι είναι άμεσα αντιληπτό και καταφανέστατο, ο φόρος και τα πρόστιμα που βεβαιώθηκαν δεν επιστρέφονται αυτόματα, αλλά ταλαιπωρείται άδικα ο φορολογούμενος.
Αναλυτικότερα, η απόφαση αφορά υποθέσεις «πρόδηλου σφάλματος» που έχουν καταγραφεί από την 1η Δεκεμβρίου 2014 και μετά και όσες από αυτές, δεν έχουν διευθετηθεί μέχρι την 20η Δεκεμβρίου 2024, (δημοσίευση της απόφασης στο ΦΕΚ), η πράξη ακύρωσης, τροποποίησης ή απόρριψης θα πρέπει να εκδοθεί έως την 20η Μαρτίου 2025.
Η απόφαση προβλέπει επίσης, πως σε παρόμοιες περιπτώσεις «πρόδηλου σφάλματος» οι φόροι και τα πρόστιμα θα επιστρέφονται ή θα διαγράφονται αυτόματα ακόμα και χωρίς αίτημα του φορολογούμενου.
Τι αλλάζει
H απόφαση του διοικητή της ΑΑΔΕ, αφορά υποθέσεις ανεξάρτητα αν εκκρεμούν στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ) ή στα διοικητικά δικαστήρια και συγκριμένα:
- Τις πράξεις άμεσου προσδιορισμού φόρου, πράξεων διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή πράξεων επιβολής προστίμων, οι οποίες έχουν εκδοθεί σε βάρος φορολογουμένων χωρίς αυτοί να έχουν τη σχετική φορολογική υποχρέωση.
- Τις πράξεις επιβολής φόρων και προστίμων που έχουν αριθμητικά ή υπολογιστικά λάθη.
Τα συγκεκριμένα ποσά, εφόσον φυσικά κρίνεται πως επιβλήθηκαν άδικα, θα επιστρέφονται εντόκως.
Η διαδικασία
H διαδικασία προβλέπει πως, ο φορολογούμενος δύναται να υποβάλει αίτηση στην αρμόδια για την έκδοση της πράξης ακύρωσης ή τροποποίησης, εντός προθεσμίας τριών (3) ετών από την κοινοποίηση της πράξης προσδιορισμού φόρου ή επιβολής προστίμου ή, σε περίπτωση άμεσου προσδιορισμού φόρου, από την υποβολή της δήλωσης.
Εάν η έλλειψη φορολογικής υποχρέωσης οφείλεται σε επιγενόμενο λόγο, ο οποίος γεννήθηκε εντός του τελευταίου τριμήνου της προθεσμίας, η αίτηση δύναται να υποβληθεί εντός τριών (3) μηνών από τη γένεση του λόγου αυτού.
Η αίτηση και τα συνυποβαλλόμενα έγγραφα υποβάλλονται με ψηφιακή απεικόνιση (σάρωση), μέσω της εφαρμογής ψηφιακής υποδοχής και διαχείρισης αιτημάτων της Α.Α.Δ.Ε. «Τα Αιτήματά μου» στην αρμόδια υπηρεσία.
Στις περιπτώσεις στις οποίες δεν είναι δυνατή η υποβολή του αιτήματος μέσω της Εφαρμογής, τα αιτήματα αποστέλλονται ταχυδρομικά με συστημένη επιστολή ή με υπηρεσία ταχυμεταφοράς ή υποβάλλονται αυτοπροσώπως στην αρμόδια υπηρεσία.
Επίσης, η αίτηση του φορολογουμένου πρέπει να αναφέρει τους λόγους ακύρωσης ή τροποποίησης και να συνοδεύεται από τα δικαιολογητικά έγγραφα ή στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει είτε η πρόδηλη έλλειψη φορολογικής υποχρέωσης είτε το αριθμητικό ή υπολογιστικό λάθος.
Παράλληλα η νέα διαδικασία της αυτόματης αναγνώρισης του πρόδηλου σφάλματος, δεν αναστέλλει την προθεσμία και δεν κωλύει την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής ή της προσφυγής ενώπιον του δικαστηρίου.
Λάθος αλλά…
Με το προϊσχύον σύστημα, σε περίπτωση λάθους, για να ακυρωθεί ή να τροποποιηθεί μια πράξη προσδιορισμού του φόρου, υποβάλλεται αίτηση του φορολογούμενου μέσα σε προθεσμία τριών (3) ετών από την κοινοποίηση της πράξης ή, σε περίπτωση άμεσου προσδιορισμού του φόρου, από την υποβολή της δήλωσης.
Ακολούθως, η πράξη ακύρωσης ή τροποποίησης εκδίδονταν μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από την υποβολή της αίτησης. Αν απορριφθεί η αίτηση ο φορολογούμενος μπορεί να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή, εντός 30 ημερών και η απόφαση θα πρέπει να εκδοθεί εντός 120 ημερών.
Όμως, ο φορολογούμενος μπορεί να μην προλάβει την προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και δημιουργούνται προβλήματα, καθώς χάνεται η προθεσμία.
Το σημαντικότερο είναι πως, η διάταξη που ίσχυε, δεν επιτρέπει στη Φορολογική Διοίκηση να εξετάσει πρόδηλα σφάλματα, στην περίπτωση που οι φορολογούμενοι έχουν προσφύγει στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών ή στα διοικητικά δικαστήρια.