Σφίγγει ακόμη περισσότερο η... μέγγενη των δανείων με ρήτρα ελβετικού φράγκου για δεκάδες χιλιάδες δανειολήπτες, καθώς το ελβετικό νόμισμα εκτινάχθηκε την Πέμπτη σε υψηλό 4,5 ετών έναντι του ευρώ. Η νέα «κούρσα» ανόδου, που διογκώνει το κεφάλαιο των δανείων και τις μηνιαίες δόσεις αυτόματα, μπορεί να σταματήσει μόνο αν παρέμβει στην αγορά συναλλάγματος η Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας (SNB), όπως εκτιμούν οι αναλυτές της αγοράς.
Η ισοτιμία ευρώ/ελβετικού υποχώρησε ως τα 1,061 φράγκα την Πέμπτη, καθώς οι επενδυτές στράφηκαν σε ασφαλή καταφύγια, εν μέσω των ανησυχιών που προκάλεσαν νεότερα στοιχεία για την επιδημία κοροναϊού στην Κίνα, τα οποία έδειξαν απότομη αύξηση κρουσμάτων και θανάτων. Η άνοδος του ελβετικού στα υψηλότερα επίπεδα από το 2015 ήταν αποτέλεσμα και των κερδοσκοπικών κινήσεων που γίνονται από hedge funds, τα οποία δοκιμάζουν την ανοχή της SNB στην άνοδο του νομίσματος, που επηρεάζει αρνητικά τις εξαγωγές της Ελβετίας.
Το ρεκόρ 4,5 ετών του ελβετικού φράγκου
Μετά την άνοδο αυτή, το ελβετικό νόμισμα υποχώρησε ελαφρώς, ως τα 1,064 φράγκα/ευρώ, όμως δεν φαίνεται να υπάρχουν βάσιμες ελπίδες ότι θα υποχωρήσει σοβαρά το επόμενο διάστημα, καθώς η αβεβαιότητα που επικρατεί στις αγορές, λόγω της επιδημίας στην Κίνα, ενισχύει σταθερά τη ζήτηση για τα νομίσματα - ασφαλή καταφύγια, όπως το ελβετικό και το γιεν, ενώ η σοβαρή επιβράδυνση της οικονομίας της ευρωζώνης αποδυναμώνει το ευρώ.
Η τελευταία ελπίδα των δανειολητπών είναι να παρέμβει στην αγορά η Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας. Αναλυτές της αγοράς συναλλάγματος θεωρούν βέβαιο ότι η SNB δεν θα ανεχθεί για πολύ την ενίσχυση του νομίσματος και θα προχωρήσει σε κάποια παρέμβαση, όμως, από την άλλη πλευρά, τα περιθώρια που έχει η κεντρική τράπεζα είναι πλέον περιορισμένα, καθώς, όπως έχει γράψει το Σin, το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών ενέταξε πρόσφατα την Ελβετία στη λίστα των χωρών που κατηγορούνται για χειραγώγηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας, με στόχο να αποκομίσουν αθέμιτα οφέλη στις εμπορικές συναλλαγές.
Όπως υποστηρίζουν οι Αμερικανοί, η SNB έχει προχωρήσει σε «αισθητά» αυξανόμενες αγορές συναλλάγματος από τα μέσα του 2019, προκειμένου να αποδυναμώσει το ελβετικό φράγκο. Επιπλέον, διατηρεί σταθερά τα χαμηλότερα (αρνητικά) επιτόκια στον κόσμο, με το βασικό επιτόκιο στο -0,75%, για να αποτρέψει την άνοδο του νομίσματος. Η Ελβετία πληροί μία ακόμη προϋπόθεση για την ένταξη στην αμερικανική λίστα, καθώς έχει αυξημένο (στα 2,3 δισ. δολ. τον Νοέμβριο 2019) εμπορικό πλεόνασμα έναντι των ΗΠΑ.
Θεωρητικά, οι χώρες που κατηγορούνται για χειραγώγηση συναλλαγματικών ισοτιμιών είναι υποψήφιες για επιβολή κυρώσεων από τις ΗΠΑ, κυρίως δηλαδή για αύξηση δασμών στα προϊόντα τους. Κάτι τέτοιο, αναφέρουν αναλυτές, δεν αναμένεται να συμβεί στην περίπτωση της Ελβετίας, όμως δεν είναι ένα σενάριο που μπορεί να αποκλεισθεί εντελώς, καθώς η διοίκηση Τραμπ έχει δείξει ότι είναι επιθετική και απρόβλεπτη σε τέτοια θέματα.
Η ενίσχυση του φράγκου σημειώνεται στη χειρότερη δυνατή συγκυρία για τους Έλληνες δανειολήπτες, καθώς πλησιάζει η «ώρα της αλήθειας» για τα δάνειά τους, δεδομένου ότι τον Ιούνιο ή τον Ιούλιο εκτιμάται από νομικούς ότι θα δημοσιευθεί η απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου στη γνωστή υπόθεση της συλλογικής αγωγής κατά συστημικής τράπεζας και θα ξεκαθαριστεί οριστικά με αμετάκλητη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου αν θα παραμείνει η ισχυρή η ρήτρα των δανειακών συμβάσεων, που υποχρεώνει τους δανειολήπτες να εξοφλούν τα δάνεια με βάση την τρέχουσα συναλλαγματική ισοτιμία.
Μετά την αμέσως προηγούμενη απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου (με αριθμό 4/2019), όπου κρίθηκε ότι ο όρος αυτός είναι δηλωτικός και δεν μπορεί να ελεγχθεί για καταχρηστικότητα με βάση το θεσμικό πλαίσιο για την προστασία του καταναλωτή, δεν υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να αλλάξει κατεύθυνση ο Άρειος Πάγος, εκτός εάν ζητηθεί προδικαστική γνωμοδότηση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και αυτή είναι θετική για τους δανειολήπτες.
Αν χαθεί και η τελευταία δικαστική «μάχη», όσοι δανειολήπτες θελήσουν να ρυθμίσουν τα δάνειά τους για να μπορέσουν να συνεχίσουν την εξυπηρέτησή τους, θα κληθούν από τις τράπεζες να μετατρέψουν τα δάνεια σε ευρώ και αυτό θα πρέπει να γίνει, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, με πολύ δυσμενή συναλλαγματική ισοτιμία, χωρίς οι τράπεζες να αφήνουν το παραμικρό περιθώριο «εκπτώσεων», ώστε ένα μέρος από τη ζημιά που προέρχεται από την ισοτιμία να αναληφθεί από τις τράπεζες.