Μετά τις ισχυρές πιέσεις που δέχονται από τους συντηρητικούς κύκλους του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, τόσο ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, όσο και οι Ρεπουμπλικάνοι που είναι μέλη του Κογκρέσου εξετάζουν το ενδεχόμενο διεξαγωγής ψηφοφοριών για την περικοπή δισεκατομμυρίων δολαρίων από τις δαπάνες του προϋπολογισμού που ψήφισαν με την σύμφωνη γνώμη των Δημοκρατικών, σχολιάζει το «Politico», επικαλούμενο πηγές που έχουν λάβει γνώση για την πορεία των εξελίξεων.
Οι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου συνεργάζονται στενά με τον ηγέτη της πλειοψηφίας των Ρεπουμπλικάνων στην Βουλή των Αντιπροσώπων Κέβιν ΜακΚάρθι για το πακέτο των μειώσεων κι αλλαγών που προωθούνται. Ωστόσο δεν έχει διευκρινιστεί ποια προγράμματα θα βρεθούν στο επίκεντρο της εφαρμογής των μειώσεων.
Επίσης δεν έχει προσδιοριστεί ακριβής ημερομηνία για τη διεξαγωγή της ψηφοφορίας στην Βουλή των Αντιπροσώπων. Ο Λευκός Οίκος είχε από την αρχή «στοχοποιήσει»μία σειρά προγραμμάτων για τις μειώσεις των δαπανών τους, στις προτάσεις του, για τον προϋπολογισμό για το 2019.
Παράλληλα, ο Λευκός Οίκος είχε προτείνει μείωση των δαπανών κατά περίπου 15 δισεκατομμύρια δολάρια, προκειμένου τα χρήματα αυτά να διατεθούν για την αντιμετώπιση των καταστροφών που προκάλεσαν τα ακραία καιρικά φαινόμενα που έπληξαν τις ΗΠΑ το 2017. Ωστόσο, οι μειώσεις αυτές δεν υλοποιήθηκαν.
Σύμφωνα με ειδικό νόμο για του προϋπολογισμό των ΗΠΑ, που ψηφίστηκε το 1974, μία ψηφοφορία για την ακύρωση προηγούμενης ψηφοφορίας σχετικά με τις δαπάνες μπορεί να ψηφιστεί από την Γερουσία με την διαδικασία της απλής πλειοψηφικής ψηφοφορίας.
Η σημερινή διαμόρφωση της κατανομής των εδρών στην Γερουσία καταγράφεται στις 50 έδρες για τους Ρεπουμπλικάνους έναντι 49 των Δημοκρατικών, μέχρι την ορκωμοσία της Σίντι Χάιντ Σμιθ, που θ’ αντικαταστήσει τον Ρεπουμπλικάνο πρώην Γερουσιαστή Θαντ Κόχραν.
Από την άλλη μεριά δεν είναι ξεκάθαρο ποια στάση θα τηρήσουν αρκετοί Ρεπουμπλικάνοι, οι οποίοι πρόσφατα υποστήριξαν τις δαπάνες στην ψήφιση του προϋπολογισμού.
Παράλληλα, ο Λευκός Οίκος εξετάζει και το ενδεχόμενο της αποστολής μίας πρότασης στο Κογκρέσο για την άσκηση ενός μερικού βέτο (line-item veto), ενώ από την άλλη μεριά μία τέτοια κίνηση κρίθηκε ως “αντισυνταγματική" στο παρελθόν. Ο πρόεδρος Τραμπ τάσσεται υπέρ της άσκησης μερικού βέτο, προκειμένου ν’ ακυρώσει τις δαπάνες χρηματοδότησης προγραμμάτων που υποστηρίζουν οι Δημοκρατικοί.
Ο Αμερικανός πρόεδρος απείλησε με την άσκηση βέτο στο συνολικό πακέτο δαπανών των 1,3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, πριν ακόμη το υπογράψει. Ο ίδιος προειδοποίησε ότι δεν θα εγκρίνει ποτέ ένα παρόμοιο (συλλογικό) πακέτο δαπανών, ενώ ζήτησε από τα μέλη του Κογκρέσου να ενεργοποιήσουν τις διατάξεις εφαρμογής για την άσκηση μερικού βέτο, παρά το γεγονός ότι κρίθηκαν ως αντισυνταγματικές από το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, πριν από 20 χρόνια.
Από την πλευρά τους, οι δικηγόροι του Λευκού Οίκου εξετάζουν τρόπους για την ενεργοποίηση των διατάξεων ως προς την άσκηση του προεδρικού βέτο. «Προκειμένου να μην υπάρξει μία κατάσταση συνολικής αποδοχής μέτρων προς μία κατεύθυνση για τις δαπάνες ζητώ από το Κογκρέσο να μου δώσει την εξουσία άσκησης ενός μερικού βέτο», δήλωσε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος Τραμπ.
Οι Δημοκρατικοί από την πλευρά τους άσκησαν σκληρή κριτική στους Ρεπουμπλικάνους για την προώθηση του πακέτου ακύρωσης των δαπανών, μετά την κοινοβουλευτική κινητικότητα που υπήρξε για την ψήφιση των δαπανών του προϋπολογισμού, τονίζοντας ότι οι Ρεπουμπλικάνοι αντιδρούν στην κάλυψη ειδήσεων με αρνητικό τρόπο από τα ΜΜΕ που ελέγχουν οι συντηρητικοί.
«Επρόκειτο για μία ομόφωνη συμφωνία που έγινε νόμος με δικομματικούς ψήφους, αλλά και την υπογραφή του προέδρου. Είναι πολύ παράξενο να ζητείται τώρα η τροποποίησή του, επειδή έτυχε αρνητικής κάλυψης από τα ΜΜΕ», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Μάθιου Ντένις, εκπρόσωπος Τύπου των Δημοκρατικών, στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Παράλληλα, οι Ρεπουμπλικάνοι προγραμματίζουν την ψήφιση ενός δεύτερου νομικού πλαισίου φορολογικών μειώσεων μέσα στο 2018, προκειμένου να ενισχύσουν την προεκλογική πολιτική δυναμική τους.
Στην χειρότερη περίπτωση, οι Ρεπουμπλικάνοι ελπίζουν ότι θα φέρουν σε δύσκολη θέση τους Δημοκρατικούς, αναγκάζοντάς τους να καταψηφίσουν τις προτεινόμενες μειώσεις φορολογίας, ώστε να εκτεθούν πολιτικά.
Η ηγεσία των Ρεπουμπλικάνων στο Κογκρέσο επενδύει πολιτικά στις προσπάθειες που γίνονται ώστε οι προσωρινές μειώσεις στην φορολογία εισοδήματος για τα φυσικά πρόσωπα να γίνουν μόνιμες, σύμφωνα με πηγές του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, τόσο στην Γερουσία, όσο και στην Βουλή των Αντιπροσώπων.
Η στρατηγική αυτή θα ενδυναμώσει την προεκλογική εικόνα του κόμματος ως τον πραγματικό υπερασπιστή των φορολογικών μεταρρυθμίσεων, ενισχύοντας την πολιτική δυναμική των Ρεπουμπλικάνων στο δύσκολο πολιτικά 2018 και υπό την πίεση της διεξαγωγής των ενδιάμεσων εκλογών του Νοεμβρίου για το Κογκρέσο.
Οι Ρεπουμπλικάνοι εκτιμούν ότι σε κάθε περίπτωση η υλοποίηση της παραπάνω στρατηγικής με το επίκεντρο του ενδιαφέροντος στην μείωση της φορολογίας εξυπηρετεί τις πολιτικές τους επιδιώξεις. Οι Δημοκρατικοί θα πιεστούν να υποστηρίξουν τον μόνιμο χαρακτήρα των μειώσεων στην φορολογία των φυσικών προσώπων, συμπράττοντας σε μία πολιτική νίκη των Ρεπουμπλικάνων στο Κογκρέσο κι ενώ η ρεπουμπλικανική ηγεσία έχει ως κεντρικό στόχο των προσπαθειών της την διατήρηση του πολιτικού ελέγχου τόσο στην Γερουσία, όσο και στην Βουλή των Αντιπροσώπων.
Από την άλλη μεριά, θεωρείται πιο πιθανό ότι οι Δημοκρατικοί θα καταψηφίσουν τον μόνιμο χαρακτήρα των φορολογικών μειώσεων, οπότε, στην περίπτωση αυτή, θα χαρακτηριστούν ως εχθροί της μεσαίας τάξης, διευκολύνοντας την πρόσβαση των Ρεπουμπλικάνων υποψηφίων στους Αμερικανούς ψηφοφόρους των μεσαίων οικονομικά εισοδημάτων.
«Μπορείτε να φανταστείτε τους Δημοκρατικούς να καταψηφίζουν ένα τέτοιο νομοσχέδιο; Εννοώ, πως θα μπορέσουν να εξηγήσουν κάτι τέτοιο; Νομίζω ότι θα βρεθούν σε μια πολύ δύσκολη θέση. Θα αναγκαστούν να το υποστηρίξουν», τόνισε με έμφαση ο Τζον Κόρνιν, ηγετικό στέλεχος των Ρεπουμπλικάνων στην Γερουσία, που εκλέγεται στο Τέξας.
Η προσέγγιση των Ρεπουμπλικάνων για την μονιμοποίηση των μειώσεων στην φορολογία των φυσικών προσώπων έχει ένα καθαρά πολιτικό κίνητρο, καθώς δεν ενεργοποιούν την διαδικασία ψήφισης ενός τέτοιου νομοσχεδίου μέσω της απλής πλειοψηφίας, όπως έκαναν με την ψήφιση του αρχικού φορολογικού νομοσχεδίου τον Δεκέμβριο του 2017.
Από την πλευρά τους, τα ηγετικά στελέχη των Ρεπουμπλικάνων στην Γερουσία δεν εξετάζουν καν ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Ο ηγέτης της ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας στο αναφερόμενο νομοθετικό σώμα Μιτς Μακόνελ έχει επίγνωση των δυσκολιών του αριθμητικού συσχετισμού των εδρών στην Γερουσία με τους Ρεπουμπλικάνους να χρειάζονται τουλάχιστον εννέα ψήφους από τους Δημοκρατικούς, προκειμένου να συμπληρώσουν την απαιτούμενη προϋπόθεση των 60 θετικών ψήφων.
Έτσι το πολιτικό βάρος της όλης κίνησης γύρω από την εδραίωση της φορολογικής μεταρρύθμισης στον τομέα του προσωπικού εισοδήματος, μετατοπίζεται στους Δημοκρατικούς, ενώ το πολιτικό περιβάλλον στις ΗΠΑ αποκτά σταδιακά προεκλογικά χαρακτηριστικά για την διεξαγωγή των εκλογών του Νοεμβρίου.
Από την μεριά τους, οι Δημοκρατικοί υποστηρίζουν ότι η κίνηση αυτή των Ρεπουμπλικάνων αποδεικνύει την πολιτική απόγνωσή τους ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών.
Στο επίπεδο της διαμόρφωσης νέων αριθμητικών συσχετισμών στην Γερουσία είναι χαρακτηριστικό ότι δέκα έδρες που σήμερα ελέγχονται από τους Δημοκρατικούς είναι ανοιχτές προς διεκδίκηση από τους Ρεπουμπλικάνους σε πολιτείες στις οποίες νίκησε ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές του 2016.
«Είναι ότι καλύτερο μπορούν να κάνουν. Παίζουν το χαρτί της φορολογίας και είναι το μόνο που έχουν», σχολίασε από τη μεριά του το ηγετικό στέλεχος των Δημοκρατικών στην Γερουσία Ντίκ Ντάρμπιν.
Από την άλλη μεριά, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ, οι Ρεπουμπλικάνοι διακηρύσσουν ότι η φορολογική μεταρρύθμιση θ’ αποτελέσει τον κεντρικό πυλώνα της προεκλογικής τους εκστρατείας, προκειμένου να διατηρήσουν τις κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες που έχουν τόσο στην Γερουσία, όσο και στην Βουλή των Αντιπροσώπων.
Η ηγεσία των Ρεπουμπλικάνων έχει πολιτικά ενθαρρυνθεί από την υψηλή δημοφιλία των αλλαγών στον φορολογικό κώδικα των ΗΠΑ, που είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην προεκλογική εκστρατεία του προέδρου Τραμπ. Ωστόσο, άλλες μελέτες αναφέρουν ότι θα πρέπει πολλά να γίνουν ακόμη, ώστε τα μέτρα μείωσης της φορολογίας να ωφελήσουν την μεσαία τάξη.
«Η απόδειξη είναι στο τσεκ πληρωμής. Αυτό είναι ένα μήνυμα στο οποίο μπορούμε να βασιστούμε», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Ρεπουμπλικάνος Γερουσιαστής Θομ Τίλις αναδεικνύοντας τις πολιτικές προθέσεις των Ρεπουμπλικάνων για την προεκλογική ανάδειξη του φορολογικού νομοσχεδίου.
Η πολιτική βαρύτητα των φορολογικών μεταρρυθμίσεων γίνεται ακόμη πιο σημαντική για τους Ρεπουμπλικάνους, προκειμένου ν’ αντισταθμίσουν πολιτικά ενδεχόμενες αρνητικές αποκαλύψεις από την έρευνα του ειδικού ανακριτή Ρόμπερτ Μάλερ για την Ρωσία, αλλά και τις δίκες του πρώην πρόεδρου της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, Πολ Μάναφορτ, την περίοδο της κορύφωσης της προεκλογικής εκστρατείας για τις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου.
Ωστόσο, οι προκλήσεις για την ηγεσία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος συνεχίζονται, καθώς η προτίμηση του προέδρου Τραμπ στην επιβολή δασμολογικών μέτρων εμπορικού προστατευτισμού έχει χαρακτήρα αύξησης της φορολογίας για τα οικονομικά εισοδήματα του μέσου Αμερικανού.