Τράπεζες

Τι λένε οι τραπεζίτες για την ελληνική οικονομία και τις τράπεζες τους


Στο κοινό συμπέρασμα ότι η ελληνική οικονομία και οι επιχειρήσεις δείχνουν ανθεκτικότητα απέναντι στις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές οικονομίες συγκλίνουν οι εκτιμήσεις των διευθυνόντων συμβούλων των τεσσάρων συστημικών τραπεζών που έγιναν με αφορμή την ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων εννεαμήνου του 2022.

Οι διευθύνοντες σύμβουλοι των τραπεζών τόνισαν ότι το εγχώριο τραπεζικό σύστημα χρηματοδοτεί την ελληνική οικονομία και το επιχειρείν διαθέτοντας ισχυρή κερδοφορία, κεφαλαιακή επάρκεια και ρευστότητα, δίνοντας έμφαση στην αξιοποίηση των κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Υπογράμμισαν επίσης ότι τα προγράμματα μετασχηματισμού των τραπεζών βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο και οδηγούν το τραπεζικό σύστημα στην επόμενη ημέρα προς όφελος της πελατείας τους.

Οι εκτιμήσεις των τεσσάρων για την ελληνική οικονομία

Ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς, Χρήστος Μεγάλου επισήμανε ότι σε αντίθεση με τους Ευρωπαίους εταίρους της, η Ελλάδα παραμένει σε τροχιά οικονομικής ανάπτυξης το 2023 και μετά, λόγω της διαφορετικής φάσης στον οικονομικό κύκλο για την ελληνική οικονομία, και της βελτιωμένης ανθεκτικότητας και ανταγωνιστικότητας της χώρας.

Ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Παύλος Μυλωνάς επισήμανε ότι η οικονομική δραστηριότητα συνέχισε να επιδεικνύει ανθεκτικότητα έναντι των δυσχερών συνθηκών που απορρέουν από την ενεργειακή κρίση, με τον ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ της χώρας να παραμένει μεταξύ των υψηλότερων στη ζώνη του ευρώ.

Όπως ανέφερε ο κ. Μυλωνάς, ο τουρισμός συνεχίζει να αποτελεί βασικό πυλώνα ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, με τα έως τώρα στοιχεία να υποδηλώνουν ότι τα έσοδα από τον τουρισμό θα ανέλθουν σε νέο ιστορικό υψηλό εφέτος. Παράλληλα, η κερδοφορία του ιδιωτικού τομέα, οι θετικές εξελίξεις στην αγορά εργασίας και τα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης ύψους 13 δισ. ευρώ περίπου, σε ακαθάριστη αξία, βοηθούν να μετριαστεί ο αντίκτυπος του πληθωρισμού στην πραγματική οικονομία.

Η κεκτημένη δυναμική λόγω των ισχυρών οικονομικών επιδόσεων του εννεαμήνου 2022, τα αμυντικά χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας, όσον αφορά τη θέση της στον επιχειρηματικό και πιστωτικό κύκλο, η ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων που έχουν σφυρηλατηθεί μέσα από πολυετείς αναδιαρθρώσεις και διατηρούν χαμηλά επίπεδα μόχλευσης, καθώς και η ανάκαμψη των επενδύσεων με οδηγό τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), καθιστούν την Ελλάδα σχετικά ανθεκτική απέναντι στις οικονομικές πιέσεις, εκτίμησε ο κ. Μυλωνάς.

Ο διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank, Βασίλης Ψάλτης ανέφερε ότι καθώς η γεωπολιτική αστάθεια ρίχνει τη σκιά της στη μακροοικονομική εικόνα σε παγκόσμιο επίπεδο, η ελληνική οικονομία σημείωσε ισχυρές επιδόσεις και βρίσκεται σε ευνοϊκότερη θέση να διαχειριστεί εξωτερικούς κλυδωνισμούς.

Το ελληνικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 2% το 2023, πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, απόδειξη της ανθεκτικότητας που έχει αναπτύξει τα τελευταία χρόνια η ελληνική οικονομία. Τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της ΕΕ και η συνεχιζόμενη, αξιοσημείωτη εισροή επενδύσεων στην Ελλάδα, προοιωνίζονται συνέχιση της επέκτασης του δανειακού χαρτοφυλακίου της τράπεζας, πρόσθεσε.

Ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, Φωκίωνας Καραβίας ανέφερε ότι σε ένα περιβάλλον γεμάτο από οικονομικές και γεωπολιτικές αβεβαιότητες, η ελληνική οικονομία συνεχίζει να εκπλήσσει θετικά, με το ρυθμό ανάπτυξης να προβλέπεται πλέον στο 6% για τη εφετινή χρονιά. Η συνεχιζόμενη αύξηση των επιτοκίων και η παράταση του πολέμου στην Ουκρανία δημιουργούν υφεσιακές πιέσεις στην ευρωπαϊκή και διεθνή οικονομία, με τους κινδύνους να βαίνουν αυξανόμενοι.

H ισχυρή επίδοση του 2022 μαζί με το διαρκές επενδυτικό ενδιαφέρον για τη χώρα και η καλή πορεία απορρόφησης των ευρωπαϊκών πόρων, οδηγούν στην εκτίμηση ότι θα έχουμε θετικό ρυθμό ανάπτυξης το 2023, όμως σε σημαντικά χαμηλότερο επίπεδο. Ωστόσο, θα παραμείνει πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, διατηρώντας την Ελλάδα σε τροχιά πραγματικής σύγκλισης, εκτίμησε ο κ.Καραβίας.

Οι εξελίξεις στις μικρότερες τράπεζες

Θετικές είναι και οι εξελίξεις και σε δύο μικρότερες σε μέγεθος τράπεζες, σύμφωνα με όσα προέκυψαν την εβδομάδα που μας πέρασε.

Αναφορικά με την Παγκρήτια, σύμφωνα με πηγές της Τράπεζας, με επαρκή κεφάλαια (μετά την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου) και έναν ισχυρό πλέον βασικό μέτοχο η Παγκρήτια προχωρά στην υλοποίηση του επιχειρηματικού της πλάνου, με αυξανόμενη δυναμική και με κύριους άξονες ανάπτυξης την εξαγορά της δραστηριότητας του Ελληνικού υποκαταστήματος της HSBC, καθώς και τη συγχώνευση με απορρόφηση της Συνεταιριστικής Τράπεζας Χανίων.

Για την Παγκρήτια Τράπεζα, η νέα μέρα έχει ήδη ξεκινήσει, καθιστώντας την πλέον το φαβορί για τη δημιουργία του πέμπτου τραπεζικού πόλου στη χώρα, στοχεύοντας στη σημαντική υποστήριξη της επιχειρηματικότητας και εν γένει της Ελληνικής οικονομίας, αναφέρουν οι ίδιες πηγές με αφορμή και την αναβάθμιση της αξιολόγησης της από την Moody΄s.

Από πλευράς Optima bank, με αφορμή και την επιτυχή ολοκλήρωση της έκδοσης μετατρέψιμου ομολογιακού δανείου (ΜΟΔ) από το οποίο η τράπεζα άντλησε το ποσό των 60 εκατ. ευρώ, η διοίκηση της τράπεζας επισήμανε ότι η τράπεζα ενισχύει περαιτέρω τα οικονομικά της μεγέθη.

Όπως επισημάνθηκε η τράπεζα πέτυχε και πέρασε σε κερδοφορία 18 μόλις μήνες μετά την έναρξη λειτουργίας της, γεγονός σπάνιο και σε διεθνές επίπεδο. Τα κέρδη της τράπεζας το 2021 ανήλθαν σε 16,7 εκατ. ευρώ με τις εκτιμήσεις για το 2022 να κυμαίνονται γύρω στα 30 εκατ. ευρώ. Οι χορηγήσεις ανέρχονται σε 1,5 δισ. ευρώ και οι καταθέσεις στα 2 δισ. ευρώ, με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια να βρίσκονται στο 0%.

H Optima bank, έχοντας επενδύσει ήδη πάνω από 20 εκατ. ευρώ, διαθέτει σήμερα δίκτυο 26 καταστημάτων σε Αθήνα, Κόρινθο, Θεσσαλονίκη και Ηράκλειο Κρήτης ενώ τις αμέσως επόμενες ημέρες ανοίγει και το κατάστημα της τράπεζας στην Λάρισα και σχεδιάζει νέα επέκταση σε περιοχές όπου υπάρχει έντονη οικονομική δραστηριότητα που συνεπάγεται ανάγκη παροχής τραπεζικών προϊόντων και υπηρεσιών.

Ταυτόχρονα η τράπεζα διαθέτει ισχυρή παρουσία στα εναλλακτικά ψηφιακά δίκτυα.

Στον απόηχο της αναβάθμισης από την Moody's

Τα ισχυρά αυτά οικονομικά αποτελέσματα των τραπεζών ήρθαν στον απόηχο της αναβάθμισης τους από τον οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody's, που προχώρησε την αναβάθμιση του μακροπρόθεσμου αξιόχρεου των καταθέσεων έξι ελληνικών τραπεζών κατά μία ή δύο βαθμίδες, καθώς και στην αυτοτελή βασική πιστοληπτική αξιολόγηση (BCA) τριών από τις τράπεζες αυτές, γεγονός που σύμφωνα με τραπεζικές πηγές αποτελεί ψήφο εμπιστοσύνης στις προοπτικές του εγχώριου τραπεζικού συστήματος και σηματοδοτεί την επόμενη ημέρα που έχει ήδη ξεκινήσει.

Οι προοπτικές του μακροπρόθεσμου αξιόχρεου των καταθέσεων για δύο τράπεζες, άλλαξαν σε σταθερές από θετικές μετά τις αναβαθμίσεις τους, ενώ για τις υπόλοιπες τέσσερις τράπεζες παρέμειναν θετικές.

Σύμφωνα με την Moody's, οι αναβαθμίσεις καθοδηγήθηκαν από τις διαρθρωτικές βελτιώσεις στην ελληνική οικονομία, τις σημαντικές ενισχύσεις στην ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών, τη βελτίωση των κερδών από τις βασικές πηγές δραστηριότητάς τους.

Βασικός μοχλός για τις νέες αξιολογήσεις είναι η βελτιωμένη οικονομική θέση της Ελλάδας, με καλύτερες λειτουργικές και πιστωτικές συνθήκες, που προσφέρουν ένα πιο υποστηρικτικό λειτουργικό περιβάλλον για τις τράπεζες της χώρας. Αυτές οι θετικές εξελίξεις στο λειτουργικό περιβάλλον, σηματοδοτούν επίσης χαμηλότερους κινδύνους για τα προφίλ φερεγγυότητας των ελληνικών τραπεζών.

Όπως εκτιμά ο οίκος αξιολόγησης ο ισχυρός τουριστικός τομέας, η εγχώρια κατανάλωση και οι επενδύσεις, θα οδηγήσουν σε μία ισχυρή αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά περίπου 5,3% το 2022 με βάση τις προσδοκίες του οίκου, υψηλότερα σε σχέση με την αύξηση 2,2% για το μέσο όρο της Ευρωζώνης.

Αν και η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί σημαντικά στο 1,8% το 2023, καθώς οι υψηλές τιμές της ενέργειας διαχέονται σε ευρύτερες πληθωριστικές πιέσεις και εξασθενούν την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, ενώ η αύξηση των επιτοκίων θα επηρεάσει αρνητικά τις επενδύσεις, η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται με υψηλότερο ρυθμό από τις άλλες χώρες της ΕΕ, εκτιμά ο οίκος αξιολόγησης.