Οικονομία

Η ΕΑΚ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την ελληνική κινηματογραφία


Την κατεπείγουσα ανάγκη για ενδοκυβερνητικό συντονισμό και για συνεργασία με τους επαγγελματίες του ελληνικού κινηματογράφου, τόνισε στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στις 28/12 η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου (ΕΑΚ), με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις στο θεσμικό πλαίσιο του οπτικοακουστικού τομέα.

Με παριστάμενους δημοσιογράφους, αλλά και εκπροσώπους ενώσεων και φορέων, και πλήθος επαγγελματιών του ελληνικού κινηματογράφου, η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου έδωσε συνέντευξη Τύπου με ένα σημαντικό στόχο, να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου σε τρεις καίριους άξονες: «στην αλλαγή στον τρόπο εφαρμογής του 1,5% (ποσοστό του ετήσιου κύκλου εργασιών που τα τηλεοπτικά κανάλια και οι πάροχοι καλούνται να επανεπενδύουν στην ελληνική κινηματογραφική παραγωγή), στην αλλαγή στις απαιτήσεις της ΕΡΤ ως συμπαραγωγού και στην έλλειψη διαβούλευσης και συμμετοχής στις θεσμικές αποφάσεις, που πάρθηκαν πρόσφατα ερήμην των επαγγελματιών του κινηματογράφου».

Ο σκηνοθέτης Γιώργος Τσεμπερόπουλος, εκπροσωπώντας ως πρόεδρος της ΕΑΚ όλο τον κινηματογραφικό χώρο, τόνισε ότι πρέπει να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, ως το καθ᾽ ύλην αρμόδιο για τον κινηματογράφο, το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης και η γενική γραμματεία Ενημέρωσης και Επικοινωνίας, να αποφασίσουν από κοινού και να σχεδιάσουν μια σημερινή στρατηγική ανάπτυξης της εθνικής μας κινηματογραφίας, αλλά και την αναθεώρηση του νόμου 3905/2010, με πρωτεύοντα στόχο την ενδυνάμωση της ελληνικής ταινίας και την υποστήριξη των Ελλήνων παραγωγών και δημιουργών. «Στην πρώτη του επίσκεψη στο υπουργείο Πολιτισμού», είπε ο Γ. Τσεμπερόπουλος, «ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, είχε δηλώσει ότι εκλαμβάνει το υπουργείο όχι μόνο ως θεματοφύλακα της κληρονομιάς αλλά και ως αναπτυξιακό υπουργείο. Τον παρακαλούμε να επιμείνει».

Στη συζήτηση που ακολούθησε, με δημοσιογράφους, μέλη κινηματογραφικών φορέων και επαγγελματίες του χώρου, τονίστηκε, μεταξύ άλλων, ότι εάν η έκκληση της ΕΑΚ δεν εισακουστεί, το επόμενο βήμα είναι ν' απευθυνθεί στους Ευρωπαίους ομολόγους για υποστήριξη.