Η ατμοσφαιρική ρύπανση στην Κίνα αυξήθηκε τον Απρίλιο για πρώτη φορά από τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα με τους αναλυτές να αποδίδουν την αύξηση αυτή στην επανέναρξη της οικονομικής δραστηριότητας έπειτα απο την επιδημία του κορονοϊού.
Το υπουργείο Οικολογίας και Περιβάλλοντος (MEE) ανακοίνωσε πως οι συγκεντρώσεις επικίνδυνων αερομεταφερόμενων σωματιδίων (γνωστών ως PM2.5) αυξήθηκαν κατά 3,1% τον Απρίλιο σε 33 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο, κατά μέσο όρο, σε 337 πόλεις σε ολόκληρη τη χώρα. Είναι η πρώτη αύξηση από έτος σε έτος που καταγράφεται από τον Δεκέμβριο, οπόταν τα PM2.5 είχαν αυξηθεί κατά 10%.
Αυξημένες ήταν επίσης κατά τη διάρκεια του μήνα κι οι συγκεντρώσεις του όζοντος, του διοξειδίου του θείου και του διοξειδίου του αζώτου στο έδαφος , προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία.
Οι πόλεις με τις χειρότερες επιδόσεις τον Απρίλιο ήταν οι πρωτεύουσες τριών βορειοανατολικών επαρχιών, οι Τσανγκτσούν, Χαρμπίν και Σενγιάνγκ, όπως δείχνουν τα ίδια στοιχεία.
Αντίθετα, στην επιρρεπή στην αιθαλομίχλη περιοχή που ορίζεται από το τρίγωνο Πεκίνο- Τιανζίν-Χεμπέι, οι συγκεντρώσεις PM2.5 μειώθηκαν κατά ένα τέταρτο, στα 39 μικρογραμμάρια τον Απρίλιο, παρόλο που τα εργοστάσια είχαν αρχίσει να λειτουργούν. Τα PM2.5 μειώθηκαν κατά 35,4% σε αυτήν την περιοχή τους πρώτους τέσσερις μήνες του έτους, τονίζουν τα ίδια στοιχεία.
Ο υπεύθυνος για την ατμοσφαιρική ρύπανση στο MEE αξιωματούχος Λιού Μπινγκζιάνγκ, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι η επανάληψη της βιομηχανικής δραστηριότητας θα μπορούσε να προκαλέσει αύξηση της ρύπανσης κατά ένα ορισμένο ποσοστό, αλλά δεν ήταν αυτή η κύρια αιτία της αύξησης για τον Απρίλιο.
Όπως επεσήμανε η καύση αχύρου στις τρεις βορειοανατολικές επαρχίες Τζιλίν, Χεϊλονγκζιάνγκ και Λιανονίνγκ ήταν αυξημένη κατά οκτώ φορές σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους, ενώ και οι αμμοθύελλες είχαν επιδεινώσει επίσης την ποιότητα του αέρα σε ορισμένες περιοχές.
Ο μέσος όρος PM2.5 μειώθηκε κατά 12,5% στις 337 πόλεις τους πρώτους τέσσερις μήνες, καθώς ο εγκλεισμός των κατοίκων, το κλείσιμο εργοστασίων και οι περιορισμοί στις μεταφορές, οδήγησαν σε απότομη μείωση των εκπομπών, κυρίως κατά τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο.
"Τα επίπεδα ατμοσφαιρικών ρύπων έπεσαν κατακόρυφα τη διάρκεια του καθολικού lockdown στη χώρα τον Φεβρουάριο, ήταν σε χαμηλά επίπεδα στις αρχές Μαρτίου και τώρα έχουν ξεπεράσει τα επίπεδα πριν από την κρίση", τονίζει από την πλευρά του, σε σημερινή του έκθεση, το Κέντρο Έρευνας για την Ενέργεια και τον Καθαρό Αέρα (CREA), που εδρεύει στο Ελσίνκι
"Η επαναφορά των επιπέδων στους ατμοσφαιρικούς ρύπους αποτελεί απόδειξη της σημασίας που έχει να δοθεί προτεραιότητα στην πράσινη οικονομία και την καθαρή ενέργεια στην ανάκαμψη από την κρίση της COVID-19", προσθέτει το κέντρο.
Τώρα που η οικονομία έχει αρχίσει να επαναλειτουργεί, υπάρχει κίνδυνος η Κίνα, στοχεύοντας σε μια γρήγορη οικονομική ανάκαμψη, να αρχίσει να βλάπτει ακόμη περισσότερο το περιβάλλον, επισημαίνει το CREA.
"Λόγω της έμφασης στους στόχους για το ΑΕΠ και στα κατασκευαστικά και κατασκευαστικά έργα για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, η αναθέρμανση στην Κίνας τείνει να γίνει " βρώμικη", με τα αρνητικά οικονομικά σοκ να τα διαδέχεται η αύξηση στην κατανάλωση ορυκτών καυσίμων, η ατμοσφαιρική ρύπανση και οι εκπομπές CO2", υποστηρίζει το ίδιο Κέντρο.
Το πιο προφανές πρόσφατο παράδειγμα προς επίρρωσην της υπόθεσης αυτής ήταν το πακέτο τόνωσης της οικονομίας του 2008, που προώθησε ένα άνευ προηγουμένου κύμα κατασκευαστικών έργων και επίπεδα ρεκόρ στην κατανάλωση άνθρακα, τσιμέντου και χάλυβα, επεσήμανε το CREA.
ΑΠΕ-ΜΠΕ