Επιχειρήσεις

H κατάργηση του ΕΦΚ στο κρασί βοηθάει στην υγιή λειτουργία του κλάδου


Η επιβολή του ΕΦΚ στο κρασί από 1ης Ιανουαρίου του 2016 έδωσε "φτερά" στην παραοικονομία, αναφέρουν σε δηλώσεις τους στο Αθηναϊκό Πρακτορείο οι οινοποιοί και μέλη του Δ.Σ. της ένωσης «Οίνοι Βορείου Ελλάδος» Στέλλιος Μπουτάρης (πρόεδρο της ένωσης, Κτήμα "Κυρ-Γιάννη"), Γεώργιος Τσάνταλης (αντιπρόεδρο της ένωσης, "Tsantali"), Άγγελος Ιατρίδης (μέλος διοικητικού συμβουλίου της ένωσης, "Κτήμα 'Αλφα") και Παύλος Σπύρου (μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ένωσης, "Zoinos Winery"- Zitsa).

Ως αποτέλεσμα οι νομοταγείς επιχειρηματίες αντιμετώπισαν αθέμιτο ανταγωνισμό, αλλά και το ελληνικό κράτος στερήθηκε πολύτιμα έσοδα.

«Χαιρετίζουμε την απόφαση της κατάργησης του ειδικού φόρου κατανάλωσης. 'Ηταν πολύ άδικο να υπάρχει τέτοιος φόρος σε ένα αγροτικό προϊόν. Να διευκρινίσουμε ότι μπορεί μεν να λέγεται ότι ο φόρος καταργήθηκε, αλλά για να είμαστε πιο ακριβείς, δεν "έφυγε", απλά θα έχει πλέον συντελεστή μηδέν, κάτι που σημαίνει ότι παραμένει υποχρέωση των οινοποιητικών επιχειρήσεων το να διατηρούν φορολογική αποθήκη και να διακινούν τα προϊόντα τους με τα αναγκαία παραστατικά. Αυτό σημαίνει μεν ότι υπάρχει μεγαλύτερη γραφειοκρατία, αλλά ταυτόχρονα αντίστοιχες υποχρεώσεις ισχύουν και σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη για τη διακίνηση του κρασιού. Με άλλα λόγια, αυτός ο άδικος φόρος άφησε πίσω του κάτι καλό: ότι πολλά οινοποιεία απόκτησαν φορολογική αποθήκη» επισημαίνει ο πρόεδρος της ¨Οίνοι Βορείου Ελλάδος¨, Στέλλιος Μπουτάρης.

Κατά τον αντιπρόεδρο της Ένωσης, Γεώργιο Τσάνταλη, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Εμπορικού Τμήματος της οινοποιίας, ο ΕΦΚ δεν θα έπρεπε να είχε εξαρχής επιβληθεί. «Ως εκ τούτου (από την κατάργησή του) μόνο θετική επίδραση και εξέλιξη αναμένουμε στις οινοποιίες και την αμπελοκαλλιέργεια. Η μετάβαση βέβαια στο προηγούμενο καθεστώς (της μη ύπαρξης ΕΦΚ) θα έπρεπε να γίνει χωρίς προειδοποίηση μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο, και όχι να ανακοινωθεί 20 ημέρες πριν, όπως τώρα, που θα "παγώσει" σε κάποιο ποσοστό η αγοραστική δύναμη αναμένοντας την κατάργησή του».

Κατά τον ΄Αγγελο Ιατρίδη, είναι προφανές ότι η κατάργηση του φόρου βοηθάει πάρα πολύ στην υγιή λειτουργία του κλάδου. «Τώρα όμως που επανερχόμαστε στην προηγούμενη κατάσταση πρέπει να αποφύγουμε λάθη που στρεβλώνουν τον υγιή ανταγωνισμό στον κλάδο και έχουν σχέση με την παράτυπη κυκλοφορία αμπελοοινικών προϊόντων. Άσχετα από την κατάργηση του ΕΦΚ, πρέπει να εντατικοποιηθεί ο έλεγχος διακίνησης αμπελοοινικών προϊόντων όπως αποτυπώνεται στα συνοδευτικά έγγραφα τους. Ο κλάδος επιδιώκει εκτός από τους φορολογικούς μηχανισμούς να γίνεται έλεγχος και από τους αμπελοοινικούς και αν γίνεται να έρθουν και οι δύο σε συνάφεια, ν' ανταλλάσσουν και να διασταυρώνουν στοιχεία, π.χ, μέσω της μηχανογράφησης» υπογραμμίζει.

Άδικος και αντιαναπτυξιακός νόμος

Για τον Παύλο Σπύρου, «η κατάργηση του ΕΦΚ στο κρασί ήταν φυσιολογική εξέλιξη, μετά από έναν αναποτελεσματικό, άδικο και αντιαναπτυξιακό νόμο. (...) Η παραγωγική οικονομία και η υγιής αγορά είναι σε ένα βαθμό και ψυχολογία και η απόφαση αυτή αν μη τι άλλο τονώνει την ψυχολογία μας. Να μην ξεχνάμε ότι ο αμπελοοινικός κλάδος πριν την επιβολή του φόρου είχε από τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και μια έντονη εξαγωγική δραστηριότητα και επειδή οινοποιία χωρίς αμπελουργία δεν υφίσταται, εξυπακούεται ότι η ανάπτυξη του κρασιού θα συμπαρασύρει σε αναπτυξιακούς ρυθμούς και την αμπελοκαλλιέργεια (...) Ως προς τι πρέπει να προσέξουμε, εκτιμώ ότι θα πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή στα αποθέματα κρασιού την 31/12/2018, και σε αυτά που βρίσκονται στα οινοποιεία, αλλά και σε αυτά που βρίσκονται στην αγορά και έχουν επιβαρυνθεί με ΕΦΚ. Επίσης, πρέπει να διευκρινιστεί τι θα γίνει με τα μικρά οινοποιεία, που έχουν προπληρώσει ένα σημαντικό μέρος του φόρου. Εύχομαι να διαψευστώ αλλά φοβάμαι ότι θα δημιουργήσει αναστάτωση στην αγορά η προσπάθεια να απαλλαγούν από τα αδήλωτα αποθέματα οι κάτοχοι τους -τους οποίους ενσυνείδητα δεν αποκαλώ οινοποιούς- αφού θα εκλείψει το κίνητρο του ΕΦΚ, εκμεταλλευόμενοι και μια πιθανή μικρή αύξηση στην τιμή των κρασιών, λόγω των αλλεπαλλήλων αυξήσεων, που είχε η πρώτη υλη τα τελευταία χρόνια. Εδώ πρέπει οι ελεγκτικοί μηχανισμοί να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων». 

Όπως επισημαίνει ο Στέλλιος Μπουτάρης, «ο ειδικός φόρος κατανάλωσης επηρέασε και επηρεάζει μέχρι την κατάργησή του κυρίως τις μικρές οινοποιητικές επιχειρήσεις της χώρας, που παράγουν κατά μέσο όρο κάτω από 1000 εκατόλιτρα (100 τόνους) ετησίως και δεν είχαν φορολογική αποθήκη. Οι επιχειρήσεις αυτές, μη έχοντας φορολογική αποθήκη, έπρεπε να προπληρώνουν τον φόρο κι αυτό ήταν μία δυσβάσταχτη ταμειακή επιβάρυνση ειδικά για τα μικρά οινοποιεία. Σκεφτείτε για παράδειγμα ότι τα κόκκινα κρασιά του τρύγου του 2018 θα πωληθούν σε τρία χρόνια (αλλά τα οινοποιεία καλούνται να προπληρώσουν τον φόρο). Για αυτό και υπήρξαν μικρές οινοποιητικές επιχειρήσεις που άρχισαν να διακινούν χωρίς παραστατικά».

Αθέμιτος ανταγωνισμός

«Η επιβολή του ΕΦΚ πήγε τον κλάδο προς τα πίσω, δημιουργώντας έναν ασύμμετρο/αθέμιτο ανταγωνισμό, που είχε ως αποτέλεσμα αντί να προσφέρει στην οικονομία να αφαιρέσει... 'Οσοι λειτουργούσαν με βάση το γράμμα του νόμου, είχαν να αντιμετωπίσουν αθέμιτο ανταγωνισμό..» υπογραμμίζει ο Άγγελος Ιατρίδης, επισημαίνοντας ότι δεν μπορεί να απαντήσει πώς επηρεάστηκαν οι οινοποιητικές επιχειρήσεις συνολικά.

«Η εταιρεία μας, αυτή την τελευταία οκταετία, συνεχώς αναπτύσσεται και δεν μπορώ να ξέρω αν οι ρυθμοί ανάπτυξής μας θα ήταν μεγαλύτεροι, σε περίπτωση που δεν υπήρχε ο φόρος... Ποσοστιαία πάντως, ο φόρος ήταν πολύ μικρός και επηρέασε κυρίως τις εταιρείες που διακινούν μεγάλους όγκους κρασιού χύμα, γιατί εκεί οι τιμές είναι πολύ χαμηλές. Οφείλω να ομολογήσω ότι αποτέλεσε τροχοπέδη για τις μικρές επιχειρήσεις, που δεν είχαν φορολογική αποθήκη. Από την άλλη πλευρά όμως, έπρεπε κι αυτές να οργανωθούν... Θεωρώ ότι μια επιχείρηση, κάθε Έλληνας επιχειρηματίας, πρέπει να προσφέρει στην ελληνική οικονομία. Και στην οικονομία προσφέρει ο επιχειρηματίας που φορολογείται... Η θετική πλευρά του ΕΦΚ ήταν ότι δημιούργησε προϋποθέσεις οργάνωσης σε ορισμένες επιχειρήσεις, π.χ. η οργάνωση σε φορολογικές αποθήκες...Βοήθησε τις επιχειρήσεις να συμμορφωθούν πολύ πιο γρήγορα κάτω από την πίεση επιβολής του νομοθετικού πλαισίου του ΕΦΚ» εκτιμά.

Για ¨εκτροπή¨ των χρημάτων των οινοποιητικών επιχειρήσεων από πιθανές επενδύσεις σε πληρωμή φόρων, λόγω της επιβολής του ΕΦΚ, κάνει λόγο ο Παύλος Σπύρου, σημειώνοντας ότι « Ένα μέσο οινοποιείο, με παραγωγή και διακίνηση 3.000.000 λίτρων, κλήθηκε να χρηματοδοτήσει την επιβολή του ΕΦΚ με το ποσό των 744.000 ευρώ ( 3.000.000 Χ 0.20 =600.000 Χ 24% ΦΠΑ=744.000). Αυτό το ποσό αντιλαμβάνεστε ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για επενδύσεις που έχει ανάγκη ο κλάδος και που θα έφερναν και νέες θέσεις εργασίας». 

Αύξηση της παραοικονομίας

«Είναι σαφές ότι υπήρξε αύξηση της παραοικονομίας, για την οποία όμως δεν μπορώ να παραθέσω στατιστικά στοιχεία» σημειώνει ο Στέλλιος Μπουτάρης, σύμφωνα με τον οποίο η αύξηση ήταν μεγάλη ιδίως στα φτηνά χύμα κρασιά, που αποτελούν πάνω από το 50% της συνολικής παραγωγής. Αυτό συνέβη, όπως υποστηρίζει, όχι μόνο εξαιτίας του ΕΦΚ, αλλά και εξαιτίας των νέων, υψηλότερων φόρων που επιβλήθηκαν στους αγρότες, με αποτέλεσμα πολλοί παραγωγοί να ζητούν από τις οινοποιητικές επιχειρήσεις να δώσουν τα σταφύλια τους χωρίς παραστατικά. «Οπότε όπως αντιλαμβάνεσθε, "μαύρα" σταφύλια -"μαύρα" κρασιά Ο ΦΠΑ που χάθηκε από όλα αυτά ήταν δυστυχώς πολύ υψηλότερο από τους φόρους που εισέπραξε το κράτος με την επιβολή του ΕΦΚ» λέει χαρακτηριστικά.

Κατά τον Γεώργιο Τσάνταλη, παρατηρήθηκε μεγάλη αύξηση της παραοικονομίας στο χώρο της εμπορίας των οινικών προϊόντων «ειδικά τα τρία τελευταία χρόνια», ενώ για πολύ μεγάλη ένταση της παραοικονομίας κάνει λόγο και ο Άγγελος Ιατρίδης.

«Δυστυχώς η παραοικονομία στην τριετία του ΕΦΚ ξεπέρασε και τις προβλέψεις του κλάδου» λέει από την πλευρά του ο Παύλος Σπύρου, σύμφωνα με τον οποίο μια απλή επιβεβαίωση ως προς αυτό αποτελεί το γεγονός ότι το Υπουργείο Οικονομικών στον προϋπολογισμό του 2016 είχε εγγράψει έσοδα από τον ΕΦΚ ύψους 55.000.000 ευρώ, που αντιστοιχούσαν σε 275.000.000 λίτρα, με βάση την παραγωγή του 2015 όμως εισέπραξε περίπου 28.000.000 ευρώ, που αντιστοιχούν σε περίπου 140.000.000 λίτρα. «Προφανώς δεν σταματήσαμε στην Ελλάδα ξαφνικά να παράγουμε και να καταναλώνουμε κρασί, αντίθετα τα στοιχεία των μελών της ΄Ενωσης δείχνουν να έχουμε ανοδική τάση, απλά τα λίτρα που λείπουν από την εξίσωση -και ενδεχομένως όχι μόνον αυτά είναι τα λεγόμενα λίτρα της μαύρης διακίνησης».