Φακελωμένοι στην εφορία ως «συνήθεις ύποπτοι», για φοροδιαφυγή παραμένουν τα πρόσωπα που περιέχονται στις λίστες Λαγκάρντ, Μπόργιανς και Εμβασμάτων ακόμη και αν παραγραφεί ορισμένες ή όλες οι φορολογικές χρήσεις.
Μετά τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, πολλές υποθέσεις από τις «λίστες» παραγράφηκαν, καθώς υπερβαίνουν την πενταετία ή κατά περίπτωση τη δεκαετία. Ωστόσο οι αρμόδιες υπηρεσίες της ΑΑΔΕ έχουν «φακελώσει» τους συγκεκριμένους φορολογούμενους και τέθηκαν κατά προτεραιότητα στο στόχαστρο για φορολογικούς ελέγχους.
Αυτό προκύπτει σαφώς από έγγραφο που κοινοποίησε στη Βουλή η υφυπουργός Οικονομικών Αικατερίνη Παπανάτσιου, ερωτώμενη σχετικά με την πορεία των ελέγχων στις λίστες καταθετών εξωτερικού και, πόσο επηρεάζονται οι έλεγχοι από τις αποφάσεις του ΣτΕ και του ΝΣΚ.
«Οι πρόσφατες αποφάσεις του ανωτάτου διοικητικού Δικαστηρίου θα έχουν πράγματι ως αποτέλεσμα την παραγραφή κάποιων φορολογικών χρήσεων αλλά όχι την παραγραφή υποθέσεων, γιατί θα παραμείνει ανοικτός ο έλεγχος των ίδιων ΑΦΜ για τις πιο πρόσφατες χρήσεις», απάντησε η κ. Παπανάτσιου.
Αυτό σημαίνει, ότι αν ο Χ είναι στη λίστα Λαγκάρντ αλλά οι υποθέσεις του έχουν παραγραφεί, καθώς αφορούσαν μέχρι το έτος (π.χ.) 2007, δεν σημαίνει ότι ξέμπλεξε! Μπαίνει στη λίστα των υπόπτων για φοροδιαφυγή που καταρτίζουν οι ελεγκτικές υπηρεσίες της ΑΑΔΕ και θα ελέγχεται για τις επόμενες χρήσεις που δεν έχουν παραγραφεί, προκειμένου να διαπιστωθεί αν είναι συνεπής στις φορολογικές του υποχρεώσεις.
Τι περιείχαν οι λίστες
Η λίστα Λαγκάρντ περιήλθε στο χέρια της Ελληνικής Κυβέρνησης το έτος 2011 και παρέμεινε πρακτικά αναξιοποίητη για τουλάχιστον ένα έτος, έως ότου, στα μέσα του 2012, παραδόθηκε από τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος προς το ΣΔΟΕ και κινήθηκε η διαδικασία ταυτοποίησης των προσώπων που περιέρχονταν σε αυτήν. Στη συγκεκριμένη λίστα περιλαμβάνονται στοιχεία για 2.062 φυσικά και νομικά πρόσωπα με Ελληνική υπηκοότητα ή δηλωθείσα διεύθυνση στην Ελλάδα που εμφανίζονται να κατέχουν επενδυτικές μερίδες (τραπεζικούς λογαριασμούς η/ και λοιπά επενδυτικά προϊόντα) στην τράπεζα ΗSBC στη Γενεύη της Ελβετίας, για το χρονικό διάστημα από το Νοέμβριο του 2005 μέχρι και τον Φεβρουάριο του 2007. Από όσους δεν ελέγχθηκαν, κινδυνεύουν μόνο όσοι δεν έχουν υποβάλει φορολογική δήλωση, οπότε η παραγραφή εκτείνεται στην 15ετία. Για όσους έκαναν μεταφορές κεφαλαίων το 2007 (έτος το οποίο εμπίπτει στη δεκαετή παραγραφή) κινδυνεύουν πλέον μόνο αυτοί για τους οποίους θα προκύψουν «συμπληρωματικά στοιχεία». Όμως «συμπληρωματικά στοιχεία» σύμφωνα με το ΣτΕ, δεν αποτελούν οι κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών! Ωστόσο, σύμφωνα με την κ. Παπανάτσιου θα αποτελούν πρώτους στόχους για ελέγχους, για τις μετέπειτα χρήσεις που δεν έχουν παραγραφεί.
Η λίστα Μπόργιανς, παραλήφθηκε το 2015, αφού, το φθινόπωρο 2012, όταν ο υπουργός Οικονομικών της Ρηνανίας, Νόρμπερτ Βάλτερ-Μπόργιανς επιχείρησε να την παραδώσει στην κυβέρνηση Σαμαρά, συνάντησε ανεξήγητη άρνηση! Σε αυτή περιλαμβάνονται στοιχεία για 10.588 περιπτώσεις Ελλήνων με καταθέσεις σε Ελβετική Τράπεζα, το συνολικό υπόλοιπο τον οποίων ανέρχεται σε 3,9 δισ. ελβετικά φράγκα για το 2006 και 2,9 δισ. ελβετικά φράγκα για το 2008.
Στα 65 CDs που παρέλαβε το ΥΠΟΙΚ το 2013, περιλαμβάνονται στοιχεία για κινήσεις λογαριασμών 1.300.000 Ελλήνων φορολογουμένων σε τράπεζες του εσωτερικού, κατά την περίοδο από 1-1-2000 έως 8-6-2012. Οι κινήσεις αφορούν συναλλαγές άνω των 300.000 ευρώ ή εμβάσματα προς το εξωτερικό άνω των 100.000 ευρώ, τουλάχιστον σε ένα έτος της συγκεκριμένης περιόδου.
Πότε παραγράφονται οι υποθέσεις
Μετά τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας το 2017, του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, των διοικητικών δικαστηρίων και τις ερμηνείες της ΑΑΔΕ, υπάρχουν τέσσερις χρόνοι παραγραφής των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων, αλλά και αυτοί δεν είναι σαφείς. Ειδικότερα:
- Η κανονική περίοδος παραγραφής είναι πενταετής και «μετράει» από τη λήξη του έτους, στο οποίο πρέπει να υποβληθεί η σχετική φορολογική δήλωση. Στην ουσία είναι 5+1 έτη και συγκεκριμένα για τις χρήσεις 2006, 2007, 2008, 2009 και 2010 (οικονομικά έτη 2007, 2008, 2009, 2010 και 2011), το δικαίωμα του Δημοσίου για έκδοση οριστικών πράξεων σε βάρος του παραγράφηκε την 31/12/2012, 31/12/2013, 31/12/2014, 31/12/2015 και 31/12/2016, αντίστοιχα.
- Εφόσον οι φοροελεγκτικές αρχές εντοπίζουν, μετά τη λήξη της κανονικής πενταετούς περιόδου παραγραφής, «συμπληρωματικά» στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι υπήρξε απόκρυψη εισοδήματος και φοροδιαφυγή, ο χρόνος της μη παραγραφής επεκτείνεται στη δεκαετία. Από τα συμπληρωματικά στοιχεία εξαιρούνται οι τραπεζικές καταθέσεις σε τράπεζες του εσωτερικού. Αν βρεθούν αδήλωτες καταθέσεις σε τράπεζες του εξωτερικού, η Εφορία μπορεί να διενεργήσει έλεγχο για μια δεκαετία πίσω.
- Στις περιπτώσεις που για κάποιο έτος δεν υποβλήθηκε δήλωση φορολογίας εισοδήματος ή υποβλήθηκε εκπρόθεσμη αρχική δήλωση φορολογίας εισοδήματος, η προθεσμία παραγραφής είναι 15ετής. Για την περίπτωση που υποβλήθηκε εκπρόθεσμη δήλωση, ο χρόνος παραγραφής εκτείνεται στα 8 έτη.
- Για τις χρήσεις 2012 και μετά προβλέπεται εικοσαετής περίοδος παραγραφής σε περίπτωση διαπίστωσης φοροδιαφυγής. Όμως η 20ετία δεν ισχύει για τις υποθέσεις προ του 2012, αλλά η 20ετία ισχύει για τις υποθέσεις μετά το 2012. Δηλαδή μια υπόθεση του 2011, ακόμη και εάν οι ελεγκτικές αρχές έχουν εντοπίσει φοροδιαφυγή, έχει παραγραφεί, εκτός και αν υπάρξουν συμπληρωματικά στοιχεία. Οι υποθέσεις του έτους 2012, παραμένουν ανοιχτές για μια 20ετία και η εφορία μπορεί να διενεργήσει έλεγχο μέχρι το έτος 2032 κ.ο.κ.