Δημοσίευσε σήμερα, η Κομισιόν, την ετήσια ανασκόπησή της με τίτλο "Εξέλιξη της απασχόλησης και των κοινωνικών υποθέσεων στην Ευρώπη (ESDE) για το έτος 2019". Υπό το πρίσμα των παγκόσμιων μακροπρόθεσμων τάσεων, όπως η γήρανση, η παγκοσμιοποίηση, ο τεχνολογικός μετασχηματισμός και η κλιματική αλλαγή, η ESDE 2019 είναι αφιερωμένη στο θέμα της βιωσιμότητας. Η έκθεση δείχνει ότι η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και η διατήρηση της ανάπτυξης συμβαδίζουν.
Παρουσιάζει μια σειρά επιλογών πολιτικής οι οποίες μπορούν να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ και την ανάπτυξη και να διαδώσουν τα οφέλη της σε ολόκληρο τον πληθυσμό της ΕΕ και τις μελλοντικές γενιές, επιδιώκοντας παράλληλα μια φιλόδοξη μετάβαση σε μια οικονομία ουδέτερη ως προς το κλίμα. Η ανασκόπηση του 2019 επιβεβαιώνει επίσης τη συνεχή επέκταση της οικονομικής δραστηριότητας της ΕΕ, καθώς σημειώθηκαν νέα επίπεδα ρεκόρ στην απασχόληση και στη βελτίωση της κοινωνικής κατάστασης.
Η Μαριάν Τίσεν, επίτροπος Απασχόλησης, Κοινωνικών Υποθέσεων, Δεξιοτήτων και Κινητικότητας του Εργατικού Δυναμικού, δήλωσε τα εξής: «Η ετήσια αυτή ανασκόπηση δείχνει ότι η ανάκαμψη έχει εδραιωθεί στην ευρωπαϊκή οικονομία. Το ποσοστό απασχόλησης στην ΕΕ είναι το υψηλότερο που έχει καταγραφεί ποτέ, καθώς εργάζονται 240,7 εκατομμύρια Ευρωπαίοι, γεγονός που σημαίνει ότι οι θέσεις εργασίας έχουν αυξηθεί κατά 13,4 εκατομμύρια από την αρχή της θητείας της Επιτροπής Γιούνκερ. Η ανεργία στην Ευρώπη κινείται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Και ο αριθμός των ανθρώπων που αντιμετωπίζουν κίνδυνο φτώχειας συνεχίζει να μειώνεται. Πρόκειται για μια καλή αφετηρία ώστε να ενισχυθούν τα αποτελέσματα για τους πολίτες με βάση τον ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων. Αυτό πρέπει να περιλαμβάνει τη δίκαιη μετάβαση σε μια οικονομία ουδέτερη ως προς το κλίμα, η οποία να αξιοποιεί πλήρως τις ευκαιρίες «πράσινης ανάπτυξης». Μπορούμε να βελτιώσουμε το βιοτικό επίπεδο όλων των πολιτών, υπό την προϋπόθεση ότι η ΕΕ και τα κράτη μέλη, από κοινού με τους κοινωνικούς εταίρους, θα επενδύσουν σε νέες και καλύτερες δεξιότητες, καλύτερα επαγγελματικά προσόντα και κοινωνικές υπηρεσίες.»
Η μετάβαση σε μια οικονομία με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα θα αυξήσει τον αριθμό των διαθέσιμων θέσεων εργασίας και θα έχει αντίκτυπο στη διάρθρωση της αγοράς εργασίας, στην κατανομή των θέσεων εργασίας και στις απαιτούμενες δεξιότητες. Έως το 2030, η μετάβαση αναμένεται να δημιουργήσει ακόμα 1,2 εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας στην ΕΕ, επιπλέον των 12 εκατομμυρίων που αναμένονται ήδη. Η μετάβαση θα μπορούσε να μετριάσει τη συνεχιζόμενη πόλωση των θέσεων εργασίας που οφείλεται στην αυτοματοποίηση και την ψηφιοποίηση, δημιουργώντας θέσεις εργασίας και στο μέσο της ψαλίδας μισθών και δεξιοτήτων, ιδίως στον τομέα των κατασκευών και της μεταποίησης.
Τούτου λεχθέντος, οι επιπτώσεις της μετάβασης θα διαφέρουν μεταξύ χωρών και τομέων. Επομένως, οι χώρες πρέπει να προετοιμαστούν για τη μετάβαση αυτή προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι άνθρωποι σε επαγγέλματα, τομείς και περιφέρειες που εξακολουθούν να συνδέονται με μοντέλα υψηλών εκπομπών άνθρακα δεν θα αγνοηθούν. Η εξαρχής ενσωμάτωση της κοινωνικής διάστασης, για παράδειγμα με μέτρα που παρέχουν εισοδηματική στήριξη κατά τη διάρκεια της μετάβασης ή συνδυάζουν υψηλότερη φορολόγηση της ενέργειας και αναδιανομή, είναι καίριας σημασίας. Ο κοινωνικός διάλογος μπορεί επίσης να συμβάλει στη δίκαιη μετάβαση, διασφαλίζοντας τη συμμετοχή των εργαζομένων και των εργοδοτών.
Γενικότερα, η ανασκόπηση δείχνει ότι για να εξακολουθήσει η οικονομική ανάπτυξη, η ΕΕ θα πρέπει να επενδύσει στις δεξιότητες των ανθρώπων και στην καινοτομία. Οι επιχειρήσεις της ΕΕ με τις καλύτερες επιδόσεις είναι εκείνες που επενδύουν περισσότερο στην κατάρτιση των εργαζομένων και τις υψηλής ποιότητας συνθήκες εργασίας. Πράγματι, οι επενδύσεις σε δεξιότητες, στα επαγγελματικά προσόντα και την επίσημη κατάρτιση των ενηλίκων υποστηρίζουν την απασχολησιμότητα των εργαζομένων, την αύξηση των μισθών και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Ένα από τα πορίσματα της ανασκόπησης ESDE είναι, επίσης, ότι οι κοινωνικές επενδύσεις, όπως η πρόσβαση στη φροντίδα των παιδιών και στην προσχολική εκπαίδευση, καθιστούν τους ανθρώπους πιο παραγωγικούς και αυξάνουν την ευημερία τους. Η οικονομικά προσιτή και επαρκής στέγαση δίνει τη δυνατότητα στους Ευρωπαίους να αξιοποιήσουν το δυναμικό τους στην αγορά εργασίας και να συμμετέχουν στην κοινωνία.