Φόβους για μια νέα γενιά κόκκινων δανείων εκφράζει ο οίκος DBRS, στην έκθεση που συνοδεύει την αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα.
Ο καναδικός οίκος κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, επισημαίνοντας ότι τα υψηλά επιτόκια μπορεί να "λυγίσουν" τους δανειολήπτες, Εκφράζει επίσης προβληματισμό για το αν θα καταφέρουν οι εταιρείες διαχείρισης προβληματικών δανείων να τα διαχειριστούν με επιτυχία και να αφαιρεθεί αυτό το «βαρίδι» από την οικονομική ζωή της χώρας .
Η DBRS περιλαμβάνει τα ζητήματα του χρηματοπιστωτικού τομέα σε αυτά που επιβαρύνουν τη συνολική αξιολόγηση της χώρας. Στο σχετικό κεφάλαιο της έκθεσής κάνει λόγο για «σημαντική πρόοδο όσον αφορά τη μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων», σημειώνει όμως ότι «τα υψηλότερα επιτόκια θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ικανότητα αποπληρωμής των οφειλετών».
Ειδικότερα, η DBRS σημειώνει τα εξής:
- Σημαντική προσπάθεια έχει καταβληθεί για την ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού τομέα της Ελλάδας. Ο δείκτης ΜΕΔ μειώθηκε σε 8,8% στο τέλος του 1ου τριμήνου του 2023 από 12,1% το 1ο τρίμηνο του 2021, μειωμένος κατά 40,3 ποσοστιαίες μονάδες από την κορύφωσή του τον Ιούνιο του 2017.
- Η μείωση αυτή προήλθε κυρίως από πωλήσεις και τιτλοποιήσεις δανείων στο πλαίσιο του Σχεδίου Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων «Ηρακλής», το οποίο έληξε τον Οκτώβριο του 2022. Η ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών συνέχισε να βελτιώνεται, κυρίως χάρη στις δραστηριότητες οργανικής εξυγίανσης.
- Στο πλαίσιο του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, η Ελλάδα θα αντλήσει δάνεια 12,7 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 11,7 δισ. ευρώ θα διοχετευθούν μέσω των ελληνικών τραπεζών. Η DBRS Morningstar σημειώνει ότι η αποτελεσματική διαχείριση και κατανομή των κεφαλαίων του RRF από τις τράπεζες, σε συνδυασμό με τη σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων που έχει πραγματοποιηθεί, τους δίνει τη δυνατότητα να αυξήσουν την παροχή πιστώσεων προς τις επιχειρήσεις, στηρίζοντας έτσι την οικονομική ανάκαμψη.
- Ωστόσο, η επίλυση των ιδιωτικών μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων που μεταφέρθηκαν από τους ισολογισμούς των τραπεζών στην πραγματική οικονομία και τελούν πλέον υπό τη διαχείριση εταιρειών διαχείρισης πιστώσεων, εξακολουθεί να αποτελεί βασική πρόκληση.
- Ταυτόχρονα, το δυσμενέστερο μακροοικονομικό περιβάλλον και το περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων θα μπορούσαν να επηρεάσουν δυσμενώς τα δανειακά χαρτοφυλάκια των τραπεζών και να οδηγήσουν σε νέα ΜΕΔ. Αυτό εξηγεί την αρνητική ποιοτική προσαρμογή της DBRS Morningstar στην αξιολόγηση δομικών στοιχείων με θέμα τη «Νομισματική πολιτική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα».