Η επιδημία του κορονοϊού μπορεί να καταστρέψει την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη αυτή την χρονιά, δήλωσε σήμερα η επικεφαλής του ΔΝΤ, αλλά πιθανόν να ακολουθήσει μια ισχυρή και ταχεία ανάκαμψη.
"Μπορεί να υπάρξει μια μείωση που εξακολουθούμε να ελπίζουμε να είναι της τάξης 0,1-0,2%", δήλωσε η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα στο Παγκόσμιο Φόρουμ Γυναικών στο Ντουμπάι.
Η ίδια είπε ότι ο πλήρης αντίκτυπος από την εξάπλωση της νόσου, η οποία έχει ήδη προκαλέσει πάνω από 1.600 νεκρούς, εξαρτάται από το πόσο γρήγορα θα περιοριστεί.
"Συμβουλεύω όλους να μη σπεύδουν σε πρόωρα συμπεράσματα. Υπάρχει ακόμη μεγάλη αβεβαιότητα. Λειτουργούμε με βάση σενάρια, όχι ακόμη προβλέψεις, ρωτήστε με σε 10 ημέρες", τόνισε.
Σύμφωνα με την Γκεοργκίεβα, ακόμη είναι "πολύ νωρίς" για να αξιολογήσουμε τον πλήρη αντίκτυπο της επιδημίας. Ωστόσο, αναγνωρίζει ότι η επιδημία έχει ήδη πλήξει τομείς όπως ο τουρισμός και οι μεταφορές.
"Είναι ακόμη πολύ νωρίς για να πούμε γιατί δεν γνωρίζουμε ποιά είναι η φύση αυτού του ιού. Δεν γνωρίζουμε πόσο γρήγορα η Κίνα θα μπορέσει να τον περιορίσει. Δεν γνωρίζουμε αν θα εξαπλωθεί στον υπόλοιπο κόσμο", δήλωσε η Γκεοργκίεβα.
Αν η νόσος "περιοριστεί γρήγορα, μπορεί να υπάρξει μια απότομη πτώση και μια πολύ γρήγορη ανάκαμψη", ένα φαινόμενο που είναι γνωστό ως αντίκτυπος με σχήμα V, εξήγησε.
Mε άλλα λόγια, μεγάλη μείωση της οικονομικής δραστηριότητας στην Κίνα, στη συνέχεια μια γρήγορη ανάκαμψη, με αποτέλεσμα ο συνολικός αντίκτυπος να συγκρατηθεί και επομένως να μετριαστεί και ο αντίκτυπος στην παγκόσμια οικονομία.
Σύμφωνα με την επικεφαλής του ΔΝΤ, η εμπορική συμφωνία ανάμεσα στις ΗΠΑ και στην Κίνα--την πρώτη και δεύτερη παγκόσμια οικονομία--μείωσε τον αντίκτυπο της νόσου στη διεθνή οικονομία. Αλλά ο κόσμος θα πρέπει να ανησυχεί "για μια βραδεία ανάπτυξη", η οποία έχει προκληθεί από την αβεβαιότητα.
"Βρισκόμαστε τώρα σε μια φάση χαμηλής ανάπτυξης της παραγωγικότητας, χαμηλής οικονομικής ανάπτυξης, χαμηλών επιτοκίων και χαμηλού πληθωρισμού", δήλωσε η Γκεοργκίεβα στο φόρουμ του Ντουμπάι, στο οποίο συμμετείχαν, μεταξύ άλλων, η κόρη του προέδρου των ΗΠΑ Ιβάνκα Τραμπ και η πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι.