Σαφές μήνυμα πως «η Ελλάδα σήμερα είναι ισχυρότερη και γεωπολιτικά αλλά και στρατιωτικά καθώς έχει αναπτύξει τα τελευταία δύο χρόνια μια πολυμερή διπλωματία με συμμαχίες σε πολλά επίπεδα που έχουν ενδυναμώσει τη θέση μας και έχουν αναδείξει τη χώρα μας σε παράγοντα ειρήνης και σταθερότητας, όχι μόνο στην περιοχή του Αιγαίου, αλλά και ευρύτερα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου», στέλνει με συνέντευξή του στην εφημερίδα Political ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας.
Ειδική αναφορά κάνει ο υπουργός Εξωτερικών στο νομοσχέδιο Μενέντεζ στις ΗΠΑ, σημειώνοντας πως υπερψήφισή του έρχεται σε συνέχεια της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) και ότι αποτελεί ένα ακόμα σημαντικό βήμα στην εμβάθυνση των στρατηγικών σχέσεων μεταξύ της Ελλάδας και των ΗΠΑ και στέλνει παντού το μήνυμα ότι η χώρα μας έχει λόγο και ρόλο στις εξελίξεις που αφορούν την ευρύτερη περιοχή. Αλλά και σε πρακτικό επίπεδο, όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά, το νομοσχέδιο αυτό (τυπικά Νόμος θα γίνει με την υπογραφή από τον πρόεδρο Μπάιντεν) δίνει τη δυνατότητα μεγάλης αναβάθμισης των αμυντικών δυνατοτήτων της Ελλάδας και ανάδειξης του γεωστρατηγικού της ρόλου, στην ευρύτερη περιοχή.
Αναδεικνύοντας έτι περαιτέρω τη σημασία του νομοσχεδίου Μενέντεζ, ο Νίκος Δένδιας υπογραμμίζει ότι το κύριο μήνυμα που στέλνει η υπερψήφισή του είναι ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζεται διεθνώς ως δύναμη ασφάλειας και σταθερότητας πλέον, έχοντας κάνει μεγάλα βήματα τα δυόμισι αυτά χρόνια, της σημερινής διακυβέρνησης, στη διεύρυνση και αναβάθμιση των συμμαχιών της και των διπλωματικών της σχέσεων.
Εν συνεχεία, απαντώντας σε ερώτηση αν η κατάσταση της τουρκικής οικονομίας εξαιτίας της κατάρρευσης της τουρκικής λίρας μπορεί να οδηγήσει τον κ. Ερντογάν σε εξαγωγή της νευρικότητας είτε στο Αιγαίο είτε στην Κυπριακή ΑΟΖ, ο Νίκος Δένδιας διαμηνύει πως «είμαστε πάντα σε εγρήγορση και σε επαγρύπνηση, ενώ παρακολουθούμε τις κινήσεις και τις αντιδράσεις της τουρκικής πλευράς με ψυχραιμία και προσοχή». Περαιτέρω σημειώνει ότι οι στόχοι της εξωτερικής μας πολιτικής δεν ετεροκαθορίζονται με βάση όσα συμβαίνουν στην Τουρκία και προσθέτει: «αυτό το οποίο επιθυμούμε είναι μία Τουρκία ευημερούσα, ειρηνική και δημοκρατική. Γι' αυτό και ελπίζουμε πάντα ότι η Τουρκία θα μπορέσει να βρει λύσεις στα εσωτερικά της ζητήματα και ότι όσον αφορά τις διακρατικές μας σχέσεις δεν θα προχωρήσει σε κλιμάκωση σε κανένα επίπεδο. Είναι κάτι που δεν συμφέρει κανέναν και, πρωτίστως, την ίδια».
Σε ό,τι αφορά την αντίδραση της ΕΕ έναντι των τουρκικών προκλητικών και παράνομων ενεργειών στα Βαρώσια και στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσγείου, ο υπουργός Εξωτερικών αναφέρει πως η συμπεριφορά της Τουρκίας, η οποία παραβιάζει κατάφωρα το Διεθνές Δίκαιο και τις Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, δεν λαμβάνει χώρα χωρίς να υφίστανται συνέπειες. Όπως καταγράφεται και στα πρόσφατα συμπεράσματα του Συμβουλίου για τη διαδικασία διεύρυνσης της ΕΕ, η Τουρκία απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο από την ΕΕ, ενώ οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της έχουν ουσιαστικά παγώσει, επισημαίνει ενδεικτικά. Στο ίδιο πλαίσιο, όπως υπενθυμίζει, η ΕΕ υπογράμμισε ότι η Τουρκία πρέπει να σταματήσει όλες τις απειλές και ενέργειες που βλάπτουν τις σχέσεις καλής γειτονίας, να εξομαλύνει τις σχέσεις της με την Κυπριακή Δημοκρατία και να σεβαστεί την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα όλων των κρατών - μελών της ΕΕ και εκφράζει την ελπίδα η τουρκική ηγεσία να αντιληφθεί – έστω και καθυστερημένα - ότι είναι προς το πραγματικό συμφέρον της τουρκικής κοινωνίας η διατήρηση καλών σχέσεων με την ΕΕ. Μάλιστα, καθιστά σαφές ότι για να επιτευχθεί αυτό, απαιτείται και ευθυγράμμιση της Τουρκίας με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, το οποίο περιλαμβάνει και τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS).
Ερωτηθείς για την επίσκεψή του στη Θράκη την περασμένη εβδομάδα, τονίζει πως η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει αποδείξει τη βούλησή της να τη θέσει στην κορυφή των προτεραιοτήτων της ώστε να αναβαθμιστεί ουσιαστικά ο ρόλος και η σημασία της. «Η Θράκη έχει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει κάθε πλεονέκτημα που διαθέτει για την ανάπτυξη όλων των τομέων της οικονομίας, όχι μόνο της περιοχής, αλλά και της ευρύτερης περιφέρειας και ολόκληρης της Νοτιoανατολικής Ευρώπης. Ταυτόχρονα, με τις δύο Συμφωνίες που υπογράψαμε με τις Ηνωμένες Πολιτείες, έχει αναδειχθεί η μεγάλη γεωπολιτική σημασία του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης» σημειώνει.
Εστιάζοντας στη γεωστρατηγική θέση του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης, υπογραμμίζει ότι η περιοχή μπορεί να εξελιχθεί σε ισχυρό ενεργειακό και μεταφορικό κέντρο ευρύτερης διεθνούς αναφοράς, κάτι το οποίο έχει θετική επίδραση και στην ασφάλεια της χώρας γενικότερα. Παράλληλα, συμπληρώνει, «το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης έχει ενσωματωθεί στους αμυντικούς σχεδιασμούς μας και υπηρετεί με τον τρόπο αυτό, με την πιο ξεκάθαρη έννοια, το εθνικό μας συμφέρον».
Σε ερώτηση σχετικά με την εξωτερική πολιτική της νέας Γερμανίδας υπουργού Εξωτερικών, επικεφαλής των Πρασίνων, ο Νίκος Δένδιας αφού ανακαλεί στη μνήμη του πως έχει συναντηθεί μαζί της δύο φορές όταν ήταν στην αντιπολίτευση, επισημαίνει ότι η Ελλάδα αναμένει από τη νέα γερμανική κυβέρνηση να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαμόρφωση πολιτικών που θα ενισχύσουν τη θέση της ΕΕ ως δύναμη ειρήνης και σταθερότητας. Και αυτό σημαίνει πρωτίστως να μην στηρίζονται πολιτικά – και πολύ περισσότερο εξοπλιστικά – αναθεωρητικές δυνάμεις οι οποίες παραβιάζουν συστηματικά το διεθνές δίκαιο, απειλούν με πόλεμο και λειτουργούν αποσταθεροποιητικά, ξεκαθαρίζει.
Τέλος, όσον αφορά τη Λιβύη, ο Νίκος Δένδιας υπογραμμίζει ότι είναι απαραίτητο αυτή η πολύπαθη χώρα να μπει σε μια τροχιά που θα την οδηγήσει στην υπέρβαση των εσωτερικών διαιρέσεών της και στην εγκαθίδρυση μιας βιώσιμης και λειτουργικής δημοκρατικής τάξης, η οποία θα παρέχει ασφάλεια και σταθερότητα τόσο για τον λαό της, όσο και για την ευρύτερη περιοχή. Αντιθέτως, προσθέτει, «όσο συνεχίζεται αυτή η κατάσταση και η χώρα δεν σταθεροποιείται, δίδεται η δυνατότητα σε διάφορους, κατά βάση εξωγενείς, παράγοντες να παρεμβαίνουν και να προβάλλουν τα δικά τους, ιδιοτελή, συμφέροντα σε βάρος της ασφάλειας και της ευημερίας του λιβυκού λαού».