MEDSin

«Ανάσα» η Θυρεοειδεκτομή με σχεδόν μηδενικό υπόλειμμα


Ιδιαίτερα σημαντική θεωρείται  η αντικειμενική εκτίμηση της επιτυχίας ή όχι μιας θυρεοειδεκτομής, μετά από καλόηθες εύρημα ή για σοβαρή κακοήθεια, με την κάθε περίπτωση να έχει τη δική της βαρύτητα στη μετέπειτα εξέλιξη της υγείας του ασθενή.

«Η μέριμνά μας να αφαιρεθεί μέχρι και το τελευταίο κύτταρο θυρεοειδούς είναι πολύ αυξημένη σε κάθε χειρουργείο,  εφόσον το επιτρέπει η εμπειρία μας» τονίζει ο Δρ. Σταύρος Τσιριγωτάκης, Χειρουργός Θυρεοειδούς και Ενδοκρινών Αδένων, επισημαίνοντας συγχρόνως την λεπτότητα της συγκεκριμένης επέμβασης, η οποία πέραν του αμιγώς ιατρικού ενδιαφέροντος επιτυχίας, πρέπει να «φροντίσει» και την αισθητική του ασθενούς, με την όσο το δυνατόν μικρότερη ουλή. 

Η ελάχιστα επεμβατική θυρεοειδεκτομή με αφαίρεση ολόκληρου του θυρεοειδή αδένα χωρίς την διατομή των μυών και με πολύ μικρή τομή, αποτελεί την επιζητούμενη ποιότητα της εξελιγμένης χειρουργικής επέμβασης, γιατί όπως είναι γνωστό, όσο λιγότερες κακώσεις και τραυματισμοί γίνονται σε αυτήν, τόσο αρτιότερο είναι το αποτέλεσμα. 

«Αν και το υπόλειμμα  του θυρεοειδούς σύμφωνα με την επιστημονική κοινότητα είναι αποδεκτό μέχρι το 2,5%, εντούτοις, γίνεται αντιληπτό το όφελος του ασθενούς με μετρούμενο υπόλειμμα κάτω του 1%, ή ακόμα και σε πολλές περιπτώσεις, αυτό που αφήνουμε να πλησιάζει το 0,5%. Είναι φανερό πόσο πιο αποτελεσματική θα είναι η θεραπεία  μετά τη χειρουργική επέμβαση, σε σύγκριση με εκείνη όπου θα έχει  αφεθεί υπόλειμμα 4% ή 8% ή ακόμα και 10%. Στην περίπτωση της καλοήθειας (τοξικός θυρεοειδής), όταν υπάρχει μεγάλο υπόλειμμα, λόγω της πιθανότητας υποτροπής της νόσου, ενδεχόμενα να χρειασθεί και νέα επέμβαση»,  εξηγεί ο κ. Τσιριγωτάκης. 

Σύμφωνα με τον γιατρό, «Όταν γίνεται διάγνωση καρκίνου, είναι επιβεβλημένη  η αφαίρεση ολόκληρου του αδένα, με το υπόλειμμα υποχρεωτικά να πρέπει να είναι  σχεδόν μηδενικό, γιατί σε αντίθετη περίπτωση θα χρειαστούν επανειλημμένες συνεδρίες και μεγάλες δόσεις ραδιενεργού ιωδίου για να το καταστρέψουν».

Στην περίπτωση αυτή υπάρχει κίνδυνος για επαναληπτική επέμβαση και αυτό, όπως λέει «έχει πολύ μεγαλύτερα ποσοστά επιπλοκών, πέραν της πρόσθετης ψυχικής, σωματικής αλλά και οικονομικής ταλαιπωρίας που συνεπάγεται».

Αξίζει να σημειωθεί ότι σε παγκόσμιο επίπεδο, όλες οι επιστημονικές εταιρίες για τον θυρεοειδή θεωρούν απαραίτητη την εξειδίκευση τόσο του χειρουργού, όσο και της κλινικής που πραγματοποιείται η επέμβαση, γιατί έτσι μόνο εξασφαλίζεται η ασφαλής θεραπευτική αντιμετώπιση.