Εδώ υπάρχει μια μεγάλη αλήθεια. Είναι αυτή που συνιστά την εθνικότητα των πραγμάτων («εθνικό το αληθές» έγραψε ο Διονύσιος Σολωμός). Που δεν αλλοιώνεται και δεν αμφισβητείται. Εδώ είναι ένας έρημος τόπος κι ένας ακόμα πιο έρημος άνθρωπος. Έρημος, αλλά όχι μόνος. Μια γυναίκα που ορθώνει το ισχνό μπόι της τόσο ψηλά στον ουρανό, που γίνεται και θρύλος και πρότυπο για έναν λαό. Η κυρά της Ρω, η Δέσποινα Αχλαδιώτη, είναι η κυρά της Ελλάδας. Και πλέον μας λέει την ιστορία της και ανεβοκατεβάζει τη σημαία της στη σκηνή του θεάτρου «Θησείον», μαλακώνοντας και ζεσταίνοντας την ψυχή μας.
Είναι η δεύτερη σεζόν, που η ιστορία της ακριτικής Ελλάδας και η ζωή αυτής της εμβληματικής γυναίκας ξετυλίγονται εκεί στου Ψυρρή μέσα από την αριστουργηματική ερμηνεία της Φωτεινής Μπαξεβάνη στο δυνατό κείμενο του Γιάννη Σκαραγκά και την ακριβή σκηνοθεσία της Κατερίνας Μπερδέκα. Κι ίσως να ΄χει ανάγκη ο τόπος να παίζεται για πολλά ακόμη χρόνια. Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι…
Στη συγκινητική νουβέλα του Σκαραγκά, σε μια παραληρηματική εξομολόγηση, η Δέσποινα, που της έλαχε να ζήσει τους δυο μεγάλους πολέμους, διατρέχει την πορεία του ακριτικού Καστελλόριζου παράλληλα με τη δική της ιστορία.
Τα ήθη και τα έθιμα τού κάποτε πολυπληθούς νησιού. Τους γάμους με τα προικιά της νύφης, που έπρεπε να μαζευτούν, ακόμη κι αν χρειαζόταν να συνδράμουν όλοι. Τις γιορτές, τις χαρές, τα γλέντια. Κι ύστερα, τον πόνο. Τα ξεπροβοδίσματα. Τα μοιρολόγια.
Όλα μαζί κι όλα το ίδιο τα ζούσαν οι Καστελλοριζιοί. Ώσπου ήρθε η σειρά της Δέσποινας ν΄ αγαπήσει. Αλλά ήταν ο λάθος άνθρωπος. Διωγμένο απ΄ αδέλφια και τυφλή μάνα, το ζεύγος πέρασε απέναντι. Στη Ρω. Στο σύνορο. Στην πινέζα τού χάρτη.
Δεν είχε διαφορετικές χαρές να ζήσει εκεί η Δέσποινα. Έζησε από την αρχή ίσαμε το τέλος τη συνύπαρξη με τον αγαπημένο της άνδρα, στον αγαπημένο της τόπο, που δεν εγκατέλειψε ούτε κι όταν όλοι οι κάτοικοι του νησιού φυγαδεύτηκαν για να γλιτώσουν τον βομβαρδισμό των 'Αγγλων. Έχασε τον άνδρα της νωρίς και συνέχισε τη ζωή της στη Ρω, αυτή τη φορά με την τυφλή μάνα της. Που όσο σκληρή κι αν στάθηκε μαζί της, της έμαθε πως «δεν χρειάζονται μάτια για να ονειρεύεσαι»…
Και με δύναμη και πίστη αντιμετώπισε τον πόλεμο. Κι έκρυψε τους ιερολοχίτες από τους εχθρούς τους. «Ξέρεις τι είναι να κρύβεις άνθρωπο από άνθρωπο; Σα να προσπαθείς να κρύψεις τη σκιά από το φως»… Κι άκουσε τα βομβαρδιστικά να περνούν πάνω απ΄ το κεφάλι της κι είδε τα ζώα της ν΄ αποδεκατίζονται, αλλά εκείνη είχε τη δική της έγνοια. Την έπαρση της σημαίας. Γιατί βρισκόταν στην πινέζα του ελληνικού χάρτη κι αυτή θαρρούσε πως ήταν η ιερή αποστολή της. Κανένας δεν της το ζήτησε. Δική της ανάγκη ήταν. Ήρωας δεν γεννιέσαι…
ΑΠΕ-ΜΠΕ