Αφρικανική σκόνη κάλυψε την Πέμπτη πολλές περιοχές της κεντρικής και νότιας Ελλάδας και κυρίως την Κρήτη, όπου η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική.
Στην Κρήτη, το φαινόμενο λόγω και των ισχυρών νότιων ανέμων εξελίχθηκε από την περιοχή δυτικά των Χανίων και επεκτάθηκε σταδιακά σε όλο το νησί.
Η μέγιστη τιμή συγκέντρωσης σκόνης καταγράφηκε από τις 11 το πρωί έως τη 1 μετά το μεσημέρι στην περιοχή του Ακρωτηρίου και ήταν 520 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αέρα.
Έντονο είναι όμως το φαινόμενο του νέφους της σκόνης σε πολλές περιοχές της Αχαΐας, της Ηλείας και της Αιτωλοακαρνανίας.
Όπως ανέφερε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο αναπληρωτής καθηγητής και διευθυντής του εργαστηρίου Φυσικής της Ατμόσφαιρας του Πανεπιστημίου Πατρών, Ανδρέας Καζαντζίδης, «κατά τους μήνες Απρίλιο και Μάρτιο, ευνοείται η μεταφορά σκόνης από την Σαχάρα, μέσω των ατμοσφαιρικών συστημάτων», προσθέτοντας ότι «σήμερα οι ποσότητες της σκόνης είναι πολύ μεγάλες».
Πάντως, όπως διευκρινίζει, «η σκόνη αυτή δεν είναι πολύ κοντά στο έδαφος και έχει πολλά σωματίδια που είναι μεγάλα, αλλά λιγότερο επικίνδυνα», τονίζοντας ταυτόχρονα ότι «το σημερινό φαινόμενο δεν είναι το ίδιο, όπως με τους ρύπους από τα τζάκια».
Ακόμη, όπως ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Ανδρέας Καζαντζίδης, «σύμφωνα με τις μετρήσεις από το δίκτυο "Αιθέρας", το οποίο είναι ένα σύστημα παρακολούθησης και καταγραφής των αιωρούμενων σωματιδίων, οι τιμές είναι μεν αυξημένες, αλλά εντός των ορίων που έχουν θεσπιστεί». Όποτε, «υπάρχει μία επιβάρυνση, αλλά η βασική ποσότητα των σωματιδίων είναι ψηλά στην ατμόσφαιρα και στο έδαφος φθάνει μόνο ένα ποσοστό». 'Αρα, πρόσθεσε, «είναι περισσότερο ένα οπτικό φαινόμενο, με την έννοια ότι δημιουργεί μία σκιά, παρά κάτι το οποίο φθάνει στο επίπεδο που ζούμε εμείς».
Επίσης, ο Ανδρέας Καζαντζίδης τονίζει ότι «η σημερινή ημέρα είναι μία ιδιαίτερη ημέρα, καθώς γίνεται μία "μάχη" ανάμεσα στις αέριες μάζες που έρχονται από την Σαχάρα και τις βόρειες, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να έχει κοπεί στην μέση, αφού στην νότια χώρα η θερμοκρασία φθάνει στους 18 βαθμούς Κελσίου και στην βόρεια χώρα, μόλις τους 6 βαθμούς Κελσίου».
Όπως εξηγεί ο Ανδρέας Καζαντζίδης, «αυτές οι πολύ μεγάλες διαφορές θερμοκρασίας, είναι εξαιρετικά ασυνήθιστες».