Διεθνή

Η οικονομία θα ρίξει τον Ερντογάν;


Ο Ερντογάν το γνωρίζει από πρώτο χέρι: αν χρειασθεί να περάσει το ΔΝΤ την πύλη του παλατιού του, ο ίδιος δεν θα αργήσει να φύγει… από το παράθυρο, όπως συνέβη με το κεμαλικό πολιτικό κατεστημένο, που άφησε την εξουσία στο ισλαμικό AKP μετά την οικονομική κατάρρευση του 2001.

Ο διεθνής οικονομικός κλοιός στην Τουρκία αρχίζει να σφίγγει και το καθεστώς Ερντογάν γίνεται ολοένα και πιο νευρικό. Η Moody’s υποβάθμισε (όχι αιφνιδιαστικά, ουσιαστικά το είχε προαναγγείλει από καιρό) την πιστοληπτική αξιολόγηση της Τουρκίας στο Ba2, δύο βαθμίδες κάτω από την επενδυτική (investment grade) και ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος έσπευσε να κατηγορήσει τον αμερικανικό οίκο αξιολόγησης ότι αδικεί την Τουρκία, τη στιγμή που αναβαθμίζει την εύθραυστη ελληνική οικονομία.

Ο αναλυτής της “Sabah”, Φαχρετίν Αλτούν, έγραψε αυτό που ο ίδιος ο Ερντογάν θα δυσκολευόταν να πει από τη δική του θέση: «Η έκθεση της Moody’s συντάχθηκε στο γραφείο του Φετουλάχ Γκιουλέν», του μουσουλμάνου ιεροκήρυκα, που διαμένει στις ΗΠΑ και κατηγορείται από τον Ερντογάν ότι έστησε το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016.

Οι άνθρωποι του προέδρου Ερντογάν υποψιάζονται ότι ένα διαφορετικό πραξικόπημα στήνεται τώρα από τον Γκιουλέν και τους Αμερικανούς: αυτή την φορά, στόχος είναι, αντί να ανατραπεί το καθεστώς δια των όπλων, να καταρρεύσει μέσα από μια οικονομική κρίση, που θα προκληθεί δια της μείωσης των ροών ξένων κεφαλαίων, τα οποία έχουν ζωτική σημασία για τη σταθερότητα της τουρκικής οικονομίας.

Η Moody’s επικαλέσθηκε ως λόγους για την υποβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Τουρκίας τη σοβαρή επιδείνωση της κατάστασης των θεσμών, μεταξύ άλλων και επειδή το καθεστώς έχει εξαπολύσει απηνή διωγμό των υποστηρικτών του Γκιουλέν, αλλά και τον αυξημένο κίνδυνο ενός εξωτερικού σοκ, αν οι εισροές ξένων κεφαλαίων πάψουν να επαρκούν για να χρηματοδοτηθεί το αυξανόμενο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, που φέτος αναμένεται να φθάσει το 4,5% του ΑΕΠ και θα είναι το υψηλότερο μεταξύ των μεγάλων αναδυόμενων οικονομιών (σύμφωνα με ένα χονδρικό κανόνα, ελλείμματα στο ισοζύγιο πάνω από 5% οδηγούν σε υποτίμηση του νομίσματος).

Πρώτο "καμπανάκι" από το Ταμείο

Πριν από τον οίκο Moody’s, «καμπανάκι» στην Τουρκία είχε χτυπήσει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, με την έκθεση του άρθρου 4, που έδωσε στη δημοσιότητα στις αρχές Φεβρουαρίου. Το Ταμείο είχε υπογραμμίσει ότι η Τουρκία είναι εκτεθειμένη σε αυξημένους κινδύνους, λόγω της αλλαγής των παγκόσμιων συνθηκών (αύξηση αμερικανικών επιτοκίων) και είχε τονίσει ότι η μεγαλύτερη πρόκληση για τις αρχές θα είναι ο έλεγχος του πληθωρισμού, καθώς οι αυξήσεις που έχουν γίνει στα επιτόκια δεν είναι επαρκείς.

Προς το παρόν, αυτές οι προειδοποιήσεις και η υποβάθμιση από την Moody’s δεν έχουν προκαλέσει σοβαρή πτώση της λίρας, ενώ οι αποδόσεις των τουρκικών ομολόγων, όπως σχολίασαν οι “Financial Times” είναι χαμηλότερες από όσο δικαιολογεί η ευάλωτη οικονομική κατάσταση της χώρας, επειδή η Τουρκία δεν έχει υποβαθμισθεί και από την S&P, το δεύτερο μεγάλο αμερικανικό οίκο αξιολόγησης.

Παρά ταύτα, το τουρκικό 10ετές ομόλογο έχει υποχωρήσει αρκετά από τις αρχές του μήνα και η απόδοσή του έχει αυξηθεί από το 11,5% στο 12%. Η καμπύλη των τουρκικών επιτοκίων παραμένει αντεστραμμένη (χαμηλότερες αποδόσεις στους πιο μακροπρόθεσμους τίτλους), κάτι που υποδεικνύει ότι η αγορά φοβάται για κάποιο «επεισόδιο» στο κοντινό μέλλον.

Από δημοσιονομικής πλευράς, η Τουρκία δεν αντιμετωπίζει προβλήματα (το έλλειμμα του 2016 ήταν μόλις 1,7% του ΑΕΠ), ενώ το χρέος είναι σχετικά χαμηλό. Ο ρυθμός ανάπτυξης είναι αρκετά υψηλός. Το πρόβλημα της χώρας, όμως, είναι το υψηλό έλλειμμα του ισοζυγίου και η μεγάλη έκθεση του ιδιωτικού τομέα σε εξωτερικό δανεισμό, μέρος του οποίου έχει την εγγύηση της κυβέρνησης, με αποτέλεσμα να έχουν σωρευθεί μεγάλες «κρυφές» υποχρεώσεις (contingent liabilities) του Δημοσίου.

Για να διατηρήσει τη σταθερότητά της, η οικονομία χρειάζεται συνεχείς εισροές κεφαλαίων, κατά κανόνα κερδοσκοπικού χαρακτήρα, αφού οι άμεσες ξένες επενδύσεις έχουν μειωθεί αρκετά και η πολιτική κατάσταση στη χώρα τις αποθαρρύνει έντονα.

Σε ενδεχόμενη απότομη φυγή ξένων κεφαλαίων, η λίρα θεωρείται βέβαιο ότι θα καταρρεύσει, αφού τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας έχουν μειωθεί σημαντικά, λόγω των συνεχών παρεμβάσεων για τη στήριξη του νομίσματος (φθάνουν τα 90 δις. δολ., ποσό που δεν επαρκεί για να διασφαλίσει τη χρηματοδότηση των εισαγωγών για έξι μήνες).

Το δίλημμα

Ο Ερντογάν βρίσκεται μπροστά σε ένα πολύ μεγάλο δίλημμα: από τη μια πιέζεται από τις αγορές να επιτρέψει στην (όχι τόσο ανεξάρτητη…) κεντρική τράπεζα της Τουρκίας να αυξήσει ταχύτερα τα επιτόκια, για να τιθασεύσει τον πληθωρισμό και να διατηρηθούν οι εισροές ξένων κεφαλαίων.

Από την άλλη, όμως, γνωρίζει ότι η πολιτική του κυριαρχία εξαρτάται από τη διατήρηση της οικονομικής ευημερίας, στην οποία στηρίχθηκε για να κερδίσει όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις από το 2002 και μετά. Γι’ αυτό και απαντά, προς το παρόν τουλάχιστον, στο δίλημμα της οικονομικής πολιτικής σταθερά με τον ίδιο τρόπο: πιέζει την κεντρική τράπεζα να κρατά τεχνητά χαμηλά τα επιτόκια και τις εμπορικές τράπεζες να δανείζουν περισσότερο και φθηνότερα, ώστε να διατηρείται, έστω και με δανεικά, ο γρήγορος ρυθμός της οικονομικής ανάκαμψης.

Το κακό για τον Ερντογάν, είναι ότι μεσολαβεί μεγάλη χρονική περίοδος μέχρι τις κρίσιμες για το κόμμα του εκλογές του Νοεμβρίου 2019 και ως τότε πολλά μπορούν να πάνε στραβά: με δεδομένα τα αρκετά σοβαρά προβλήματα στο εσωτερικό της τουρκικής οικονομίας και την απόσυρση κεφαλαίων από τις αναδυόμενες αγορές, εξαιτίας της ανόδου των επιτοκίων στις ΗΠΑ, ουδείς μπορεί να αποκλείσει το σενάριο μιας ακόμη (από τις πολλές του παρελθόντος) ακραίας συναλλαγματικής κρίσης, που θα υποχρέωνε τον υπερήφανο Σουλτάνο να απευθυνθεί στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για βοήθεια.

Ακόμη και αν αυτό δεν συμβεί, μια παρατεταμένη συναλλαγματική αστάθεια, με άνοδο του πληθωρισμού και πιστωτική ασφυξία, θα έθετε υπό αμφισβήτηση το οικονομικό θαύμα του Ερντογάν και ενδεχομένως να τον οδηγούσε σε εκλογική ήττα το 2019 (άλλωστε, και στο τελευταίο δημοψήφισμα για το Σύνταγμα η νίκη του ήταν εντελώς οριακή).

Σε κάθε περίπτωση, ο Τούρκος ηγέτης, που με μεγάλη άνεση ανοίγει μέτωπα με τη Δύση και, κυρίως, τις ΗΠΑ, θα πρέπει να λάβει πολύ σοβαρά υπόψη του μια «κομψή» προειδοποίηση από τους “Financial Times”: «η κυβέρνηση, ο χρηματοπιστωτικός τομέας και ο επιχειρηματικός τομέας εξαρτώνται από κεφάλαια, που προέρχονται από χώρες, με τις οποίες η Τουρκία είναι όλο και περισσότερο σε μη φιλική σχέση». Αλλιώς: "Δεν μπορείς να δαγκώνεις το χέρι που σε ταϊζει"...