«Και τώρα, πώς θα κινηθεί το Βερολίνο»; Αυτό είναι το μεγάλο ερώτημα που τίθεται στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, μετά την αιφνίδια απόφαση της Α. Μέρκελ να εγκαταλείψει την ηγεσία του κόμματός της, την ώρα που παραμένουν ανοικτά όλα τα μεγάλα θέματα της Ευρώπης, από το Brexit και το προσφυγικό, ως την ιταλική κρίση, αλλά και μικρότερα θέματα εθνικού ενδιαφέροντος, όπως η έγκριση της μη περικοπής των ελληνικών συντάξεων.
Στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες δεν προκάλεσε έκπληξη η απόφαση της Γερμανίδας καγκελαρίου να δώσει τέλος στην πολιτική της καριέρα με τη λήξη αυτής της θητείας, το 2021, αλλά ήταν εντελώς απροσδόκητη η απόφασή της να μην επιδιώξει επανεκλογή στην ηγεσία του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, στο συνέδριο του Δεκεμβρίου.
Όπως έγραψε χαρακτηριστικά το “Spiegel” στη διαδικτυακή του έκδοση, μέχρι να γίνει γνωστό το απογοητευτικό αποτέλεσμα του CDU στις εκλογές του δυτικογερμανικού κρατιδίου της Έσσης (το CDU έχασε 11% και το ποσοστό του μειώθηκε στο 27%), η Μέρκελ σχεδίαζε να διεκδικήσει την επανεκλογή της, στο συνέδριο του Δεκεμβρίου.
Αυτή η αποτυχία, σύμφωνα με το έγκυρο γερμανικό περιοδικό, άλλαξε την απόφαση της καγκελαρίου, που ανακοίνωσε ότι αποσύρεται από τη νέα διεκδίκηση της ηγεσίας, όχι όμως και από την ηγεσία της γερμανικής κυβέρνησης, αν και χαρακτήρισε ως «απαράδεκτη» την εικόνα του κυβερνητικού σχήματος μεγάλου συνασπισμού με το SPD, που επίσης υπέστη εκλογική συντριβή στην Έσση, παίρνοντας την τρίτη θέση πίσω από τους Πράσινους, με το ποσοστό του να υποχωρεί περισσότερο από 10%.
Ελιγμός... αυτοσυντήρησης
Οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν ότι η ξαφνική απόφαση της Μέρκελ να απομακρυνθεί από την ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών, ύστερα από 18 χρόνια κυριαρχίας στο κόμμα της γερμανικής κεντροδεξιάς, έχει λογική ως ύστατος ελιγμός αποφυγής χειρότερων πολιτικών εξελίξεων.
Παρότι η Μέρκελ επέμενε σταθερά ως τώρα ότι πρέπει ο καγκελάριος να είναι και πρόεδρος του CDU, επέλεξε τελικά να θυσιάσει το κομματικό της αξίωμα, ώστε να αποφύγει να μετατραπεί το συνέδριο του Δεκεμβρίου σε ένα συνέδριο κορύφωσης της αμφισβήτησης στο πρόσωπό της, με ενδεχόμενο ακόμη και να έχανε την προεδρία από άλλον υποψήφιο, κάτι που θα έπρεπε να την οδηγήσει και στην παραίτηση από τη θέση της καγκελαρίου.
Με άλλα λόγια, η Μέρκελ προτίμησε να θυσιάσει τη θέση του προέδρου στο CDU, με την ελπίδα ότι έτσι θα καταφέρει να κρατήσει τη θέση της καγκελαρίου, καθώς αυτή η θυσία, όπως εκτιμά η Μέρκελ, θα εκτονώσει τον αναβρασμό στο κόμμα και την αμφισβήτηση των επιλογών της.
Πάντως, η απόφαση της Μέρκελ ανοίγει το δρόμο στο απρόβλεπτο, καθώς υπάρχουν πολλά και διαφορετικά σενάρια για το μέλλον του CDU, αλλά και για την κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού. Στο συνέδριο του Δεκεμβρίου, μπορεί να εκλεγεί ένας νέος πρόεδρος φιλικός προς την Μέρκελ και την πολιτική της, δεν αποκλείεται, όμως, να εκλεγεί και ένας από τους αντιπάλους της. Η κυβέρνηση με το SPD μπορεί να επιβιώσει, είναι ανοικτό, όμως, και το ενδεχόμενο να την εγκαταλείψουν οι Σοσιαλδημοκράτες, για να αποφύγουν περαιτέρω πολιτική φθορά. Οι Χριστιανοδημοκράτες θα μπορούσαν να συνεχίσουν με σχηματισμό κυβέρνησης μειοψηφίας, με ανοχή από το SPD, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι σε αυτό το σχήμα θα μπορούσε να παραμείνει επικεφαλής η Μέρκελ.
Αν τα κυρίαρχα κόμματα του πολιτικού σκηνικού δεν μπορέσουν να βρουν μια αξιόπιστη κυβερνητική λύση, ακόμη και οι πρόωρες εκλογές -εντελώς ασυνήθιστες στα πολιτικά ήθη της Γερμανίας- δεν μπορούν να αποκλεισθούν ως ενδεχόμενο. Σε αυτές τις εκλογές, οι Πράσινοι, αλλά και το ακροδεξιό AfD (Εναλλακτική για την Γερμανία) είναι τα δύο κόμματα που φαίνεται ότι θα βγουν πολύ ενισχυμένα, μοιράζοντας εκ νέου την πολιτική «πίτα» της Γερμανίας.
Το βασικό σενάριο
Το ερώτημα στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι πώς θα επηρεάσει αυτή η πολιτική αβεβαιότητα και η σοβαρή πολιτική αποδυνάμωση της Μέρκελ τις κινήσεις του Βερολίνου στα θέματα της ευρωπαϊκής ατζέντας.
Το βασικό σενάριο στους ευρωπαϊκούς πολιτικούς κύκλους είναι ότι η Γερμανίδα καγκελάριος δεν θα θελήσει να προκαλέσει απότομες μεταβολές στη γερμανική γραμμή, για να ικανοποιήσει τη δεξιά πτέρυγα του κόμματος της και να σταματήσει τις διαρροές ψηφοφόρων στο AfD, ή να εμποδίσει την εκλογή στην προεδρία του CDU ενός σκληρού, συντηρητικού υποψηφίου.
Αυτό δεν είναι μόνο αντίθετο στην ιδιοσυγκρασία της καγκελαρίου, που είναι πάντα πολύ προσεκτική στις πολιτικές κινήσεις της, αλλά θα μπορούσε και να αμαυρώσει την πολιτική της υστεροφημία, τη στιγμή που έχει καταφέρει ως τώρα να χαρακτηρίζεται ως μια πολιτικός που κινείται πάντα με βάση τις αρχές της.
Άλλωστε, στο μεγάλο θέμα της προσφυγικής κρίσης, που είναι και το πιο «καυτό» στην Γερμανία αυτή την περίοδο, η Μέρκελ έχει ήδη κάνει μια στροφή από τις αρχικές ανοικτές/ανθρωπιστικές θέσεις της προς μια πιο σκληρή γραμμή ελέγχου των προσφυγικών ροών.
Η Ιταλία και οι συντάξεις
Όμως, στα θέματα οικονομικού ενδιαφέροντος, τα οποία δεν παύουν να βρίσκονται στο στόχαστρο των λαϊκιστών της δεξιάς, είναι πιθανό να υιοθετήσει το επόμενο διάστημα το Βερολίνο μια πιο σκληρή γραμμή, κυρίως έναντι της Ιταλίας, που άλλωστε έχει προειδοποιηθεί από την Μέρκελ ότι θα πρέπει να σεβαστεί τους κανόνες της ευρωζώνης.
Στο Eurogroup της 5ης Νοεμβρίου πρόκειται να συζητηθεί, παρότι οι Ιταλοί δεν το ήθελαν, το θέμα του προϋπολογισμού του 2019, υπό το φως της απόρριψής του από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Εκεί αναμένεται με ενδιαφέρον η στάση που θα κρατήσει ο Γερμανός υπ. Οικονομικών, δηλαδή αν θα επιλέξει να κρατήσει χαμηλούς τόνους, ευνοώντας ένα συμβιβασμό με την Ρώμη, ή αν θα κινηθεί πιο επιθετικά, ώστε η κυβέρνηση της Μέρκελ να μην κατηγορηθεί ότι δείχνει υπερβολική ανοχή στους «σπάταλους Ιταλούς».
Ένα ακόμη ερώτημα, ελληνικού ενδιαφέροντος, είναι πώς θα διαχειρισθεί η κυβέρνηση της Α. Μέρκελ το αίτημα για μη εφαρμογή των προγραμματισμένων περικοπών στις συντάξεις. Το νέο στοιχείο που φέρνουν οι τελευταίες πολιτικές εξελίξεις είναι ότι η Μέρκελ, αν υπάρξει μια συμφωνία για μη περικοπή των συντάξεων, θα πρέπει να την φέρει στο Κοινοβούλιο προς έγκριση μέσα στον Νοέμβριο, ή το αργότερο τον Δεκέμβριο, δηλαδή σε μια περίοδο όπου το CDU θα «βράζει», λόγω της διαδικασίας εκλογής νέου προέδρου.
Μπορεί σε τέτοιες πολιτικές συνθήκες να εγκριθεί μια αλλαγή στα συμφωνημένα με την Ελλάδα, που θα προσφερόταν για «κορώνες» από δεξιούς και ακροδεξιούς Γερμανούς πολιτικούς; Θα έχει η Μέρκελ αρκετό πολιτικό κεφάλαιο να αναλώσει για να περάσει μια τέτοια τροποποίηση συμφωνιών με την Ελλάδα; Το πιθανότερο είναι ότι μια συμφωνία για τις συντάξεις θα εγκριθεί τελικά από το γερμανικό Κοινοβούλιο, αλλά αυτή την φορά η ρευστότητα που επικρατεί στην Γερμανία δεν επιτρέπει απόλυτες βεβαιότητες…