Πολιτική

Η μαφία του ελεφαντόδοντου τα ναρκωτικά και η τρομοκρατία


Το κυνήγι άγριων ζώων αποφέρει αστρονομικά κέρδη σε μια διεθνή μαφία που προωθεί την εμπορία τους. Η ζήτηση, κυρίως στην Ασία είναι μεγάλη, αν και πολλές χώρες εναντιώνονται πλέον στην λαθροθηρία.

Σύμφωνα με έρευνες οι πληθυσμοί ελεφάντων στην Αφρική έχουν συρρικνωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Εθνικού Πάρκου Σέλους της Τανζανίας, όπου τη δεκαετία του 1970 ζούσαν περίπου 109.000 ελέφαντες. Σήμερα ζουν εκεί μόλις 13.084, σύμφωνα με απογραφή, που ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2013. Αυτό που αποτελεί όμως το πλέον ανεπανόρθωτο πλήγμα για το οικοσύστημα, είναι η θανάτωση των μεγάλων αυτών θηλαστικών από λαθροκυνηγούς, με στόχο την άντληση κέρδους από την πώληση των πολύτιμων χαυλιοδόντων τους.

Το 2013, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, πωλήθηκαν 42 τόνοι ελεφαντόδοντου, ενώ ακτιβιστές εκτιμούν πως στην πραγματικότητα ο αριθμός αυτός είναι κατά πολύ μεγαλύτερος. Οι αμφιλεγόμενες αυτές πωλήσεις είναι κατά κανόνα προϊόν λαθροθηρίας και έχουν ως απώτερο στόχο την κινεζική αγορά. Στην Κίνα, το ελεφαντόδοντο θεωρείται υλικό πολυτελείας και χρησιμοποιείται μαζικά για την κατασκευή γλυπτών, τα οποία αγγίζουν εξωπραγματικές τιμές. Δεν είναι όμως οι ελέφαντες που βρίσκονται στο στόχαστρο λαθροκυνηγών. Αντίστοιχη μοίρα έχουν και πολλοί ρινόκεροι. Στη Νότια Αφρική υπολογίζεται ότι το 2013 θανατώθηκαν περίπου 1000 ρινόκεροι, οι οποίοι αποτελούν επίσης είδος προς εξαφάνιση. 

Οι ειδικοί καταγγέλλουν πως σήμερα τα δίκτυα λαθροκυνηγών άγριων ζώων είναι διεθνή και ισχυρά, χρησιμοποιώντας το διαδικτύο ως μέσο συντονισμού των παράνομων ενεργειών τους. Σύμφωνα με καταγγελίες, τα δίκτυα αυτά έχουν συχνά διασυνδέσεις με κυκλώματα εμπορίας ναρκωτικών και όπλων. Πρόκειται με άλλα λόγια για μία «μαφία» λαθροκυνηγών, η οποία δρα με ταχύτατους ρυθμούς ανά τον κόσμο. Ένας ρινόκερος που θανατώνεται στην Αφρική μπορεί να βρεθεί μέσα σε λίγες ώρες στο Βιετνάμ για επεξεργασία.