Σε ναρκοπέδιο μετατρέπεται η εκλογική μάχη της 10ης Νοεμβρίου στην Ισπανία μετά τη νέα όξυνση του καταλανικού ζητήματος, που έρχεται να προστεθεί στο ούτως ή άλλως ρευστό πολιτικό σκηνικό μετά τις κάλπες.
Του Βαγγέλη Βιτζηλαίου*
Ο νέος γύρος αναταραχών που πυροδότησε η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Ισπανίας να επιβάλει πολυετείς ποινές σε Καταλανούς πολιτικούς οι οποίοι οργάνωσαν το δημοψήφισμα ανεξαρτησίας της 1ης Οκτωβρίου του 2017 αναπόφευκτα θα αφήσει το στίγμα του τόσο στην προεκλογική περίοδο όσο και στο νέο γύρο συζητήσεων για το σχηματισμό κυβερνητικού συνασπισμού μετά τις εκλογές, τις τέταρτες σε διάστημα μίας τετραετίας.
Η τιμωρία των «προδοτών» Καταλανών αυτονομιστών προσφέρεται για συγκέντρωση ψήφων ενόψει των εκλογών. To Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (PSOE) του υπηρεσιακού Πρωθυπουργού Πέδρο Σάντσεθ, το δεξιό Λαϊκό Κόμμα (PP), οι κεντροδεξιοί φιλελεύθεροι Ciudadanos και το ακροδεξιό Vox επενδύουν στη ρητορική περί βίας των Καταλανών, με σαφές εθνικιστικό πρόσημο στις θέσεις τους.
Οι Podemos διαφοροποιούνται αισθητά από τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις της χώρας απευθύνοντας έκκληση για διάλογο για την εκτόνωση έστω της κρίσης. Η (εκάστοτε) ισπανική κυβέρνηση όμως δεν αντιμετωπίζει έξωθεν πιέσεις για επίλυση του ζητήματος με όρους δημοκρατικού διαλόγου. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφεύγει εμφανώς να πάρει θέση στο ζήτημα, κάνοντας λόγο για «εσωτερική υπόθεση της Ισπανίας», παρότι στο πρόσφατο παρελθόν έχει τοποθετηθεί σε αρκετές ανάλογες περιπτώσεις. Δεν πρόκειται φυσικά για «διακριτικότητα» των Ευρωπαίων αξιωματούχων. Στόχος είναι η αποτροπή παρόμοιων αποσχιστικών τάσεων στο εσωτερικό της (Βενετία-Λομβαρδία και Νότιο Τιρόλο στην Ιταλία, Φλάνδρα και Βαλλονία στο Βέλγιο, Σκωτία αλλά και Χώρα των Βάσκων στην Ισπανία).
Η καταστολή, η βία και η θεσμική εκδικητικότητα αποδεικνύεται ότι όχι μόνο δεν επιλύουν το ακανθώδες καταλανικό ζήτημα, αλλά αντίθετα διαμορφώνουν μια διαρκή εστία αναζωπύρωσης, με κίνδυνο την εκ νέου κλιμάκωση της σύγκρουσης σε κάθε ξέσπασμα. Οι ισπανικές αρχές, στην προσπάθειά τους να αποκλείσουν οποιαδήποτε πιθανότητα απόσχισης της Καταλονίας (που αντιπροσωπεύει το 16% του πληθυσμού της χώρας και σχεδόν το 19% του ΑΕΠ), ρισκάρουν να προκαλέσουν ανεπανόρθωτη βλάβη στην εικόνα της χώρας σε επίπεδο δημοκρατίας και θεσμών.
Πιθανό ένα νέο μετεκλογικό αδιέξοδο
Η καταλανική κρίση δεν είναι η μοναδική εστία αστάθειας στην ισπανική πολιτική σκηνή, αφού έρχεται να προστεθεί στο εκλογικό αδιέξοδο που επιφύλαξαν οι εκλογές του περασμένου Απριλίου. Η νίκη του PSOE δεν έδωσε την ευκαιρία στον Πέδρο Σάντσεθ να καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση: Πέρα από το γεγονός ότι δεν διέθετε την απαιτούμενη πλειοψηφία, ναυάγησαν και οι συνομιλίες με τους Podemos, αφού ο επικεφαλής του κόμματος Πάμπλο Ιγκλέσιας δεν δέχθηκε τους όρους του Σάντσεθ για συμμετοχή σε κυβέρνηση με κορμό το PSOE.
Τα δεδομένα περιπλέκει η αυτόνομη κάθοδος του κόμματος του πρώην «νο. 2» των Podemos Iνίγο Ερεχόν, ο οποίος εγκατέλειψε το κόμμα τον Ιανουάριο έπειτα από διαφωνίες με τον Πάμπλο Ιγκλέσιας. Ο Ερεχόν, που θεωρείται πιο μετριοπαθής σε σχέση με τον επικεφαλής του Podemos, εμφανίζεται θετικός σε συμμαχία με τους Ισπανούς Σοσιαλιστές, γεγονός που προκάλεσε τριβές στη συγκατοίκηση με τον Ιγκλέσιας. Το κόμμα του Ερεχόν, το Más Pais («Περισσότερη Χώρα»), θα ασκήσει ισχυρή πίεση στο Podemos.
Ωστόσο, συνιστά άγνωστη μεταβλητή για το μετεκλογικό σκηνικό που θα διαμορφωθεί, αφού πρόκειται για ένα σχετικά ανέτοιμο οργανωτικά κόμμα. Το ποσοστό που θα αποσπάσει θα κρίνει εάν θα είναι σύμμαχος του Σάντσεθ σε μια προοδευτική κυβέρνηση ή εάν θα αποτελέσει παράγοντα περαιτέρω κατακερματισμού του προοδευτικού μπλοκ, με αποτέλεσμα να εκμεταλλευθεί την ευκαιρία σχηματισμού κυβέρνησης το συντηρητικό. Ο Ερεχόν πάντως δηλώνει ότι στόχος του είναι να κινητοποιήσει τους αριστερούς ψηφοφόρους και να συμβάλει στο να σχηματιστεί μια προοδευτική κυβέρνηση.
Με βάση τα παραπάνω, η σταθερότητα αποτελεί το μεγάλο στοίχημα αλλά και τον πιο δύσκολο στόχο για την Ισπανία το επόμενο διάστημα.
*Συντονιστής Κύκλου Ανάλυσης Ευρωπαϊκών & Διεθνών Εξελίξεων του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών (ΕΝΑ), το άρθρο συμπεριλαμβάνεται στο Δελτίο Ευρωπαϊκών Εξελίξεων #25