Οικονομία

Η Ελλάδα βελτίωσε την ενεργειακή της κατάταξη στον δείκτη του Παγκοσμίου Συμβουλίου Ενέργειας


Σύμφωνα με τελευταία έκθεση του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ενέργειας (World Energy Council – WEC), η χώρα μας βελτιώνει τη θέση της στο δείκτη «World Energy Trilemma». Η Ελλάδα το 2020 κατατάσσεται στην 39η θέση από τις 108 χώρες που εξετάζονται, ανεβαίνοντας 8 θέσεις σε σχέση με το 2019 (που βρίσκονταν στην 47η θέση).

Μέσω του δείκτη «World Energy Trilemma» του WEC, που καταρτίζεται ετησίως από το 2010, τα ενεργειακά συστήματα αξιολογούνται σε ετήσια βάση, σε καθεμία από τις ακόλουθες διαστάσεις:

  • Ενεργειακή Ασφάλεια: Ικανότητα τους να ανταποκρίνονται αξιόπιστα στην τρέχουσα και μελλοντική ζήτηση ενέργειας, να αντέχει και να ανακάμπτει γρήγορα από τυχόν κραδασμούς από διακοπές τροφοδοσίας.
  • Ενεργειακή Ισότητα: Ικανότητα τους να παρέχουν καθολική πρόσβαση σε αξιόπιστη, προσιτή και επαρκή ενέργεια.
  • Περιβαλλοντική Βιωσιμότητα: Πρόοδος τους στην προσπάθεια μετάβασης σε μηδενικές εκπομπές άνθρακα.

Με αφορμή την έκθεση του WEC, ο Πρόεδρος του ΤΕΕ Γιώργος Στασινός δήλωσε:

«Η χώρα μας βρίσκεται τα τελευταία χρόνια σε έναν δυναμικό ενεργειακό μετασχηματισμό, που με την απολιγνιτοποίηση έχει καταστεί και εξαιρετικά φιλόδοξος. Το ΤΕΕ προσπαθεί συστηματικά, μέσα από τη συμμετοχή τους ως εθνικός εκπρόσωπος στο World Energy Council, να προάγει τόσο την κατανόηση των εγχώριων ενεργειακών εξελίξεων από τη διεθνή αγορά όσο και να μεταφέρει, μέσα από τα χιλιάδες μέλη του, στην ελληνική ενεργειακή αγορά, τις διεθνείς θεσμικές τάσεις στο χώρο της ενέργειας. Ο δείκτης World Energy Trilemma του WEC προσπαθεί να δώσει μια ισορροπημένη εικόνα της κατάστασης της εγχώριας αγοράς σε σχέση με τις άλλες οικονομίες που εξετάζονται. Παρατηρούμε ότι, παρά το γεγονός πως βελτιωνόμαστε, απέχουμε ακόμη από το υψηλότερο 25% των πιο ανεπτυγμένων χωρών του κόσμου και της Ευρώπης. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να προχωρήσουμε πιο δυναμικά και εστιασμένα σε αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Δίνοντας καταρχήν έμφαση στην εξοικονόμηση ενέργειας, κυρίως στα κτίρια και ακολούθως στις μεταφορές. Αλλά και στη δημιουργία μεγάλων υποδομών που κάνουν τη χώρα ενεργειακό κόμβο. Παράλληλα, οφείλουμε να προχωρήσουμε πιο δυναμικά και πιο γρήγορα, όσο αυτό είναι εφικτό, τη διασύνδεση όλων των νησιών με το ηπειρωτικό ηλεκτρικό σύστημα, μαζί με νέες πράσινες επενδύσεις και στα νησιά και σε ολόκληρη την ελληνική περιφέρεια. Ήδη η απλοποίηση της αδειοδότησης έργων ΑΠΕ, όπως και συνολικά η απλοποίηση αδειοδότησης επενδύσεων, παράγει αποτελέσματα, όχι μόνο στους σχετικούς δείκτες αλλά και επί της ουσίας, στην προώθηση επενδύσεων. Σημαντικό στοιχείο που πρέπει να εξεταστεί, υπό το πρίσμα των διεθνών εξελίξεων, όπως τονίζεται και από τη σύνοψη των τάσεων και προοπτικών της έκθεσης του WEC είναι ο προγραμματισμός της χώρας για την έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων. Πετυχαίνοντας πιο γρήγορα τους στόχους μας για αύξηση των ΑΠΕ και μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ωφελούμαστε πολλαπλά: μειώνουμε την εξάρτηση από εισαγωγές καυσίμων, αυξάνουμε τις επενδύσεις, μειώνουμε τη ρύπανση και συμβάλλουμε έμπρακτα στη μάχη ενάντια στην κλιματική αλλαγή.»

 

Όπως τονίζει ο Χάρης Δούκας, Αναπληρωτής Καθηγητής ΕΜΠ και μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του ΤΕΕ, που υποστηρίζει το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ενέργειας για τη διαμόρφωση του δείκτη στη χώρα μας, εκ μέρους του ΤΕΕ, η επίδοση μας στην Ενεργειακή Ισότητα παραμένει σχετικά σταθερή εδώ και αρκετά χρόνια, ενώ στις διαστάσεις της Ενεργειακής Ασφάλειας και της Περιβαλλοντικής Βιωσιμότητας παρουσιάζουμε βελτίωση. Και αυτό διότι έχει ενισχυθεί σημαντικά η διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας επιτρέποντας να πετύχουμε τους αντίστοιχους εθνικούς στόχους, όπως και της μείωσης των εκπομπών CO2 για το 2020. Όμως, όπως σημειώνει ο κ. Δούκας, υπολειπόμαστε του στόχου για την εξοικονόμηση ενέργειας. Αυτός είναι ο λόγος που η προώθηση της ενεργειακής αποδοτικότητας, κυρίως μέσω μεγάλης κλίμακας δράσεων ενεργειακών αναβαθμίσεων και ανακατασκευών, διαμορφώνοντας και στην Ελλάδα ένα «κύμα ανακαινίσεων», πρέπει να είναι η πρώτη προτεραιότητα. Προτεραιότητα πρέπει να αποτελέσουν και οι διασυνδέσεις των νησιών με την ηπειρωτική χώρα, καθώς και η ενίσχυση των δικτύων, ώστε να μπορούν να ενσωματώσουν περισσότερη καθαρή ενέργεια.

Η συνολική κατάταξη World Energy Trilemma βρίσκεται εδώ.

Περισσότερες Πληροφορίες για το World Energy Trilemma της Ελλάδας, εδώ.

Τάσεις και προοπτικές

Η σύνοψη της κατάταξης World Energy Trilemma του WEC, σε συνεργασία με τη διεθνή συμβουλευτική εταιρεία Oliver Wyman, παρουσιάζει εστιασμένα ενδιαφέροντα σημεία ανάλυσης για το αύριο.

Σύμφωνα με τη σύνοψη:

Το 2020, η Ελλάδα επιτάχυνε την κατάργηση των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής με λιγνίτη. Το πρώτο εξάμηνο του 2020, ο λιγνίτης αντιπροσώπευε το 12% της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας στο διασυνδεδεμένο σύστημα της Ελλάδας. Πρόκειται για μια τεράστια αλλαγή σε σύγκριση με το 52% το 2010. Ως εκ τούτου, η Ελλάδα βρίσκεται σε καλό δρόμο για να γίνει η πρώτη οικονομία που εξαρτάται από τον λιγνίτη παγκοσμίως που απομακρύνεται πλήρως από αυτό το καύσιμο που φέρει υψηλές εκπομπές και ρύπανση.

Ταυτόχρονα, το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα αυξάνεται σταθερά και η Ελλάδα αναμένεται να εκπληρώσει το στόχο 18% ΑΠΕ το 2020. Ένας νέος νόμος έχει καταργήσει την απαίτηση για τα έργα ΑΠΕ ηλεκτρικής ενέργειας να λάβουν άδεια παραγωγής (θεωρείται το πρώτο βήμα στη διαδικασία αδειοδότησης) και μείωσε ριζικά τον απαιτούμενο χρόνο για άλλες άδειες και εγκρίσεις. Τέτοιες τροποποιήσεις θεωρούνται απολύτως απαραίτητες για να επιτύχει η Ελλάδα τον στόχο του 35% το 2030.

Τα περισσότερα από τα νησιά της Ελλάδας εξακολουθούν να μην είναι ηλεκτρικά συνδεδεμένα με την ηπειρωτική χώρα, εξαρτώμενα ακόμη από ακριβές και ρυπογόνες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με πετρέλαιο. Παρόλο που το μεγάλο υποθαλάσσιο καλώδιο από την Αττική προς την Κρήτη έχει προγραμματιστεί να τεθεί σε λειτουργία έως το τέλος του 2023, οι διασυνδέσεις των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου έχουν προγραμματιστεί για τα τέλη της δεκαετίας του 2020, παρά το γεγονός ότι έχουν ήδη διατεθεί ουσιαστικά κονδύλια της ΕΕ για αυτά τα έργα.

Η πανδημία COVID-19 είχε ως αποτέλεσμα σημαντική μείωση της ζήτησης ενέργειας και επιβράδυνση των επενδύσεων σε όλους τους οικονομικούς τομείς. Ωστόσο, αυτό δεν συμβαίνει στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου, όπου προχωρούν έργα σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο και υποδομή φυσικού αερίου (π.χ. FSRU).

Η πτώση τόσο των τιμών του πετρελαίου όσο και της ζήτησης ανάγκασε τις μεγάλες εταιρείες πετρελαίου διεθνώς να επανεξετάσουν τα σχέδια εξερεύνησης και ανάπτυξης, μειώνοντας τους σχετικούς προϋπολογισμούς και επιταχύνοντας τον μετασχηματισμό των επιχειρηματικών τους μοντέλων. Αυτό ισχύει ειδικά για έργα εξερεύνησης σε νέες περιοχές με μέτριες προοπτικές, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Διεθνείς εταιρείες πετρελαίου όπως η ΕxxonMobil και η Total επανεξετάζουν τη δραστηριότητά τους στην Ε & Α στην Ελλάδα, η οποία δεν θεωρείται πλέον προοπτική υψηλής προτεραιότητας.